Καλομοίρα Σωτηρίου
Ο γνωστός ιστορικός Έντσο Τραβέρσο στο τελευταίο του βιβλίο Η Γάζα μπροστά στην Ιστορία από τις Εκδόσεις του εικοστού πρώτου, γραμμένο εν θερμώ τον Μάη του 2024, ανατρέπει τα ιδεολογήματα της ισραηλινής και γενικότερα της δυτικής προπαγάνδας εξετάζοντας τους όρους μιας μόνιμης δίκαιης λύσης με τη βούληση των λαών της περιοχής για την ειρηνική συμβίωση μεταξύ τους.
Ο Έντσο Τραβέρσο είναι ιστορικός με ερευνητικά ενδιαφέροντα μεταξύ άλλων σχετικά με την εβραϊκή ιστορία, τον μαρξισμό και την κριτική θεωρία. Το δοκίμιό του Η Γάζα μπροστά στην Ιστορία γράφτηκε τον Μάιο του 2024, σε κατάσταση οργής, όπως ομολογεί, για να τοποθετηθεί πάνω σε ένα σοβαρό πολιτικό θέμα αρνούμενος το ράσο του εκπροσώπου μιας δήθεν «αξιολογικά ουδέτερης επιστήμης».
Ο Τραβέρσο θέτει στο στόχαστρο την εργαλειοποίηση του αντισημιτισμού εκ μέρους της κυρίαρχης αφήγησης και αποδομεί βασικές συνιστώσες της για την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου και για τον πόλεμο που ακολούθησε. Η αφήγηση αυτή τείνει να μετατρέψει το θύμα σε θύτη, ενισχύοντας ένα είδος αναθεωρητισμού όμοιου με εκείνον που επιχείρησε να παρουσιάσει τα ναζιστικά εγκλήματα ως επακόλουθο της βίας του μπολσεβικισμού πριν από μερικές δεκαετίες.
Η 7η Οκτωβρίου παρουσιάζεται ψευδώς ως απαρχή της τραγωδίας, για να ξεθωριάσει η γενεαλογία της σύγκρουσης, η οποία έχει οδηγήσει σε εκατομμύρια εκτοπισμένους Παλαιστίνιους, εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, αιχμαλώτους και φυλακισμένους και σε ασφυξία σχεδόν το σύνολο του παλαιστινιακού πληθυσμού – απώλειες που απέχουν παρασάγγες από τις αντίστοιχες ισραηλινές. Η αντιστροφή απογειώνεται με την άρνηση της συντελούμενης γενοκτονίας και την εκτόξευση κατηγοριών για αντισημιτισμό σε όποιον έστω τολμά να μιλήσει για τέτοιον κίνδυνο. Αν και επισημαίνεται ότι η γενοκτονία είναι ένας αυστηρός όρος του διεθνούς δικαίου, ο Τραβέρσο υποστηρίζει ότι αντιστοιχεί πλήρως σε αυτό που συμβαίνει στη Γάζα, δεδομένου ότι υπάρχει πρόθεση καταστροφής των υλικών όρων ύπαρξης ενός λαού, αφού έχουν καταστραφεί οι υποδομές, έχουν εκκενωθεί τεράστιες περιοχές κι εμποδίζεται η πρόσβαση στην ανθρωπιστική βοήθεια.
Όσοι θεωρούν ότι ο χαρακτηρισμός γενοκτονία υποβαθμίζει το Ολοκαύτωμα ή ερμηνεύουν τη χρήση του όρου ως αντισημιτισμό δείχνουν «πόσο βλαβερή μπορεί να γίνει μια μνήμη αναδιπλωμένη στον εαυτό της και μετατρεπόμενη σε αυτοαναφορική λατρεία», γράφει. Ειδικά για την επιλογή της γερμανικής κυβέρνησης να υιοθετήσει την αντίληψη ότι η υποστήριξη του Ισραήλ αποτελεί «κρατική λογική» σημειώνεται ότι είναι επιλογή που «μεταθέτει το βάρος του γερμανικού ιστορικού σφάλματος στους ώμους των Παλαιστινίων», ενώ χρησιμοποιεί τον αντισημιτισμό για την πειθάρχηση των μειονοτήτων στο εσωτερικό.
Ο πόλεμος μετά την 7η Οκτωβρίου, ισχυρίζεται ο Τραβέρσο, επανανοηματοδότησε τη διαδεδομένη στην Ευρώπη από την εποχή της αποικιοκρατίας διχοτόμηση «πολιτισμού και βαρβαρότητας» ως αντίθεση «δυτικής και ισλαμικής δημοκρατίας». Η Χαμάς παρουσιάζεται ως δύναμη του σκότους, που έχει ως μοναδικό στόχο την καταστροφή του Ισραήλ. Η αμέριστη υποστήριξη όλων των κυβερνήσεων του δυτικού κόσμου προς το Ισραήλ, η εκδήλωση γενικευμένης καταστολής εναντίον κάθε κριτικής φωνής και η ηχηρή προβολή από τα δυτικά μέσα των πιο τερατωδών fake news του ισραηλινού στρατού μπορεί να ακυρώσουν σοβαρές αρχές της ηθικής και πολιτικής συνείδησης και να οδηγήσουν σε νέο αντισημιτισμό, προειδοποιεί ο Τραβέρσο.
