Αιμιλία Τσαγκαράτου
Τραμπισμός
Στις 28 Ιανουαρίου, 2,3 εκατ. δημόσιοι υπάλληλοι των ΗΠΑ έλαβαν αιφνιδιαστικά από το κυβερνητικό Γραφείο Διαχείρισης Προσωπικού ένα μήνυμα στο ηλεκτρονικό τους ταχυδρομείο με τίτλο «The Fork of the Road» («Η διακλάδωση του δρόμου», δηλαδή το σταυροδρόμι όπου έπρεπε να διαλέξουν κατεύθυνση), με το οποίο τους προσφέρονταν μισθοί και παροχές οκτώ μηνών, εάν παραιτούνταν μέχρι τις 6 Φεβρουαρίου. Την προσφορά έκαναν δεκτή λιγότεροι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι απ’ ό,τι αναμενόταν, την ίδια στιγμή όμως δεκάδες χιλιάδες συνάδελφοί τους, κυρίως όσοι βρίσκονταν σε δοκιμαστική περίοδο, στα δύο πρώτα χρόνια εργασίας, έχουν ήδη απολυθεί – χωρίς κανείς να μπορεί να προσδιορίσει επακριβώς πόσοι έχουν χάσει τη δουλειά τους.
Η επίθεση συνεχίστηκε το Σαββατοκύριακο 22-23 Φλεβάρη, όταν ο Ίλον Μασκ, επικεφαλής του υπουργείου για την «αποδοτικότητα» του κρατικού μηχανισμού, ανακοίνωσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι «σύμφωνα με τις οδηγίες του προέδρου Τραμπ», όλοι οι ομοσπονδιακοί εργαζόμενοι θα έπρεπε να στείλουν ένα μέιλ μέχρι το βράδυ της επόμενης Δευτέρας, εξηγώντας «τι έκαναν την περασμένη εβδομάδα». «Η μη απάντηση θα θεωρηθεί ως παραίτηση», ξεκαθάριζε. Λίγο αργότερα, οι εργαζόμενοι έλαβαν νέο μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με οδηγίες: «Παρακαλούμε απαντήστε σε αυτό με πέντε σημεία για το τι καταφέρατε την περασμένη εβδομάδα και αναφέρετε στον προϊστάμενό σας». Ο Μασκ χρησιμοποίησε την ίδια μέθοδο με εκείνη κατά την αγορά του Twitter, όπου έστειλε το ίδιο μήνυμα σε κάθε εργαζόμενο πριν απολύσει το 80% εξ αυτών.
Ο Τραμπ, βεβαίως, ανακοίνωσε ότι ο Μασκ οφείλει να συμβουλεύεται τους υπουργούς πριν κάνει οποιεσδήποτε περικοπές – ωστόσο, του έδωσε απόλυτη δικαιοδοσία να τις κάνει ο ίδιος, σε περίπτωση που δεν συνεργάζονται. Είτε έτσι είτε αλλιώς, το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα τις απολύσεις; 1.300 υπαλλήλων του – και έπεται συνέχεια, παρ’ ότι υπάρχουν ήδη δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν τους απολυμένους.

Ο πόλεμος ενάντια στον δημόσιο τομέα στις ΗΠΑ δεν είναι καινούριο φαινόμενο. Κατά την πρώτη θητεία Τραμπ, το 2017, ο τότε κορυφαίος σύμβουλός του, Στιβ Μπάνον, είχε ζητήσει «την αποδόμηση του διοικητικού κράτους», κάτι που ο νυν πρόεδρος προσπαθεί να υλοποιήσει τώρα. Εδώ και δεκαετίες δε, οι κυβερνήσεις Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών λαμβάνουν μέτρα διάλυσης των δημόσιων υπηρεσιών και μείωσης των δαπανών του «σπάταλου» ομοσπονδιακού κράτους ή επιδίδονται σε κυνήγι μαγισσών λόγω πολιτικών φρονημάτων.
