Συντελεστές της Θεατρικής Παράστασης “Σπυρδιδούλες”
Συνέντευξη στη Νεφέλη Γαλεράκη-Στεργίου
«Η ιστορία της 14χρονης Σπυριδούλας Ράπτη –που έμελλε να γίνει σύμβολο κατά της ταξικής εκμετάλλευσης στη μεταπολεμική Ελλάδα- «ζωντανεύει» στο Θέατρο Τζένη Καρέζη (Ακαδημίας 3, Αθήνα). Μέσα από αυτήν, αναδεικνύονται οι εμπειρίες και τα βιώματα των γυναικών της εργατικής τάξης, τότε και σήμερα! Συντελεστές της παράστασης εξηγούν στο ΠΡΙΝ τη συμβολή που μπορεί να έχει το θέατρο στη διατήρηση της ταξικής μνήμης και τη σκιαγράφηση των σύγχρονων αγώνων…»
Η συγκλονιστική ιστορία της Σπυριδούλας πλέον δεν είναι καθολικά γνωστή. Γιατί επιλέξατε να την φέρετε στο φως;
(Ελένη Βλάχου, ηθοποιός)
Νομίζω πως η ομάδα 4frontal και η Νεφέλη Μαϊστράλη που έγραψε το κείμενο, χρησιμοποίησαν ως αφορμή αυτήν την ιστορία για να μιλήσουν ευρύτερα για όλες εκείνες τις γυναίκες- όχι μόνο του πρόσφατου παρελθόντος αλλά και του σήμερα- τα οποία έτυχε να γεννηθούν “εκεί και όχι αλλού” και να έχουν τύχες αντίστοιχες της Σπυριδούλας. Παιδική εργασία, κακοποίηση, μηδαμινά εργασιακά δικαιώματα. Πρέπει να μιλάμε για αυτά! Το φαινόμενο της “ψυχοκόρης” δεν έχει εξαλειφθεί τελείως και αν δεν μιλάμε για αυτό, τότε θα γιγαντώνεται.
Τι κρύβεται πίσω από τον θεσμό της «ψυχοκόρης» και κατά πόσο συνδέεται με τα βάρη που κλήθηκε να κουβαλήσει η εργατική τάξη μεταπολεμικά;
(Νεφέλη Μαϊστράλη, κείμενο & στίχοι))
Ο Θεσμός της «ψυχοκόρης» αποτυπώνει την ταξική διαστρωμάτωση με ευθύ και σκληρό τρόπο. Νεαρά κορίτσια που γεννήθηκαν στην ελληνική επαρχία από άπορες οικογένειες που δεν είχαν τα μέσα να τις συντηρήσουν, αναγκάστηκαν να εργαστούν από πολύ μικρή ηλικία σε σπίτια άλλων οικογενειών στην πόλη, για να επιβιώσουν. Ο Θεσμός αυτός τις δεκαετίες 50’, 60’ και 70’, έλαβε πολύ μεγάλες διαστάσεις και η πλειονότητα των «καθώς πρέπει» σπιτιών στα αστικά κέντρα, είχαν ένα κορίτσι στη δούλεψή τους. Ο ελληνικός κινηματογράφος της εποχής είναι ενδεικτικός του μεγέθους του φαινομένου, καθώς δεν υπάρχει σπίτι που να μην έχει μια υπηρέτρια, η οποία είναι εσωτερική, συνήθως αποτυπώνεται ως «αφελής», «κουτσομπόλα», «ζημιάρα» ή και «κλέφτρα», και συχνά ψάχνει να παντρευτεί, για να μπορέσει να διαφύγει. Η μαζικότητα λοιπόν, του φαινομένου συνδέεται άμεσα με την τρομακτική ανισότητα πάνω στην οποία δομήθηκε η μεταπολεμική κοινωνία και τις απάνθρωπες δυσκολίες, στις οποίες έπρεπε να ανταπεξέλθει η εργατική τάξη, προκειμένου να κερδίσει τα προς το ζην.
