«Ποντίφικας των φτωχών», «πάπας του ελέους» είναι μερικοί από τους διόλου φειδωλούς χαρακτηρισμούς που αποδίδουν τα ΜΜΕ στον προσφάτως εκλιπόντα πάπα Φραγκίσκο. Τέτοια αποθέωση έχουμε να δούμε από τους αντίστοιχους αποχαιρετισμούς στην Νταϊάνα την «πριγκίπισσα του λαού».
Ο κατά κόσμον Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο ήταν επικεφαλής της πανίσχυρης αλλά και τραυματισμένης Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, την εικόνα της οποίας κατάφερε σε ένα βαθμό να βελτιώσει, αποτυγχάνοντας ωστόσο κατά γενική ομολογία να αναμορφώσει και να «εξυγιάνει» τη λειτουργία της και ειδικά τα οικονομικά της.
Ανέλαβε 266ος πάπας και επίσκοπος Ρώμης σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία το 2013, όταν όλη η Ευρώπη, και ειδικά ο ευρωπαϊκός Νότος, βρισκόταν στο μάτι του κυκλώνα της μεγαλύτερης μεταπολεμικής οικονομικής κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι ο συντηρητικός προκάτοχός του Βενέδικτος, υπήρξε ο πρώτος πάπας μέσα σε 600 χρόνια που απομακρύνθηκε εν ζωή και εθελοντικά από τη θέση του. Ο Βενέδικτος (που πέθανε σχετικά ξεχασμένος πριν δυόμισι χρόνια) επίσημα παραιτήθηκε για λόγους «υγείας και ηλικίας», ωστόσο θεωρείται ότι η απόφασή του υπαγορεύτηκε και από άλλους παράγοντες. Η θητεία του Βενέδικτου σημαδεύτηκε από την αδυναμία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των καιρών και να βάλει τέλος στη συνεχιζόμενη συγκάλυψη του τεραστίου σκανδάλου μαζικής σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων από ιερείς. Δεν μπορούμε να αγνοούμε ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία παραμένει όχι μόνο το μεγαλύτερο θρησκευτικό δόγμα στον πλανήτη, αλλά ένας θεσμός και κέντρο εξουσίας με αμύθητη περιουσία και τεράστια παγκόσμια πολιτική επιρροή. Ας υπενθυμίσουμε πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε στην εκλογή του πάπα Ιωάννη Παύλου το 1978 η καταγωγή του από την Πολωνία μια χώρα που όλοι έβλεπαν ως τον πιο «αδύναμο κρίκο» του ανατολικού μπλοκ. Η εκλογή του Φραγκίσκου το 2013 υποσχόταν ότι θα αντιμετωπίσει τη συνολική αρνητική εικόνα και τις «ανοιχτές πληγές» του Βατικανού. Στη συγκεκριμένη συγκυρία, όπως γράφτηκε, το πρόσωπό του αποτέλεσε έναν συμβιβασμό ανάμεσα στην ανάγκη για αλλαγή και πιο δυναμική παρουσία και παρέμβαση στα κοινωνικά ζητήματα και σε μια πιο παραδοσιακή στάση σε θέματα «σεξουαλικότητας».
Γεννημένος στο Μπουένος Άιρες υπήρξε ο πρώτος «μη Ευρωπαίος» πάπας (με ιταλική ωστόσο καταγωγή). Με το καλημέρα, ο νέος άρχοντας του Βατικανού έκανε πράξη το δικό του «σεμνά και ταπεινά» αφήνοντας στο γκαράζ την παπική λιμουζίνα και επιμένοντας να μετακινείται με την εκκλησιαστική συγκοινωνία. Λίγους μόλις μήνες μετά την εκλογή του, τον Ιούλιο του 2013, ο Φραγκίσκος ταξίδεψε στο νησάκι Λαμπεντούζα της Ιταλίας, όπου τέλεσε επιμνημόσυνη δέηση για όσους σκοτώθηκαν στη θάλασσα. Εκεί μίλησε για «παγκόσμια αδιαφορία» απέναντι στους μετανάστες. Αυτή την ανθρωπιστική στάση της Εκκλησίας και την ανάγκη βοήθειας στους «ανθρώπους που έχουν χάσει τα πάντα» την υπερασπίστηκε και στη συνέχεια της θητείας του. «Η Μεσόγειος έχει μετατραπεί σε έναν τάφο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας», δήλωσε μετά από επίσκεψή του στη Λέσβο. Η θητεία του ουσιαστικά επιβεβαίωσε τον αναβαθμισμένο ρόλο της θρησκείας ως σταθεροποιητικού παράγοντα και τμήματος του ευρύτερου συστήματος καταπίεσης, ιδιαίτερα σε εποχές κρίσης της οικονομίας και της ίδιας της δημοκρατίας.
