Παναγιώτης Ξοπλίδης
Φάκελος / Ουκρανία: νέα φάση
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επιτάχυνε αντιδραστικές μεταλλάξεις που είχαν ήδη δρομολογηθεί
Η στάση της Αριστεράς ως προς τον πόλεμο στην Ουκρανία αποτύπωσε το συνολικό αδιέξοδο μεγάλου μέρους της. Επιτάχυνε ένα κρισιακό κύκλο, ο οποίος είχε ως αφετηρία την απεμπόληση της επαναστατικής στρατηγικής και κομμουνιστικής προοπτικής. Τρία χρόνια μετά, η επίδραση είναι ολέθρια και αφορά κάθε πτυχή της παρέμβασης της.
Στην αρχή του πολέμου, η Ενιαία Γραμματεία της 4ης Διεθνούς εξέδωσε μια ανακοίνωση που δήλωνε την πάλη της «για να ηττηθεί το σχέδιο του Πούτιν». Παράλληλα, ξεκινούσε παγκόσμιες καμπάνιες ενίσχυσης της «ουκρανικής αντίστασης» και των «από τα κάτω αριστερών, φεμινιστικών, ΛΟΑΤΚΙ+, κοινωνικών και περιβαλλοντικών ρευμάτων, στο εσωτερικό της λαϊκής αντίστασης, για την οικοδόμηση μιας ελεύθερης, δημοκρατικής, πλουραλιστικής και ανεξάρτητης χώρας». Η χρήση των πόρων θα έπρεπε να γίνει με τρόπο «που να συγκλίνει σε ένα δημοκρατικό και κοινωνικό ευρωπαϊκό σχέδιο».
Υιοθετώντας αυτές τις τακτικές και το περιεχόμενο, το γαλλικό ΝΡΑ, η ηγεμονική δύναμη εντός της Διεθνούς, διασπάστηκε τελικά έχοντας επίδικο τη συμμετοχή στο Λαϊκό Μέτωπο. Μεγάλο μέρος δε της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, έχοντας για πολλά χρόνια μετατραπεί σε κατοικίδιο διαχειριστικών και ρεφορμιστικών μετώπων, κατέληξε να γίνει ουρά ευροκομμουνιστικών και πράσινων κομμάτων που θεωρούν ότι είναι λάθος η πάλη ενάντια στην ΕΕ, την ώρα που αυτή παίρνει το όπλο της. Αναπαράγει ακόμα και την κυρίαρχη «φιλελεύθερη» προπαγάνδα περί μάχης ενάντια στον «ολοκληρωτισμό» και υπεράσπισης των «δυτικών αξιών».
Υπάρχουν προφανώς πολλές αποχρώσεις, αλλά κοινό στοιχείο της θέσης αρκετών αριστερών κομμάτων είναι η α-ταξική ανάλυση. Εμβληματική και επώδυνη είναι η περίπτωση της Γερμανίας, όπου η Αριστερά σήμερα έφτασε στο σημείο να ορίζεται από τους φιλοπόλεμους Πράσινους, το Die Linke που στηρίζει τον ευρωστρατό και το κόμμα της Σάρας Βάγκενχνετ το οποίο θεωρεί ότι η αναγέννηση της Γερμανίας θα γίνει με «εθνικές» επιλογές που συμπλέουν με το ρεύμα του «πατριωτισμού».
Από άλλο δρόμο, την ίδια κατάληξη ενσωμάτωσης είχε στη Ρωσία και το ΚΚΡΟ, σε πλήρη συμπόρευση με το κυβερνητικό κόμμα της Ενιαίας Ρωσίας του Πούτιν. Αναμασώντας όλα τα επίσημα κυβερνητικά επιχειρήματα περί «μάχης ενάντια στο φασισμό» κατέληξε να ζητιανεύει για συμμετοχή στην κυβέρνηση. Παρόμοια ανάλυση έχει ένα μεγάλο τμήμα της κομμουνιστικής Αριστεράς σήμερα, που αρνείται να δει τάξεις και αστικούς ανταγωνισμούς. Αυτό που ξεκίνησε ως «πατριωτική» στάση, έφτασε γρήγορα να φλερτάρει με εθνικιστικές προσεγγίσεις και δυνάμεις, με υιοθέτηση ουσιαστικά της αντιδραστικής ανάλυσης περί «σύγκρουσης πολιτισμών».
Ο σχηματισμός της λεγόμενης Παγκόσμιας Αντιιμπεριαλιστικής Πλατφόρμας (WAP), όπου συμμετέχουν κόμματα με αυτή την γραμμή, διαθέτει πόρους ώστε να οργανώσει πέντε διεθνείς συναντήσεις σε διάστημα ενός έτους με όλα τα έξοδα πληρωμένα. Στην Πλατφόρμα, που διακηρύσσει ότι οι αντιιμπεριαλιστές πρέπει να υποστηρίζουν τη νίκη της Ρωσίας και της Κίνας, συμμετέχουν εκτός από κόμματα που προέρχονται από ιστορικά αριστερά ρεύματα και κάποιες ανοιχτά εθνικιστικές οργανώσεις όπως η Vanguardia Espanola, ενώ το νέο «Κομμουνιστικό» Κόμμα Ιταλίας του Μάρκο Ρίτσο είχε εκλογική συμμαχία με άτομα που είχαν συνδεθεί με τη φασιστική Forza Nuova.
