Γιώργος Παυλόπουλος
Τα στοιχεία διαψεύδουν παταγωδώς το αφήγημα Μητσοτάκη, ο οποίος επέλεξε να φέρει νωρίτερα τη… ΔΕΘ
Η πρακτική της «φιλανθρωπίας» του κεφαλαίου είναι γνωστή, εντός και εκτός Ελλάδας: Μεγαλοκαπιταλιστές οι οποίοι έχουν σωρεύσει τα αμύθητα πλούτη τους με την εκμετάλλευση όχι μόνο των «δικών» τους εργαζομένων, αλλά και ολόκληρων κρατών και λαών, επιχειρούν να μας ρίξουν στάχτη στα μάτια, διαθέτοντας σε «αγαθοεργές πράξεις» ένα απειροελάχιστο ποσοστό των κερδών τους – το οποίο, παρεμπιπτόντως, εκπίπτει από τους (έτσι κι αλλιώς ελάχιστους) φόρους που πληρώνουν.
Οι κυβερνήσεις που τους υπηρετούν δεν θα μπορούσαν να μην αντιγράψουν την επιτυχημένη συνταγή. Στην Ελλάδα, μάλιστα, αποδεικνύονται πρωτοπόρες: Έχοντας συμβάλει καθοριστικά στο ξεζούμισμα της κοινωνικής πλειοψηφίας, έρχονται κάθε τόσο να της πετάξουν ένα ξεροκόμματο για να την ξεγελάσουν. Απαιτούν δε, με ιδιαιτέρως αυστηρό ύφος, ο «λαουτζίκος» να αισθάνεται ευγνωμοσύνη για τη γενναιοδωρία τους.
Οι πρόσφατες «παροχές» Μητσοτάκη αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Έχοντας καταγράψει, για το 2024, πρωτογενές πλεόνασμα 11,4 δισ. ευρώ, το οποίο είναι σχεδόν διπλάσιο σε σύγκριση με το προβλεπόμενο από τα μνημόνια (4,8% του ΑΕΠ έναντι στόχου 2,5%), ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι «επιστρέφει στην κοινωνία» ένα ποσό της τάξης του 1,1 δισ. (για την ακρίβεια 1,09). Ακόμη κι αν παραβλέψουμε το γεγονός ότι θα το κάνει τον ερχόμενο Νοέμβριο, δηλαδή στο τέλος του έτους και ενώ στα κρατικά ταμεία θα έχει μπει και το πλεόνασμα του 2025 (που επίσης προβλέπεται θηριώδες), η εξαπάτηση είναι προφανής.
Πρώτο, επειδή «επιστρέφει» περίπου τα μισά από όσα ισχυρίζεται, καθώς τα 500 εκατ. αφορούν «δημόσιες επενδύσεις» οι οποίες, όπως είναι γνωστό, ανατίθενται σε ημέτερους επιχειρηματίες, που αποκομίζουν έτσι επιπλέον κέρδη. Δεύτερο, επειδή τα υπόλοιπα 590 εκατομμύρια – 230 εκατ. για επιστροφή ενός ενοικίου (245 ευρώ κατά μέσο όρο!) σε 948.000 δικαιούχους και 360 εκατ. για ένα φιλοδώρημα 250 ευρώ σε 1,44 εκατ. συνταξιούχους και ΑΜΕΑ – αποτελούν ένα κλάσμα όσων έχει αποκομίσει η κυβέρνηση από τη συστηματική και διαχρονική καταλήστευση των γνωστών «υποζυγίων».
Συγκεκριμένα, η υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων δεν προέρχεται κυρίως από την πάταξη της φοροδιαφυγής, όπως λέει η κυβέρνηση. Πηγή τους είναι κατά 55% (ή 1,03 δισ. ευρώ) τα πλεονάζοντα έσοδα από ΦΠΑ και ΕΦΚ – τους βασικούς έμμεσους φόρους, που είναι οι πιο άδικοι – τα οποία οφείλονται στο τρομακτικό κύμα ακρίβειας που πλήττει τα νοικοκυριά. Επίσης, η κυβέρνηση πήρε πίσω πέρυσι 850 εκατ. ευρώ από τους μισθωτούς και συνταξιούχους, με τη μορφή επιπλέον φόρων – ήτοι, ένα σημαντικό μέρος των έτσι κι αλλιώς πενιχρών αυξήσεων που έδωσε στον κατώτατο μισθό και τις συντάξεις. Τέλος και εξίσου σημαντικό, το υπερπλεόνασμα προέκυψε πρωτίστως όχι από την υπέρβαση στα έσοδα, αλλά από τις περικοπές στις δημόσιες δαπάνες (υγεία, παιδεία και άλλους τομείς) με το ποσό που αντιστοιχεί στη δεύτερη κατηγορία να είναι κατά 2,25 φορές μεγαλύτερο εκείνου της πρώτης – ενώ το Δημοσιονομικό Σύμφωνο απαγορεύει πρακτικά να διατεθεί, έστω και μέρος του, για να καλύψει τις τεράστιες «τρύπες» σε μισθούς, συντάξεις και επιδόματα.
