Γιώργος Παυλόπουλος
H επικεφαλής των μεγάλων νικητών των χθεσινών εκλογών στη μεγαλύτερη χώρα της ΕΕ, της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) που διπλασίασε το ποσοστό της σε σύγκριση με το 2021 και έφτασε στο 20,8%, διαμαρτυρήθηκε έντονα για δύο λόγους προς τον επόμενο καγκελάριο και ηγέτη της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU-CSU), που ήρθε πρώτη με 28,5%. Όπως χαρακτηριστικά είπε η Άλις Βάιντελ λίγα λεπτά αφότου έκλεισαν οι κάλπες, ο Φρίντριχ Μερτς αφενός «έκλεψε» το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος της AfD και, αφετέρου, αρνείται να συνομιλήσει μαζί της για τον σχηματισμό του επόμενου κυβερνητικού συνασπισμού, παρ’ ότι η ίδια και το κόμμα της δηλώνουν έτοιμοι να το κάνουν.
Πρακτικά, λοιπόν, η Βάιντελ θα υποχρεωθεί να παραμείνει στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα επόμενα τέσσερα χρόνια ή λιγότερα εάν η χώρα οδηγηθεί εκ νέου σε πρόωρες εκλογές, όπως η ίδια πρόβλεψε. Από εκεί, θα έχει απεριόριστες δυνατότητες να πυροβολεί κατά ριπάς τον νέο «μεγάλο συνασπισμό» που θα δημιουργηθεί, με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) εκ νέου σε ρόλο φτωχού συγγενή, μετά το 16,4% που έλαβαν, το οποίο είναι και το χειρότερο ποσοστό τους μεταπολεμικά.
Οι δυνατότητές της αυξάνονται από δύο παραμέτρους (πέραν του διεθνούς πολιτικού κλίματος που δημιουργεί η παρουσία Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ): Η μία είναι πως η πλειοψηφία του νέου συνασπισμού θα είναι ισχνή, της τάξης των 12 εδρών (σε σύνολο 630). Η δεύτερη είναι πως τα δύο άλλα κόμματα της απερχόμενης κυβέρνησης δέχθηκαν καίριο πλήγμα και θα αναγκαστούν να «γλύψουν τις πληγές» τους το επόμενο διάστημα. Οι μεν Πράσινοι κατέγραψαν απώλειες κοντά στο 3%, ενώ οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) κυριολεκτικά συνετρίβησαν και έμειναν εκτός βουλής, χάνοντας τα δύο τρίτα των ψήφων που είχαν λάβει το 2021.
Ουσιαστικά, η Βάιντελ θα αναμένει να έρθει η ώρα της για να χτυπήσει την πόρτα της κυβερνητικής εξουσίας, σενάριο που πλέον δεν πρέπει να θεωρείται απίθανο. Εξάλλου, το αποκαλούμενο «δημοκρατικό τείχος» έχει ήδη καταρρεύσει σε Ιταλία, Ολλανδία και Αυστρία, έχει αρχίσει να πέφτει στη γειτονική Γαλλία, όπου η κυβέρνηση του «φιλελεύθερου» Μακρόν παραμένει στη θέση της μόνο με τη βοήθεια του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού της Λεπέν (σε ψήφους και πολιτικές θέσεις), ενώ έχει αρχίσει να ραγίζει και στη Γερμανία, όπως δείχνουν τα εκλογικά αποτελέσματα.
Σε αυτό το φόντο, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα αποτελέσματα για τα δύο βασικά κόμματα της γερμανικής Αριστεράς. Η Die Linke, συγκεκριμένα, κατάφερε να διπλασιάσει σχεδόν τη δύναμή της και να εκτιναχθεί στο 8,8% από 4,9%, κάνοντας ένα εντυπωσιακό ντεμαράζ τους τελευταίους δύο μήνες. Όσο για το Κίνημα Σάρα Βάγκενκνεχτ, αν και έχασε τη δυναμική που είχε αρχικά και έμεινε οριακά εκτός βουλής (πήρε 4,97% με το όριο για είσοδο να είναι 5%), ασφαλώς σημείωσε μια επίδοση διόλου ευκαταφρόνητη.
Αξιοσημείωτο είναι, μάλιστα, το γεγονός ότι η Die Linke αναδείχθηκε πρώτη στις ηλικίες 18 ως 24 ετών, συγκεντρώνοντας 27% έναντι 21% της AfD. Είναι κάτι που μαρτυρά, μαζί με τη συμμετοχή-ρεκόρ που έφτασε στο 83,5%, ένα νέο ρεύμα πολιτικοποίησης και στη Γερμανία, που δεν είναι ακόμη δεδομένο προς τα πού θα κατευθυνθεί.