Με μια επιλογή από τα ΚΑΠΗ της συντηρητικής πολιτικής προχώρησε ο πρόεδρος Μακρόν για να καλύψει τη θέση του πρωθυπουργού της γαλλικής δημοκρατίας. Ο 73χρονος Μισέλ Μπαρνιέ, από το δεξιό κόμμα των Ρεπουμπλικανών που βγήκε τέταρτο στις βουλευτικές εκλογές με μονοψήφιο ποσοστό, είναι ο εκλεκτός του Εμανουέλ Μακρόν. Ο Μπαρνιέ, που ήταν ο επίτροπος-διαπραγματευτής στην υπόθεση αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ, είναι ένας βαθιά συντηρητικός πολιτικός, ειδικά στα θέματα της μετανάστευσης. Δεν είναι τυχαίο πως η Ζαν Μαρί Λεπέν στις πρώτες δηλώσεις της είπε πως «είναι ένας άνθρωπος που δεν μίλησε ποτέ με εξωφρενικό τρόπο για την Εθνική Συσπείρωση, που δεν την εξοστράκισε ποτέ, είναι ένας άνθρωπος της συζήτησης», εκφράζοντας τη χαρά της που «για πρώτη φορά» δεν είχε «έναν τρελό (ως προς τις θέσεις για το μεταναστευτικό)» στη θέση του πρωθυπουργού.
Είναι φανερό πως ο Μακρόν σχηματίζει μια κυβέρνηση μειοψηφίας, που θα στηρίζεται στην ανοχή της ακροδεξιάς της Λεπέν. Μια κυβέρνηση που θα κινείται με λογική κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού και ακραίας αστικής γραμμής και θα αναπαράγει πολλά από τα ιδεολογήματα της ακροδεξιάς σε εποχή έντασης των καπιταλιστικών ανταγωνισμών. Η Λεπέν μπορεί να περιμένει για να δρέψει τους καρπούς, εμφανιζόμενη και «μέσα» στην ασκούμενη πολιτική και «αποκλεισμένη από το σύστημα».
Η εξέλιξη αυτή αναδεικνύει και τα όρια της πολιτικής γραμμής του κοινοβουλευτικού δημοκρατικού τείχους κατά της Λεπέν, που υιοθέτησε το Νέο Λαϊκό Μέτωπο. Ψηφίζοντας τους βουλευτές του Μακρόν στον β’ γύρο, ενισχύοντας τις έδρες των Σοσιαλιστών στο εσωτερικό του, αφυδατώνοντας το πολιτικό περιεχόμενο, το ΝΛΜ βλέπει τώρα τον Μακρόν να το αδειάζει. Η κυβέρνηση που σχηματίζει ο Μακρόν είναι βέβαια εξαιρετικά ασθενής. Θα υπάρξουν κοινωνικές αναταραχές στη Γαλλία. Αλλά απαιτείται ένα ρεύμα ανεξάρτητης αντικαπιταλιστικής πάλης και Αριστεράς για να υπάρξουν φιλολαϊκές εξελίξεις.