Η κοροϊδία γίνεται ακόμη μεγαλύτερη, εάν αναλογιστεί κανείς ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει να αποπληρώσει φέτος πρόωρα δόσεις για ληστρικά δάνεια – από αυτά που επέβαλαν τα μνημόνια με ΕΕ και ΔΝΤ και έσωσαν τις τράπεζες για τις επαναφέρουν σε υψηλή κερδοφορία. Το ποσό που έχει υπολογιστεί φτάνει στα 5,2 δισ. ευρώ, είναι δηλαδή περίπου πενταπλάσιο σε σχέση με τις «παροχές» Μητσοτάκη, ενώ έρχεται να προστεθεί στα 7,9 δισ. που διατέθηκαν για τον ίδιο σκοπό το 2024.
Αναμφίβολα, τα ματωμένα (υπερ)πλεονάσματα δεν βαραίνουν μόνο τη σημερινή κυβέρνηση, καθώς έχουν ήδη 10ετή ιστορία. Η προκάτοχός της των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μάλιστα, η οποία έδεσε πισθάγκωνα τη χώρα στο άρμα των πρωτογενών πλεονασμάτων, έχει να παρουσιάσει τεράστια… επιτεύγματα σε αυτόν τον τομέα: Το 2016 η επίδοση έφτασε το 3,8% του ΑΕΠ έναντι υποχρέωσης για 1,1%, το 2017 στο 4,13% αντί για 1,75% και το 2018 στο 3,98% αντί για 3,5%. Ακολούθησε στον ίδιο δρόμο η ΝΔ του Μητσοτάκη: 1,9% αντί 0,7% το 2022, 3,5% αντί για 2,1% το 2023 και 4,8% αντί για 2,5% πέρυσι.
Κάλπικες είναι οι «παροχές» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, αλλά όλα θα κριθούν στην ταξική πάλη
Ακόμη κι έτσι, βεβαίως, οι ανάγκες εκατομμυρίων είναι τόσο μεγάλες ώστε ουδείς θα πει όχι σε οτιδήποτε πάρει, με οποιαδήποτε μορφή. Κι αυτό, ενδεχομένως έχει και αντανάκλαση στην πολιτική στάση ορισμένων – έστω και αν έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι, οι αυταπάτες έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και η οργή έχει σωρευτεί. Αυτονόητα, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα: Γιατί ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του επέλεξαν να φέρουν σχεδόν πέντε μήνες πιο νωρίς τη ΔΕΘ του Σεπτεμβρίου, που είναι παραδοσιακά το ορόσημο της όποιας παροχολογίας; Γιατί λησμόνησε όσα έλεγε το 2018 σε βάρος του Τσίπρα από το βήμα της Βουλής – «Τι θέλετε τελικά; Να αποτελειώσετε την πραγματική οικονομία με εξωφρενικά πλεονάσματα για να κάνετε εσείς μικροπολιτική επιδομάτων;»;
Η αρχική εξήγηση είναι ότι επιχειρεί – εκμεταλλευόμενος και την κραυγαλέα ανυπαρξία της συστημικής αντιπολίτευσης – να αντιστρέψει το βέλος των δημοσκοπήσεων, προτού είναι αργά. Η άλλη, στην οποία επιμένουν αρκετοί παρά τις επανειλημμένες και περί του αντιθέτου δηλώσεις του για προσφυγή στις κάλπες το 2027, είναι πως στο μυαλό του έχει πλέον «καρφωθεί» το σενάριο της αιφνιδιαστικής προκήρυξης πρόωρων εκλογών.
Ένα είναι σίγουρο: Όσο η μπάλα παίζεται κυρίως στο κοινοβουλευτικό «γήπεδο», χωρίς η ταξική πάλη να δημιουργεί μικρά και μεγάλα γεγονότα και να προκαλεί ρήγματα και ανατροπές – ένα μοντέλο που στην πράξη υπηρετεί και το ΚΚΕ – τα περιθώριά τους θα είναι μεγαλύτερα. Και ο λαός, αν και δεν τρώει το κουτόχορτο των παροχών, δεν θα βλέπει εναλλακτικές επιλογές.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 26-27 Απριλίου