Γιάννης Ελαφρός
Βαριά πολιτική ήττα για την κυβέρνηση, δίδυμη αποτυχία των πολιτικών σχεδίων κυβέρνησης και αστικής αντιπολίτευσης, εικόνα αποσάρθρωσης και κατακερματισμού της πολιτικής εκπροσώπησης, που σπάει σε «ρετάλια», με κραυγαλέα ενίσχυση της αποστοίχισης και της αποχής, τάσεις ανόδου της ακροδεξιάς, αλλά και της αριστερής διαμαρτυρίας έβγαλαν οι κάλπες των ευρωεκλογών. Θα χρειαστεί καλύτερη και συλλογική μελέτη, αλλά αξίζει μια πρώτη υπογράμμιση στα πιο ευδιάκριτα στοιχεία τους.
Η αποχή από τις κάλπες έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ, με τη συμμετοχή να είναι 41,9% των εγγεγραμμένων (το «νέο 41%», όπως εύστοχα γράφηκε). Αν και στην πραγματικότητα ξεπερνά οριακά το 50% (καθώς οι κατάλογοι δεν είναι ενημερωμένοι), η πτώση της συμμετοχής είναι τεράστια. Στις περσινές βουλευτικές εκλογές, τον Μάιο η συμμετοχή ήταν 61,76% και τον Ιούνιο 53,74%. Η έκρηξη της αποχής έχει πολλές αιτίες, αλλά σε μεγάλο βαθμό εκφράζει την απόσταση ευρύτερων στρωμάτων του πληθυσμού από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και την ολοένα και μεγαλύτερη αποσύνδεσή τους από το αστικό πολιτικό-κομματικό σύστημα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν άλλου είδους δεσμοί και «δεσμά».
Η Νέα Δημοκρατία δέχθηκε ηχηρό χαστούκι! Με 28,31% και 1.125.602 ψήφους πέφτει 12,2% από τον Ιούνιο πέρσι και χάνει σχεδόν ένα εκατομμύριο ψήφους (από 2.115.322). Μάλιστα, τον Μάιο του 2023 είχε πάρει 2.407.750 ψ. (40,79%). Ο Κ. Μητσοτάκης βλέποντας την κατρακύλα να έρχεται είχε βάλει πολύ χαμηλά τον πήχη, θέτοντας ως στόχο το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2019 (33,12%, 1.873.137 ψ.). Βεβαίως, κάτι τέτοιο δεν είναι σωστό γιατί η απόσταση από το 2019 είναι μεγάλη, σε μια περίοδο πολιτικά πυκνή. Η σύγκριση πρέπει να γίνει βασικά με τις βουλευτικές του 2023, λαμβάνοντας υπόψη και τα διαφορετικά χαρακτηριστικά της κάλπης των ευρωεκλογών. Ακόμα και σε σχέση όμως με τις ευρωεκλογές του 2019 η ΝΔ έχει μεγάλη πτώση, παίρνει 5% κάτω από τον στόχο που είχε βάλει ο Κ. Μητσοτάκης. Κυβέρνηση και ΝΔ εισπράττουν μεγάλη καταδίκη και τελειώνει η περίοδος του «41%» ως απάντηση σε κάθε κοινωνική διεκδίκηση. Η πορεία φθοράς της κυβέρνησης και αποδυνάμωσής της, κοινωνικής και πολιτικής, έχει ξεκινήσει.
Οι φετινές ευρωεκλογές είναι μία από τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις που υπήρξε διπλή καταδίκη και αποτυχία και της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Σ. Κασελλάκη δεν κατάφερε να πιάσει τον στόχο να είναι κοντά ή πάνω από το 17,8% των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου, βρέθηκε χαμηλά, κάτω από 15% (14,92%) και με απώλειες πάνω από 330.000 ψήφων σε σχέση με τον Ιούνιο του 2023. Επίσης, η μικρή διαφορά από το ΠΑΣΟΚ δεν ξεκαθαρίζει το «τοπικό ντέρμπι» της ηγεμονίας στην κεντροαριστερά. Το αποτέλεσμα δεν δίνει πράσινο φως στην προσπάθεια του Σ. Κασελλάκη να επιβληθεί ως αδιαφιλονίκητος άρχοντας στον ΣΥΡΙΖΑ και στον ευρύτερο χώρο, χωρίς όμως να τον γκρεμίζει μεμιάς.
Οι φετινές ευρωεκλογές είναι μία από τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις που υπήρξε διπλή καταδίκη και αποτυχία και της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δείχνοντας τις ρωγμές που υπάρχουν στο κομματικό σύστημα.
