Γιώργος Παυλόπουλος
Η δολοφονία Νασράλα συνιστά ευθεία πρόκληση τόσο προς την Χεζμπολά όσο και προς την Τεχεράνη
Ο θάνατος του ηγέτη της Χεζμπολά, Χασάν Νασράλα, από ισραηλινό πλήγμα με αμερικανικές βόμβες στο κέντρο της Βηρυτού αποτελεί βήμα περαιτέρω κλιμάκωσης της σύγκρουσης και ευθεία πρόκληση τόσο προς τη λιβανέζικη οργάνωση όσο και προς το Ιράν. Θα τολμήσει το Ισραήλ, άραγε, μετά και από αυτή την εξέλιξη να προχωρήσει σε χερσαία εισβολή στον Λίβανο, όπως προανήγγειλε την Τετάρτη ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεών του; Θα επιδιώξει να πάρει ρεβάνς για όσα συνέβησαν στον πόλεμο του 2006, διακινδυνεύοντας να πάθει ό,τι και τότε, όταν έφυγε ταπεινωμένο, μετατρέποντας την Χεζμπολά και τα μέλη της σε ήρωες στα μάτια ακόμη και εκείνων που είναι πολιτικοί τους αντίπαλοι; Ή μήπως θα επέλθει συμφωνία για εκεχειρία, έστω και προσωρινή, με βάση την πρόταση που – υποκριτικά – έχουν καταθέσει οι ΗΠΑ, η (παλιά αποικιοκρατική δύναμη) Γαλλία και άλλα κράτη και αραβικά καθεστώτα; Και αν ναι, πόσο θα διαρκέσει;
Για την ώρα, αυτό που φαίνεται να επιδιώκει τη σύγκρουση μέχρις εσχάτων είναι το Ισραήλ. «Δεν θα υπάρξει καμία εκεχειρία στον Βορρά (…) Θα συνεχίσουμε τον πόλεμο με όλη μας την ισχύ μέχρι τη νίκη», δήλωσε χαρακτηριστικά την Πέμπτη ο (θεωρούμενος ως μετριοπαθής…) υπουργός Εξωτερικών, Ίσραελ Κατζ. Από την πλευρά του και από το βήμα του ΟΗΕ, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου εμφανίστηκε για μια ακόμη φορά προκλητικός – «νικάμε», είπε χαρακτηριστικά, δίνοντας εντολή για συνέχιση των επιχειρήσεων.
Αντιθέτως, Χεζμπολά και Τεχεράνη εξακολουθούν να μην σηκώνουν το γάντι και διστάζουν να προχωρήσουν σε μια κατά μέτωπο σύγκρουση, εκτιμώντας πως για την ώρα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση και επιδιώκοντας να μεταφέρουν την αντιπαράθεση στο δικό τους «γήπεδο», όπου ο αποφασιστικός παράγοντας δεν θα είναι η συντριπτική τεχνολογική και αεροπορική υπεροχή που διαθέτουν το Ισραήλ και οι σύμμαχοί του. Μένει, ωστόσο να φανεί εάν θα συνεχίσουν στην ίδια γραμμή μετά την δολοφονία του Νασράλα, που αναμφίβολα αποτελεί ένα σημαντικό πλήγμα, τόσο στην πυραμίδα της ηγεσίας όσο και στο ηθικό τους.
Ό,τι και αν συμβεί, πάντως, ένα πρέπει να θεωρείται βέβαιο: Οι ανηλεείς βομβαρδισμοί του κράτους-τρομοκράτη στο έδαφος του Λιβάνου (την πρώτη μέρα έπεσαν τέσσερις φορές περισσότερες βόμβες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες κατά την πρώτη φάση της εισβολής στη Γάζα), το άνευ προηγουμένου σαμποτάζ σε χιλιάδες βομβητές και συσκευές επικοινωνίας που προηγήθηκε, η στοχευμένη εξόντωση ηγετικών στελεχών της λιβανέζικης οργάνωσης, όπως και η συστηματική προσπάθεια να φωλιάσει ο φόβος στους κατοίκους και να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους (κάτι που ήδη έχουν κάνει δεκάδες χιλιάδες) συνιστούν έτσι κι αλλιώς κλιμάκωση της σύγκρουσης.
Εξάλλου και καθώς σε μία εβδομάδα συμπληρώνεται ένας χρόνος από την καταδρομική επιχείρηση της 7ης Οκτωβρίου που πραγματοποίησαν η Χαμάς και άλλες οργανώσεις στο έδαφος του Ισραήλ, ανοίγοντας μια νέα σελίδα στο Παλαιστινιακό και συνολικά το Μεσανατολικό, έχει καταστεί σαφές ότι η ακροδεξιά, σιωνιστική κυβέρνηση Νετανιάχου, μαζί και εκείνοι των οποίων τα συμφέροντα υπηρετεί, έχουν καθαρό στόχο: Να τυλίξουν στις φλόγες την ευρύτερη Μέση Ανατολή και να επαναχαράξουν βίαια τον χάρτη της περιοχής, με σκοπό να αναδειχθεί το Ισραήλ σε αναβαθμισμένο και κεντρικό «παίκτη» των εξελίξεων.