Ήδη από την εποχή του μακαρθισμού, μεταξύ 1947 και 1956, πάνω από 5 εκατομμύρια ομοσπονδιακοί υπάλληλοι ελέγχθηκαν, 2.700 απολύθηκαν και 12.000 παραιτήθηκαν. Το 1981, ο Ρόναλντ Ρίγκαν δήλωνε ότι «η κυβέρνηση δεν είναι η λύση στο πρόβλημά μας – η κυβέρνηση είναι το πρόβλημα», εννοώντας φυσικά τις δημόσιες δαπάνες και τα δημόσια αγαθά. Η απόλυση 11. 345 ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, μετά την ιστορική απεργία τους το 1981, άλλαξε συνολικά το εργασιακό τοπίο για τους δημόσιους υπάλληλους των ΗΠΑ.
Οι πρόεδροι και των δύο κομμάτων προσπάθησαν να επιδιώξουν την «αποτελεσματικότητα» του κράτους με τον «εξορθολογισμό» του προσωπικού μέσω αναδιοργάνωσης, κινήτρων συνταξιοδότησης, αυστηρότερων εργασιακών υποχρεώσεων και ανάθεσης εργασιών σε ιδιώτες εργολάβους. Ο Δημοκρατικός Μπιλ Κλίντον, κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του, συρρίκνωσε το ομοσπονδιακό εργατικό δυναμικό κατά περισσότερα από 270.000 άτομα, ενώ η κυβέρνησή του αύξησε τη χρηματοδότηση για συμβάσεις με ιδιωτικούς φορείς, ώστε να αναλαμβάνουν περισσότερες εργασίες που προηγουμένως διεκπεραίωνε το δημόσιο.
Η συνέπεια είναι πως σε απόλυτους αριθμούς, το ομοσπονδιακό εργατικό δυναμικό είναι αυτή την περίοδο ελαφρώς μικρότερο από ότι ήταν πριν από 50 χρόνια, παρ’ όλο που ο πληθυσμός των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά τα δύο τρίτα κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου. Ο «τεράστιος, αναποτελεσματικός και σπάταλος» δημόσιος τομέας είναι μάλλον ένας μύθος, ειδικά όσον αφορά το προσωπικό του, το οποίο είναι σχετικά ανεπαρκές για τις τεράστιες ανάγκες της χώρας. Ανάγκες οι οποίες καλύπτονται κυρίως μέσω συμπράξεων με τον ιδιωτικό τομέα και με εργολαβίες.
Ακόμη κι έτσι, η τωρινή επίθεση δεν έχει προηγούμενο. Με βάση τα στοιχεία, 220.000 υπάλληλοι έχουν λιγότερα από δύο χρόνια υπηρεσίας, άρα υπάρχει μια πολύ μεγάλη δεξαμενή για απολύσεις, ενώ τις τελευταίες μέρες αυτές επεκτείνονται και σε εκείνους με περισσότερα χρόνια. Τραμπ και Μασκ με παραληρηματικό σχεδόν τρόπο, έχουν βάλει στόχο σχεδόν όλους όσους εργάζονται σε ομοσπονδιακές υπηρεσίες: νοσηλευτές, επιστήμονες, εκπαιδευτικούς, παρόχους παιδικών σταθμών, δικαστές, βετεράνους, ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, ελεγκτές τροφίμων, φύλακες εθνικών πάρκων, μέχρι και επιθεωρητές πυρηνικής ασφάλειας. Ακόμα και το ίδιο το υπουργείο Παιδείας κινδυνεύει, καθώς ο Τραμπ από την πρώτη του θητεία επιζητεί την κατάργησή του, κάτι που ωστόσο χρειάζεται την έγκριση του Κογκρέσου. Κανείς δεν είναι ασφαλής, εκτός από τα προγράμματα του Πενταγώνου. Το πρόγραμμα κουπονιών τροφίμων, η κοινωνική ασφάλιση, το Medicare και το Medicaid (ομοσπονδιακά ασφαλιστικά προγράμματα) είναι τα επόμενα.