Η περίπτωση της Σπυριδούλας αποτυπώνει τη δραματική κατάσταση της φτωχολογιάς στην Ελλάδα του τότε. Υπάρχει, όμως, και η αυτοτελής διάσταση της γυναικείας εκμετάλλευσης, την οποία φαίνεται πως ξεχωρίζεται. Πόσο σημαντική είναι αυτή, όταν μελετάμε την ιστορία;
Ελένη Τσιμπρικίδου (βοηθός σκηνοθέτη/ηθοποιός)
Η ιστορία της Σπυριδούλας είναι σημαντική για μας, γιατί η ίδια είναι μια από τις πολλές γυναίκες οι οποίες υπήρξαν θύματα έμφυλης διάκρισης και ταξικής εκμετάλλευσης. Μελετώντας την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας μπορεί κανείς να διακρίνει το βάρος που καλούνταν να σηκώσουν γυναίκες, κυρίως λαϊκής και εργατικής καταγωγής. Εργασιακά δικαιώματα αποκτήθηκαν μετά από σκληρούς αγώνες. Οι γυναίκες έπρεπε πάντα να παλέψουν για να αποδείξουν την μη βιολογική και πνευματική κατωτερότητα τους. Είναι σημαντικό να στεκόμαστε σε ιστορίες γυναικείας εκμετάλλευσης για να κατανοήσουμε τις κοινωνικές ανισότητες και τις μάχες που εξακολουθούν να δίνουν οι γυναίκες για τα δικαιώματά τους, καθώς και τις πολιτικές πρακτικές που ενισχύουν την ανισότητα και την καταπίεσή τους.
Πλέον, βέβαια, δεν υπάρχουν ακριβώς ψυχοκόρες… Εσείς, όμως, κάνετε σαφές πως αναφέρεστε (και) στο σήμερα! Υπάρχουν σύγχρονες «Σπυριδούλες», των οποίων οι «πληγές» είναι εξίσου αόρατες;
(Κατερίνα Λάττα. ηθοποιός)
Η εργασιακή ψυχολογική καταπίεση και κακομεταχείριση είναι ένα μείζον ζήτημα και στο σήμερα. Χρησιμοποιώντας την παράβαση στην παράσταση θέλουμε να μιλήσουμε για την υποβάθμιση και την παρενόχληση του ανθρώπου σήμερα. Η ταπείνωση, η υπονόμευση, ο εκφοβισμός, η έλλειψη σωστών εργασιακών σχέσεων και απολαβών, η έλλειψη ασφάλισης είναι συχνό φαινομενο. Άνθρωποι που δεν αναλαμβάνουν ίσα δικαιώματα και δεν έχουν πρόσβαση σε ίσες ευκαιρίες περιορίζουν το βιοτικό και εκπαιδευτικό τους επίπεδο. Τα φαινόμενα της παιδικής εργασίας, της σεξουαλικής παρενόχλησης και της τοξικής εργασιακής νοοτροπίας συναντώνται μέσα στο σπίτι μας, στην δουλειά μας, στην πόρτα του γείτονα μας, στην πλατεία της περιοχής μας. Η επαγρύπνηση και η προσωπική δουλειά του καθενός με τον εαυτό του, είναι συλλογική υποχρέωση για να σταματήσουν να διαιωνίζονται τραυματικές εμπειρίες.
Κατά την παράσταση αναφέρατε πως προχωρήσατε σε συνεντεύξεις με σημερινές εργαζόμενες του μόχθου. Πόσο σας βοήθησε αυτό, στο να αποτυπώσετε στην πράξη αυτό που θέλατε; Είναι άραγε μια πρακτική που μπορεί/πρέπει να ενισχύσει το σύγχρονο θέατρο;
(Νεφέλη Μαϊστράλη)
Η συνομιλία με ανθρώπους που έχουν βιώσει ή βιώνουν στο εδώ και τώρα, τα όσα προσπαθούμε να διαπραγματευτούμε από σκηνής, πέρα από την σύνδεση και την εμπλοκή που μπορούν να προσφέρουν, μας δίνουν ένα πρωτογενές υλικό, το οποίο έχει ουσία και μπορεί να μας εμπνεύσει, για να βαθύνουμε στο θέμα μας και να φτιάξουμε μια παράσταση που αφορμάται από το ιστορικό γεγονός αλλά ακουμπά στο σήμερα. Δεδομένου ότι οι Σπυριδούλες δεν είναι μια παράσταση θεάτρου ντοκιμαντέρ αλλά το δραματουργικό υλικό είναι εμπνευσμένο από αληθινές ιστορίες, που έχουν αλλαχτεί-προσαρμοστεί-μεγεθυνθεί, ώστε να ενσωματωθούν στη δραματουργία, οι συνεντεύξεις μάς βοήθησαν να καταλάβουμε τι είδους ιστορία θέλουμε να πούμε και γιατί να την πούμε σήμερα. Η κατάθεση των εμπειριών, των σκέψεων και των αιτημάτων των εργαζομένων γυναικών στην καθαριότητα γιγάντωσε την επιθυμία μας να θέλουμε να φτιάξουμε μια παράσταση, μέσω της οποίας γίνονται ορατές και κοινωνούν την πραγματικότητά τους. Το θέατρο έχει να κάνει με τις ιστορίες κι όσο υπάρχουν άνθρωποι που οι ιστορίες του μπορούν να εμπνεύσουν αλλαγές, θα έχει ουσιαστικό λόγο να υπάρχει.