Είναι προφανές, την ίδια στιγμή, ότι ποτέ δεν θα έθετε σε εφαρμογή ένα τέτοιο εγχείρημα εάν δεν είχε πολύ ισχυρές πλάτες. Όπως εύστοχα σημειώνει η σχετική ανακοίνωση του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, «το κράτος του Ισραήλ είναι διαχρονικά το προκεχωρημένο φυλάκιο, το σιδερόφρακτο οχυρό του ευρώ-ατλαντικού ΝΑΤΟϊκού μπλοκ στην περιοχή. Σήμερα, οι σιωνιστές γίνονται η αιχμή του δόρατος για να «καθαρίσουν» τη Μέση Ανατολή (…) Η πολεμική επιθετικότητα του Ισραήλ δεν αντιφάσκει με τη γραμμή του δυτικού καπιταλισμού, αλλά συναντιέται με τη βασική κατεύθυνση των ΗΠΑ για όξυνση του ανταγωνισμού με Κίνα, Ρωσία κ.α.».
Εφόσον η παραπάνω εκτίμηση ισχύει – και όλα δείχνουν ότι ισχύει, έστω κι αν ο Νετανιάχου αρκετές φορές «τραβάει το σκοινί» λίγο παραπάνω και φέρνει τους προστάτες του προ τετελεσμένων – τότε είναι δεδομένο πως υπάρχει ακόμη μεγάλος και επικίνδυνος δρόμος μπροστά και θα χυθεί ασύλληπτα πολύ αίμα αθώων μέχρις ότου (εάν αυτό συμβεί κάποια στιγμή…) διαμορφωθούν οι νέες ισορροπίες και η νέα τάξη πραγμάτων. Κι αυτό διότι ο μεγάλος ανταγωνιστής του Ισραήλ δεν είναι ούτε η Χαμάς, ούτε η Χεζμπολά, ούτε οι Χούθι της Υεμένης, αλλά το Ιράν και η Συρία. Από τη στιγμή, όμως, που αυτές οι χώρες μπει ευθέως στο στόχαστρό του (μαζί και των ΗΠΑ), τότε θα απειληθεί συνολικά το πλέγμα των συμμαχιών και της της επιρροής που έχει οικοδομήσει στην περιοχή η Μόσχα, εμμέσως δε και το Πεκίνο, επιφέροντας την αντίδρασή τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία, πλέον, ότι ένα «μαύρο νήμα» συνδέει τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και την προοπτική γενικευμένης ανάφλεξης στην περιοχή με όσα συμβαίνουν στο έδαφος της Ουκρανία. Με τον πόλεμο, δηλαδή, που μαίνεται εδώ και 31 σχεδόν μήνες και έχει προκαλέσει ένα εκατομμύριο νεκρούς και τραυματίες και πολλαπλάσιους πρόσφυγες, στον οποίο τα αντίπαλα στρατόπεδα έχουν ξεκαθαρίσει: Από τη μία, οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, που επιδιώκουν να επιβραδύνουν ή να αναστρέψουν την – σε μεγάλο βαθμό αντικειμενική – απώλεια της παγκόσμιας παντοδυναμίας τους. Από την άλλη, η Ρωσία και η Κίνα, μαζί με τους συμμάχους τους – με την πρώτη να έχει αναλάβει για την ώρα τη «βρόμικη δουλειά» και τη δεύτερη να προετοιμάζεται για την πιο αποφασιστική σύγκρουση.
Σε αυτό το φόντο, διαλύονται και οι αυταπάτες ότι κάποια στιγμή θα επικρατήσει η «λογική» και τα χειρότερα θα αποτραπούν. Ο Λίβανος και το προαποφασισμένο αιματοκύλισμά του αποτελούν ένα ακόμη κρίκο σε αυτό το φρικιαστικό «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» που έχει ήδη ξεκινήσει. Ένα ξεκαθάρισμα το οποίο δεν πρόκειται να σταματήσει όσο οι «πάνω» συνεχίσουν να κάνουν τη «μάνα» που θα μοιράζει την τράπουλα με τα σημαδεμένα χαρτιά πάνω στην τσόχα αυτού του αποφασιστικού οικονομικού και γεωπολιτικού πόκερ.
Μοναδική ελπίδα για να επιβληθεί η ειρήνη, για να σταματήσει η ιστορία να γράφεται με τις βόμβες και με το αίμα των λαών, είναι αυτοί να πάρουν το μολύβι στα χέρια τους. Όχι πια ως θύματα, αλλά ως θύτες των κάθε λογής εκμεταλλευτών τους, σε Δύση και Ανατολή. Ανοίγοντας, έτσι, ένα δρόμο προς την απελευθέρωσή τους, την ειρηνική συνύπαρξή τους και τον κομμουνισμό του μέλλοντός μας.