Φυσικά, δεν πρόκειται περί «εξορθολογισμού» και «νοικοκυρέματος», όπως έλεγε ο Τραμπ στην προεκλογική του εκστρατεία. Εξάλλου, σύμφωνα με πολλά δημοσιεύματα αμερικάνικων ΜΜΕ, τα άμεσα οικονομικά οφέλη θα είναι μικρά. Το υπουργείο Κυβερνητικής Αποδοτικότητας δημοσίευσε έναν κατάλογο με σχεδόν 2.300 συμβάσεις που οι υπηρεσίες κατήγγειλαν τις τελευταίες εβδομάδες σε ολόκληρη την ομοσπονδιακή διακυβέρνηση. Σύμφωνα με αυτό τον κατάλογο, περισσότερο από το ένα τρίτο των συμβάσεων που ακυρώθηκαν, 794 συνολικά, δεν αναμένεται να αποφέρουν καμία εξοικονόμηση πόρων. Αυτό συμβαίνει συνήθως επειδή η συνολική αξία τους έχει ήδη δεσμευτεί πλήρως, πράγμα που σημαίνει ότι η κυβέρνηση έχει νομική υποχρέωση να δαπανήσει τα κεφάλαια για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που αγόρασε και σε πολλές περιπτώσεις το έχει ήδη πράξει.
Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί έχουν μακρά παράδοση στις επιθέσεις κατά των δημοσίων υπαλλήλων
Το κύριο ζήτημα λοιπόν είναι το ξεθεμελίωμα βασικών υπηρεσιών που αφορούν το σύνολο των εργαζόμενων των ΗΠΑ, από τις υπηρεσίες κοινωνικής ασφάλισης μέχρι αυτές που φροντίζουν τα πάρκα, στη λογική ενός συστήματος που θεωρεί τα δημόσια και κοινωνικά αγαθά βάρος. Χρήσιμα είναι μόνο όταν αποφέρουν κέρδος. Ο Μασκ παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή τη λογική. Τα ιδιωτικά του συμφέροντα με την πολιτική του ατζέντα είναι τόσο αλληλένδετα, που θεωρεί τους δημόσιους και κυβερνητικούς φορείς ίδιους με τους ιδιωτικούς, άρα πρέπει να «παίζουν» με τους δικούς του κανόνες.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά που δίνει μια επιπλέον σοβαρή διάσταση στο θέμα. Κι αυτό φαίνεται από το ενδιαφέρον του Μασκ για το Γραφείο Δημοσιονομικών Πολιτικών, υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο στελεχώνεται από δημοσίους υπαλλήλους που λειτουργούν το σύστημα που διοχετεύει περίπου το 90% των πληρωμών για την κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία δαπάνησε περίπου 6,75 τρισ. δολάρια το περασμένο οικονομικό έτος (εκ των οποίων μόλις τα 330 δισ. αφορούν στη μισθοδοσία ομοσπονδιακών δημοσίων υπαλλήλων). Ο Μασκ και η ομάδα του απέκτησαν την περασμένη εβδομάδα πρόσβαση στο σύστημα πληρωμών, με αποτέλεσμα να γνωρίζουν από πρώτο χέρι κάθε πληρωμή που πραγματοποιεί η κυβέρνηση. Αυτό περιλαμβάνει προσωπικά δεδομένα, όπως αριθμούς κοινωνικής ασφάλισης για όσους λαμβάνουν ομοσπονδιακά επιδόματα και πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών.
Σημειώνεται ότι δεδομένης της ευαισθησίας των πληροφοριών στο σύστημα, η πρόσβαση σε αυτό περιοριζόταν ιστορικά σε μια μικρή ομάδα μελών του προσωπικού που τις χρειαζόταν. Η πρόσβαση του Μασκ στο σύστημα μπορεί να του προσφέρει τη δυνατότητα να εμποδίσει να γίνονται συγκεκριμένες πληρωμές, δίνοντας στην κυβέρνηση Τραμπ μεγαλύτερη δυνατότητα να «λιμοκτονεί» τα προγράμματα που δεν της αρέσουν και συγκρούονται με την πολιτική και οικονομική ατζέντα του προέδρου. Ταυτόχρονα, έχοντας βαθιές οικονομικές σχέσεις με την κυβέρνηση και έχοντας λάβει δισεκατομμύρια σε ομοσπονδιακά συμβόλαια και επιδοτήσεις, ο Μασκ είναι σε θέση να αποδυναμώσει τους κανονισμούς που επηρεάζουν τις επιχειρήσεις του, να βλάψει τους ανταγωνιστές του και να διοχετεύσει ακόμη περισσότερα χρήματα στις δικές του τσέπες – και όλα αυτά, χωρίς εποπτεία ή λογοδοσία.