Η διαδεδομένη από την εποχή της αποικιοκρατίας διχοτόμηση «πολιτισμού και βαρβαρότητας» επανανοηματοδοτήθηκε ως αντίθεση «δυτικής και ισλαμικής δημοκρατίας».
Οι δολοφονικές ενέργειες του ισραηλινού στρατού παρουσιάζονται ως μελετημένα και στοχευμένα πλήγματα που υπαγορεύονται από αλγόριθμους (δήθεν χωρίς ανθρώπινη διαμεσολάβηση), ενώ προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης που ανιχνεύουν υποστηρικτές της ισλαμικής τρομοκρατίας δίνουν εντολές για την εκτέλεση παιδιών και μελών ανθρωπιστικών αποστολών. Η επιχειρησιακή ικανότητα και διοικητική αποτελεσματικότητα του ισραηλινού στρατού αντιπαραβάλλονται με τις βάρβαρες ενέργειες της Χαμάς που πολεμάει από υπόγεια τούνελ και δημιουργεί ανθρώπινες ασπίδες για να προστατεύσει τους μαχητές της.
Παρ’ όλα αυτά η Χαμάς, παρατηρεί ο Τραβέρσο, κερδίζει τη συμπάθεια ακόμη και τμημάτων του πληθυσμού της δυτικής όχθης, ακριβώς επειδή πάντα ένας αντιστασιακός στρατός είναι πιο συμπαθής από ένα στρατό κατοχής – παρότι σε μια άλλη συνθήκη θα ήταν εχθρός της Αριστεράς. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι ενέργειες που χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές «δεν είναι ποτέ όμορφες ή συναρπαστικές», ωστόσο έχουν αποτελέσει σε πολλές ιστορικές περιπτώσεις όπλο των καταπιεσμένων. Θυμίζει δε ότι η βία κατά αμάχων χρησιμοποιήθηκε συχνά από απελευθερωτικά κινήματα στις αποικίες και από το αντιστασιακό κίνημα στην Ευρώπη κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εποχή μας, σημειώνει, αν και εθισμένη στη βία των ισοπεδωτικών βομβαρδισμών, των χειρουργικών επιθέσεων και των έξυπνων βομβών εκφράζει αποτροπιασμό για τη χθόνια βία του αντάρτικου αγώνα.
Ο Τραβέρσο, επίσης, αρνείται τις συμψηφιστικές θεωρήσεις που υπαγορεύονται από τη σκόπιμη σύγχυση της νομιμότητας μέσων και σκοπών. «Παραμένει το γεγονός ότι δεν μπορούμε να εξισώνουμε τη βία ενός εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος με εκείνη ενός στρατού κατοχής, γιατί η νομιμότητά τους δεν είναι ίδια. Το έγκλημα του πρώτου έγκειται στη χρήση αθέμιτων μέσων, το έγκλημα του δεύτερου έγκειται στον ίδιο τον σκοπό από τον οποίο απορρέει», γράφει.
Η έναρξη του πολέμου στη Γάζα, σήμανε και το τέλος του σχεδίου των δύο κρατών. Για ποιόν λόγο οι Παλαιστίνιοι δεν θα έπρεπε να είναι ελεύθεροι ανάμεσα στον Ιορδάνη και τη Μεσόγειο, αναρωτιέται στο τελευταίο μέρος του δοκιμίου του. Αν και το μέλλον το αποφασίζουν οι λαοί της περιοχής, η χρεοκοπία του σχεδίου των δύο κρατών είναι προφανής. Η τεράστια έκταση των εκτοπίσεων παλαιστινιακού πληθυσμού, η μεταφορά εκατοντάδων χιλιάδων εποίκων και οι αποτυχίες εφαρμογής των Συμφωνιών του Όσλο δεν επιτρέπουν να θεωρούμε πλέον εφικτή τη λύση των δύο κρατών, υποστηρίζει. Επιπλέον αυτή προϋποθέτει μια σειρά ατελείωτων εθνοκαθάρσεων, νέων εκτοπισμών και διαμόρφωσης εσωτερικού συνόρου στην Ιερουσαλήμ. Η δημιουργία κυρίαρχου παλαιστινιακού κράτους με ισλαμιστική ηγεσία δίπλα σε ένα σιωνιστικό κράτος που υπερασπίζεται ακόμη και τη θεολογική βάση του δικαιώματός του στην περιοχή θα ήταν ιστορική οπισθοδρόμηση. Μόνο η συμβίωση Ισραηλινών και Παλαιστινίων, μουσουλμάνων και χριστιανών, δείχνει να είναι μια λύση η οποία μπορεί να σταθεί μακροπρόθεσμα. Πρόκειται εξάλλου για την επαναφορά μιας αντίληψης που έχει υπάρξει τόσο μέσα στους κόλπους του απελευθερωτικού κινήματος όσο και της αντισιωνιστικής εβραϊκής Αριστεράς.