Γιώργος Μουρμούρης
O «σκληρός πυρήνας» του εγκλήματος είναι η ιδιωτικοποίηση και πολυδιάσπαση, το επιχειρηματικό πάρτι, η δραματική υποστελέχωση
Ολοένα και πιο σκοτεινή γίνεται από βδομάδα σε βδομάδα η υπόθεση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Λίγες ημέρες πριν τη συμπλήρωση δύο ετών από τη μετωπική σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών, το ενδεχόμενο να δοθούν επίσημες, πειστικές απαντήσεις όσον αφορά τα αίτια που προκάλεσαν τη μεγάλη έκρηξη και την πυρκαγιά, μοιάζει να απομακρύνεται όλο και περισσότερο.
Την τελευταία εβδομάδα την ούτως ή άλλως σκοτεινή υπόθεση της συγκάλυψης περιέπλεξαν έτι περαιτέρω τα τρία βίντεο που εμφανίστηκαν «ξαφνικά» και τα οποία φέρονται να καταγράφουν την εμπορική αμαξοστοιχία λίγα λεπτά πριν συγκρουστεί με το επιβατικό τρένο που ανερχόταν από την Αθήνα προς Θεσσαλονίκη. Τα βίντεο εμφανίστηκαν μετά από σχεδόν δύο χρόνια κατά τα οποία ολόκληρη η Ελλάδα «βοούσε» για την έλλειψη οπτικού υλικού που να αποτυπώνει τη σύνθεση και το φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας.
Το βιντεοληπτικό υλικό, το οποίο ανήρτησε στον προσωπικό του λογαριασμό στο Χ (πρώην Twitter) ο δημοσιογράφος του ΣΚΑΪ Άρης Πορτοσάλτε, φέρεται να αποθηκεύτηκε… κατά λάθος από έναν υπάλληλο της εταιρείας σεκιούριτι (Interstar) που είχε προσλάβει ο ΟΣΕ για να εποπτεύει το σιδηροδρομικό δίκτυο. Το υλικό αυτό παρέμεινε στην αφάνεια για σχεδόν δύο ολόκληρα χρόνια, μέχρι να εντοπιστεί τυχαία κατά τη διάρκεια διεξοδικού ελέγχου στους server της εταιρείας.
Με fast track διαδικασίες τα βίντεο δόθηκαν για έλεγχο στους ίδιους διορισμένους δικαστικούς πραγματογνώμονες που λίγο μετά το δυστύχημα είχαν γνωμοδοτήσει ότι η έκρηξη και η φωτιά οφείλονται στην ανάφλεξη των ελαίων σιλικόνης, κάτι που πλέον ξέρουμε με βεβαιότητα ότι δεν ευσταθεί. Οι οποίοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το βιντεοληπτικό υλικό αποτυπώνει πράγματι την μοιραία εμπορική αμαξοστοιχία (63503), στην οποίαν δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο ύποπτο φορτίο. «Στα ψιλά» ωστόσο πέρασε η διευκρίνηση των δύο πραγματογνωμόνων, ότι η έκθεσή τους «αφορά την ταυτοποίηση του εικονιζόμενου συρμού με την εμπορική αμαξοστοιχία 63503, χωρίς να πιστοποιεί τη γνησιότητα του βιντεοληπτικού υλικού».
Τα ερωτήματα γύρω από τη γνησιότητα του υλικού, άλλωστε, είναι πολλά: Από τον χρόνο και τον τρόπο της αποκάλυψης των τριών βίντεο, μέχρι τις μαρτυρίες που αναφέρουν ότι το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης στις σήραγγες των Τεμπών δεν λειτουργούσαν κατά τον χρόνο του δυστυχήματος, και έγγραφα που αποκαλύπτουν ότι σύστημα βιντεοεπιτήρησης υψηλής ευκρίνειας τοποθετήθηκε μερικούς μήνες μετά το δυστύχημα.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και εάν υποτεθεί ότι το υλικό είναι αυθεντικό, τα ερωτήματα για το τι προκάλεσε την έκρηξη και την πυρκαγιά, παραμένουν, καθώς εξακολουθεί να μην έχει δοθεί καμία πειστική απάντηση…
Αν πάντως κάτι επιβεβαιώνουν οι εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας, είναι ότι η απομάκρυνση του πολλών μορφών και ταχυτήτων κινήματος για τα Τέμπη από τον «σκληρό πυρήνα» του εγκλήματος, δηλαδή την ιδιωτικοποίηση, πολυδιάσπαση και απαξίωση του σιδηροδρόμου, το επιχειρηματικό πάρτι με τις συμβάσεις για τα τεχνικά έργα, τη δραματική υποστελέχωση και την ισοπέδωση της κουλτούρας ασφάλειας, οδηγεί σε ατραπούς δύσκολα διαχειρίσιμες από τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που απαιτούν την απόδοση δικαιοσύνης για τους ανθρώπους που τόσο άδικα έχασαν τη ζωή τους.
Όπως σημειώναμε και στο προηγούμενο φύλλο του Πριν, ο θάνατος των 57 ανθρώπων προκλήθηκε πρωτίστως από την σύγκρουση καθ’ αυτήν, η οποία αποτελεί ένα κρατικό – καπιταλιστικό έγκλημα για το οποίο είναι υπεύθυνοι όλοι: Οι ιδιώτες της Hellenic Train, ο κρατικός ΟΣΕ, οι εργολάβοι που ουδέποτε ολοκλήρωσαν τα έργα που θα οδηγούσαν σε έναν ασφαλή σιδηρόδρομο, οι κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας (τουλάχιστον) που αποψίλωσαν, κατακερμάτισαν και ξεπούλησαν τον σιδηρόδρομο και η Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό την υψηλή εποπτεία της οποίας συνέβησαν όλα.
Η συγκάλυψη άλλωστε, από την πλευρά της κυβέρνησης, αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός: Ξεκινάει από την «κοπτοραπτική» στα ηχητικά που δόθηκαν στη δημοσιότητα μετά το δυστύχημα για να τονιστεί η θεωρία του (μόνο) «ανθρώπινου λάθους», συνεχίζεται με το «μπάζωμα» της περιοχής και την καταστροφή πολύτιμων στοιχείων, και φτάνει μετά βεβαιότητας ως την πλήρη πολιτική κάλυψη όλων των εμπλεκομένων στελεχών της κυβέρνησης και των εποπτευόμενων από την ίδια οργανισμών.
Το αν η συγκάλυψη αυτή έφτασε μέχρι ακραίες μορφές «μονταζιέρας», με σκηνοθεσία και κατασκευή «αποκαλυπτικών» πλάνων, είναι κάτι που ίσως δεν μάθουμε ποτέ. Αλλά τα χειροπιαστά στοιχεία είναι ήδη αρκετά για να καταδικαστούν, πολιτικά και ποινικά, οι ένοχοι – πολιτικοί, επιχειρηματίες και γραφειοκράτες – για το έγκλημα των Τεμπών.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 15-16 Φεβρουαρίου