«Κύμα» αντίστασης και τάσεις αυτοοργάνωσης
«Αφήστε με να δουλέψω. Υπηρετώ τον αμερικάνικο λαό, όχι τον πιο πλούσιο άνθρωπο στον κόσμο, τον οποίο κανένας μας δεν εξέλεξε για αφεντικό μου». Μετά την απόλυσή τους, πολλοί μίλησαν για υπερβολικό άγχος, ταχεία απώλεια βάρους, παρατεταμένη έλλειψη ύπνου, κρίσεις πανικού και επισκέψεις στα επείγοντα μετά από ψυχική κατάρρευση. Γίνονται αποδέκτες προσβλητικών μηνυμάτων μέσα από την πλατφόρμα Χ του Μασκ – για παράδειγμα ότι είναι τεμπέληδες, ότι οι ίδιοι αποτελούν πηγή σπατάλης και απάτης και ότι δεν μπαίνουν καν στον κόπο να έρθουν στο γραφείο.
Ταυτόχρονα, όμως, χιλιάδες υπάλληλοι σε όλες τις ΗΠΑ οργάνωσαν συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις. Επίκεντρό τους η πρωτεύουσα της χώρας, η πόλη της Ουάσιγκτον, στην οποία εργάζεται το 20% του συνόλου των ομοσπονδιακών υπαλλήλων. Οι διαδηλώσεις αυτές οργανώθηκαν είτε από τα ήδη υπάρχοντα συνδικάτα τους, όπως η Αμερικάνικη Ομοσπονδία Κυβερνητικών Υπαλλήλων είτε από ένα δίκτυο σωματείων βάσης και επιτροπών αγώνα που οργανώνονται αυτή την περίοδο και εκφράζονται από το Δίκτυο Ομοσπονδιακών Συνδικαλιστών. Είναι χαρακτηριστικό ότι κι εδώ η συνδικαλιστική γραφειοκρατία ασχολείται κυρίως με τη νομική και γραφειοκρατική πλευρά, ενώ χιλιάδες υπάλληλοι πολλές φορές συγκεντρώνονται αυθόρμητα, εκφράζοντας την οργή τους για τις μαζικές απολύσεις. Εντυπωσιακή ήταν η κινητοποίηση που έγινε σε 145 εθνικά πάρκα σε όλη τη χώρα, από τα οποία απολύθηκαν πάνω από 1.000 εργαζόμενοι.
Ο Κόλιν Σμόλι, από το Ομοσπονδιακό Δίκτυο Συνδικαλιστών, τονίζει: «Εμείς, ως ομοσπονδιακοί υπάλληλοι, διασφαλίζουμε ότι οι πόλεις μας δεν θα πλημμυρίσουν. Βεβαιωνόμαστε ότι τα πλοία μπορούν να μπαίνουν στα λιμάνια. Ότι οι γέφυρες μπορούν να σηκωθούν. Φροντίζουμε ώστε ένα άτομο που έχει προσφέρει στην κοινότητά του όλη του τη ζωή να μην καταλήξει στο δρόμο στα γεράματά του. Εξασφαλίζουμε ότι τα παιδιά που χρειάζονται ιατρική περίθαλψη μπορούν να την έχουν. Ότι τα πάρκα μας έχουν γρασίδι και αέρα που μπορούμε να αναπνεύσουμε. Φροντίζουμε να υπάρχουν ψάρια στο ποτάμι αντί για χημικά που παίρνουν φωτιά».
Και συνεχίζει: «Οι άνθρωποι που καταλαμβάνουν την κυβέρνησή μας με τη βία αυτή τη στιγμή είναι οι ίδιοι άνθρωποι που θα ήθελαν να μας βάλουν να πηγαίνουμε στην τουαλέτα σε μπουκάλια στο πίσω μέρος ενός φορτηγού της Amazon ή να δουλεύουμε ογδόντα ώρες την εβδομάδα ή να πεθαίνουμε σε μια αποθήκη κατά τη διάρκεια ενός ανεμοστρόβιλου ή ενός τυφώνα. Αυτοί είναι κυριολεκτικά οι ίδιοι άνθρωποι και αυτό που θα ήθελαν να μας κάνουν να πιστέψουμε είναι ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 15-16 Μαρτίου