Στον σύγχρονο καπιταλισμό, ακόμα και μικρότερης ισχύος «πόλοι» είναι καπιταλιστικοί, προβάλλοντας και προωθώντας τις δικές τους φιλοδοξίες και επιδιώξεις
Από διαφορετικά ιστορικά ρεύματα της Αριστεράς, οργανώσεις και διανοητές προβάλλεται η εκτίμηση ότι η μετάβαση προς τον «πολυπολισμό» έχει αντικειμενικά προοδευτικό χαρακτήρα, ακόμα και ότι διαμορφώνει ένα περιβάλλον πιο ευνοϊκό για την ανάπτυξη των εργατικών και λαϊκών αγώνων. Αδυνατούν να δουν αυτό που πλέον είναι ολοφάνερο και η ρητορική Τραμπ και Πούτιν δηλώνει απερίφραστα: ο πλανήτης είναι οικόπεδα, ανοιχτά για στρατιωτικές επεμβάσεις, κατοχές, εθνοκαθάρσεις για να μοιραστούν ορυκτά, αγωγοί, αγορές. Στον σύγχρονο καπιταλισμό, ακόμα και μικρότερης ισχύος «πόλοι» είναι καπιταλιστικοί με δικές τους επιδιώξεις. Χώρες που σε προηγούμενη ιστορική περίοδο ήταν αδέσμευτες ή στήριζαν αντι-ιμπεριαλιστικά κινήματα, πλέον παλεύουν για να αξιοποιήσουν τις ανταγωνιστικές συμμαχίες τους με τις μεγαλύτερες δυνάμεις, προκειμένου να προωθήσουν και δικά τους σχέδια οικονομικής εξάπλωσης.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιτάχυνε αντιδραστικές μεταλλάξεις στη σύγχρονη Αριστερά. Ακόμα και δυνάμεις που πήραν μια σωστή θέση, τουλάχιστον στα βασικά σημεία της, αδυνατούν να την ολοκληρώσουν όταν αυτή πρέπει να δεθεί με μια ανάλογη στάση στο εσωτερικό της χώρας τους. Το ισπανικό ΡCB εκδίδει ανακοινώσεις που εναντιώνονται στο ΝΑΤΟ και στον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ είναι μέρος μιας κυβέρνησης σταθερά προσηλωμένης στην υπεράσπιση του ισπανικού ιμπεριαλισμού εντός της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Το ΚΚ Γαλλίας και η Ανυπόταχτη Γαλλία υποστηρίζουν τη «στρατηγική ανεξαρτησία» της χώρας, της βασικής στρατηγικής δηλαδή της ντόπιας άρχουσας τάξης.
Υπάρχει πλήθος οργανώσεων, από όλα τα ιστορικά ρεύματα, που καταδικάζουν τον αμερικανικό, τον ευρωπαϊκό, τον ρωσικό ιμπεριαλισμό ξεχωριστά ή και όλους μαζί. Ωστόσο, όταν έρχεται η στιγμή της τοποθέτησης απέναντι σε κρίσιμες πλευρές της αστικής πολιτικής στο εσωτερικό της δικής τους χώρας, ενσωματώνονται. Αυτό που απουσιάζει είναι μια Αριστερά που θα εμπνέεται από τον Λένιν και τη Λούξεμπουργκ και τις επαναστάσεις που εκδηλώθηκαν σε απόλυτη ανεξαρτησία και αυτονομία του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος απέναντι σε όλους τους πόλους της αντιπαράθεσης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η φιλοδοξία «τύφλωσε» το ελληνικό κεφάλαιο
Από την πρώτη στιγμή και παρά τις όποιες (ελαφρώς) διαφορετικές αποχρώσεις, τα βασικά κόμματα του αστικού πολιτικού τόξου της Ελλάδας επέλεξαν στρατόπεδο και εκείνη την πλευρά της ιστορίας που θεώρησαν σωστή. Στρατεύτηκαν, έτσι, ενεργά στα σχέδια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, που σταδιακά υιοθετήθηκαν στο σύνολό τους από την ΕΕ, με αποτέλεσμα η χώρα να γίνει μέρος του πολέμου, με διάφορους τρόπους: με την πολιτική της στάση, με την υιοθέτηση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, με τη διαρκή μεταφορά οπλικών συστημάτων και πυρομαχικών στο Κίεβο, με την εκπαίδευση Ουκρανών στρατιωτικών κ.λπ.
Αυτό, βεβαίως, δεν οφείλεται μόνο στην πάγια αρχή της ελληνικής αστικής τάξης «ανήκομεν εις την Δύσιν». Έχει να κάνει και με την εξυπηρέτηση των σύγχρονων οικονομικών και γεωπολιτικών επιδιώξεών της, στο φόντο του ανταγωνισμού με την αντίστοιχη τουρκική. Με άλλα λόγια: Με την άνευ όρων συστράτευση στα πολεμικά σχέδια που τέθηκαν σε εφαρμογή κατά την προεδρία Μπάιντεν και τη μετατροπή της Ελλάδας σε απέραντη αμερικανονατοϊκή βάση, υπήρχε εκτίμηση πως τα ανταλλάγματα θα ήταν πολύτιμα και η χώρα θα κάλυπτε, κατά κάποιο τρόπο, το κενό που άφηνε στη δυτική συμμαχία η «άτακτη» Τουρκία.
Ήταν δε τόσο μεγάλη η δίψα για αναβάθμιση και κέρδη που τα πολιτικά επιτελεία (και κάπως λιγότερο τα οικονομικά) δεν φρόντισαν να κρατήσουν ούτε μια «πισινή», αγνοώντας τα άπειρα διδάγματα από τις μεγάλες ανατροπές της ιστορίας, τις απότομες διπλωματικές στροφές των ισχυρών και τις πικρές εμπειρίες του παρελθόντος. Σήμερα, το μόνο που θα κάνουν είναι να στείλουν και τον νέο λογαριασμό στον λαό.
Γ.Π.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 22-23 Φεβρουαρίου