Οι ηρωίδες του έργου, στέκονται αλληλέγγυες μεταξύ τους και μαζί αντιστέκονται στη βία των «τεράτων» και αγωνίζονται για χειραφέτηση και αυτοδιάθεση! Πώς βοηθά η παράσταση και εν γένει το θέατρο που κάνετε, στο να μεταφερθεί ο αγώνας αυτός από τη σκηνή στο δρόμο;
(Αριστέα Σταφυλαράκη, ηθοποιός)
Στο θέατρο που κάνουμε ως ομάδα, ο θεατής είναι συμμέτοχος σε αυτό που παρακολουθεί, όχι με την έννοια της διάδρασης, αλλά με την έννοια ότι δεν υπάρχει ο αόρατος “τέταρτος τοίχος” που χωρίζει την σκηνή με τους θεατές. Τα όρια είναι διαπερατά. Βλέπουμε τον άλλο στα μάτια, του απευθυνόμαστε και έχει την ελευθερία να αντιδράσει εκείνη τη στιγμή όπως θέλει. Για την ακρίβεια αυτό είναι και το ζητούμενο!
Δεν ξέρω αν οι Σπυριδούλες θα μεταφέρουν τον αγώνα από τη σκηνή στο δρόμο, μακάρι. Η αλληλεγγύη είναι μια υπενθύμιση ότι τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας, μας αφορούν όλους και μόνο μαζί μπορούμε να αντισταθούμε στην κοινωνική αδικία. Υπάρχει μεγάλη απογοήτευση στις μέρες μας, αλλά όπως “επιτρέπουμε” κάποια πράγματα να συμβαίνουν, κάνοντας ότι δεν τα βλέπουμε, άλλο τόσο μπορούμε να “ταράξουμε τα νερά” αν πάρουμε απόφαση ότι μπορούμε να τα αλλάξουμε.
Η πορεία σας ως ομάδα δείχνει πως κάνετε θέατρο με κοινωνικό/πολιτικό πρόσημο. Σύμπτωση ή επιλογή;
(Θανάσης Ζερίτης, σκηνοθεσία)
Το θέατρο είναι μια κατ ‘εξοχήν πολιτική τέχνη! Δεν τίθεται ακριβώς θέμα επιλογής. Είναι ο τρόπος να υπηρετήσουμε αυτό που επιλέξαμε να κάνουμε, όπως το καταλαβαίνουμε εμείς. Καταπιανόμαστε με θεματικές που μας αφορούν, προσπαθούμε να μιλήσουμε μέσω του θέατρου για όσα μας θυμώνουν και μας πληγώνουν και να προσθέσουμε με τη σειρά μας ένα λιθαράκι στη συζήτηση.
Παίρνετε θέσεις, χωρίς περιστροφές, πάνω σε κοινωνικά ζητήματα. Λείπει αυτό από το σημερινό καλλιτεχνικό στερέωμα; Κι αν ναι, τι πιστεύετε πως-πιθανότατα- σας διαφοροποιεί από μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα που ενδεχομένως πιάνουν τα ίδια θέματα με σας;
(Χάρης Κρεμμύδας, σκηνοθέτης)
Σαφώς και παίρνουμε θέση σε ορισμένα κοινωνικά ζητήματα που μας αφορούν, χωρίς όμως να επιδιώκουμε να «κουνάμε το δάχτυλο» στους θεατές. Για εμάς, το ζητούμενο είναι να πυροδοτούνται συζητήσεις μετά την παράσταση, συζητήσεις που να αγγίζουν το θέμα αλλά και την κοινωνία στο σύνολό της. Θέματα όπως η κοινωνική, έμφυλη και ταξική καταπίεση συχνά απαιτούν ξεκάθαρη τοποθέτηση, καθώς αυτό όχι μόνο ενισχύει την αφηγηματική δύναμη του έργου, αλλά και εμπλουτίζει τη δημιουργική διαδικασία, ανοίγοντας ουσιαστικούς διαλόγους τόσο με το κοινό όσο και μεταξύ μας. Δεν γνωρίζουμε αν μας διαφοροποιεί από άλλα καλλιτεχνικά κέντρα, αλλά μας ενδιαφέρει η διερεύνηση αυτών των ζητημάτων μέσω της τέχνης, περισσότερο από την επιδίωξη της υφολογικής τελειότητας και καλλιέπειας. Για εμάς, η τέχνη είναι ένας διάλογος με την πραγματικότητα, και η συζήτηση πάνω σε καίρια κοινωνικά θέματα αποτελεί προτεραιότητα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (30.11.24)