Η κριτική του στον «αχαλίνωτο καπιταλισμό» τον οποίο χαρακτήριζε ως «νέα μορφή τυραννίας» βασίζεται στην ανάγκη και φιλοδοξία η Εκκλησία να έχει ρόλο και να αποτελεί ένα είδος αντίβαρου-αμορτισέρ κοινωνικών κραδασμών απέναντι στην παντοδυναμία της ελεύθερης αγοράς.
Η θρησκεία ως «στεναγμός των καταπιεσμένων» και κοινωνικό αμορτισέρ
Ο Φραγκίσκος υπήρξε προϊόν της εποχής που τον ανέδειξε, πριν τους μεγάλους πολέμους σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, πριν τη Μελόνι, τον Τραμπ, τον Μιλέι και την εκτίναξη της ακροδεξιάς. Οι όποιες θετικές διαφοροποιήσεις σε ορισμένα ζητήματα δεν μπορούν να αποτελέσουν «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» για τα εγκλήματα και τον συνολικό αντιδραστικό ρόλο του ινστιτούτου του οποίου ηγήθηκε!
Το mea culpa ήταν ψωμοτύρι για τον Φραγκίσκο που ένιωθε συνεχώς την ανάγκη να «ανανεώσει την αίτηση συγνώμης από τον Θεό και από τους αδελφούς για τα σφάλματα που διέπραξαν τόσοι καθολικοί». Σε αυτή τη γραμμή βέβαια ο Φραγκίσκος απλά πάτησε και εμβάθυνε στην ανάλογη γραμμή που είχαν και προγενέστεροι ποντίφικες όπως ο Ιωάννης Παύλος ο οποίος μεταξύ άλλων είχε ζητήσει συγνώμη για τις Σταυροφορίες, την Ιερά Εξέταση, τη στάση απέναντι στους Εβραίους, τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών κ.λπ.
Στην πράξη ωστόσο ο ίδιος που εμφανιζόταν ως «απλός και ταπεινός» υπήρξε γεμάτος αντιφάσεις και «σκοτεινές πτυχές». Οι περισσότερες από τις «μεταρρυθμίσεις» έμειναν στα λόγια και σε επίπεδο προθέσεων όπως η ανάδειξη γυναικών στην εκκλησιαστική ιεραρχία. Τα κυκλώματα που συγκάλυπταν για δεκαετίες τη μεθοδική σεξουαλική κακοποίηση παιδιών παρέμειναν στο σκοτάδι.
Ενδεικτικός είναι ο αμφιλεγόμενος ρόλος του κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής χούντας στην Αργεντινή (1976-1983), ενώ κατείχε ήδη υψηλό αξίωμα. Πολλοί είναι αυτοί που τον κατηγορούν για ανοχή στη χούντα και τα εγκλήματά της μέχρι και για ανοιχτή συνεργασία.
Επιπλέον παρά τη γενική πιο «συμπεριληπτική και συμπονετική» στάση απέναντι στα ΛΟΑΤΚΙ άτομα, δεν αναθεώρησε την αντιδραστική διδασκαλία της Καθολικής Εκκλησίας. Το 2024 μάλιστα ο Φραγκίσκος χρησιμοποίησε τον υποτιμητικό όρο «frociaggine» σε συζήτηση για την είσοδο ομοφυλόφιλων σε ιερατικές σχολές, προκαλώντας αντιδράσεις και οδηγώντας σε επίσημη συγγνώμη από το Βατικανό.