Το ΠΑΣΟΚ με το 12,79% (508.399 ψ.) έκανε ένα μικρό βήμα σε ποσοστό από το 11,84% (617.487 ψ), αλλά σαφώς κάτω από τις προσδοκίες και τον στόχο να βγει δεύτερο κόμμα, ενώ κι εδώ υπήρξε σημαντική απώλεια ψήφων. Η μεγάλη υστέρησή του στην ευρύτερη Αθήνα παραμένει (που βγαίνει τέταρτο κόμμα, πίσω από το ΚΚΕ) όπως και γενικότερα σε μεγάλα αστικά κέντρα.
Ανοδική, σημαντική και πολλαπλά ανησυχητική είναι η καταγραφή των ακροδεξιών, εθνικιστικών και συντηρητικών συνδυασμών, με την Ελληνική Λύση να φτάνει το 9,3%, τη Νίκη 4,37%, τη «Φωνή Λογικής» της Λατινοπούλου 3,04% (αυτοί εκλέγουν δύο, έναν κι έναν ευρωβουλευτή αντίστοιχα), ενώ συνολικά οι 12 ακροδεξιοί συνδυασμοί πλησίασαν το 20,5%, έναντι 13,9% στις βουλευτικές του Ιουνίου 2023 και 15,7% στις ευρωεκλογές του 2019. Υπάρχουν επιχειρηματικά συμφέροντα πίσω απ’ αυτές τις επιλογές, καθώς σε ορισμένες ειδικά περιπτώσεις υπήρξε άφθονο χρήμα για διαφημιστική προβολή. Μεγάλη είναι η επιρροή των ακροδεξιών κομμάτων στη βόρεια Ελλάδα, με την Ελληνική Λύση, για παράδειγμα, να βγαίνει δεύτερο κόμμα σε έξι εκλογικές περιφέρειες (νομούς) της βόρειας Ελλάδας και τρίτο κόμμα στην Α’ Θεσσαλονίκης, αλλά και στη Δυτική Αττική.
Το ΚΚΕ έφτασε το 9,25% με 367.796 ψήφους, ενισχυμένο σε ποσοστό σε σχέση με τις περσινές βουλευτικές (7,69% τον Ιούνιο και 7,23% τον Μάιο), αλλά με υποχώρηση σε ψήφους: 401.224 τον Ιούνιο και 426.628 τον Μάιο. Η μειωμένη συμμετοχή δεν άφησε ανεπηρέαστο το ΚΚΕ, ωστόσο η μεγαλύτερη συσπείρωση των ψηφοφόρων του (σε σχέση με τα άλλα κόμματα) και οι δεσμοί – ικανότητα κινητοποίησης που διαθέτει έδωσαν αυξημένες δυνατότητες. Ιδιαίτερη είναι η εκλογική επιρροή του ΚΚΕ στα αστικά κέντρα, ειδικά της πρωτεύουσας και περισσότερο στις πιο εργατικές-λαϊκές γειτονιές. Το ΚΚΕ ενισχύεται κυρίως με ψήφο αριστερόστροφης διαμαρτυρίας και αντίστασης. Παρόλα αυτά το τελευταίο διάστημα υπάρχει σημαντική προσαρμογή της πολιτικής του, με λείανση των συγκεκριμένων ανατρεπτικών και αντιΕΕ αιχμών και ενίσχυση της κοινοβουλευτικής και «πατριωτικής» αναφοράς, ενώ υπήρξε προεκλογικά και υποστήριξη από συντηρητικές πλευρές, όπως από τον πρώην κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο των ΑΝΕΛ και ευρωβουλευτή Νότη Μαριά, το κόμμα του οποίου («Άλλος Δρόμος») είχε πάρει 1,24% και 70.347 ψ. στις ευρωεκλογές του 2019.
Η Πλεύση Ελευθερίας με 3,40% και 135.310 ψήφους εκλέγει ευρωβουλεύτρια, φτάνοντας στο υψηλότερο εκλογικό ποσοστό (από 3,17% πέρσι τον Ιούνιο), αλλά παρουσιάζοντας μείωση ψήφων (από 165.523 τον Ιούνιο και 170.424 τον Μάιο).
Βαριά αποτυχία στην πρώτη εκλογική καταγραφή για τη Νέα Αριστερά, που προήλθε από τον ΣΥΡΙΖΑ, που με 2,45% και 97.554 ψ. δεν κατάφερε να εκλέξει ευρωβουλευτή/τρια και βρέθηκε χαμηλά παρά το γεγονός πως διαθέτει 11 βουλευτές/τριες, με αντίστοιχα μέσα και προσβάσεις. Όπως φαίνεται η προσπάθεια αναπαραγωγής του παλιού («καλού») ΣΥΡΙΖΑ και της ρεφορμιστικής-διαχειριστικής ευρωπαϊκής Αριστεράς δεν εμπνέει και δεν συσπειρώνει.
Αντίστοιχα, η συμμαχία του ΜέΡΑ25 με την ΛΑΕ-ΑΡΑΣ και άλλους δεν κατάφερε –για μία ακόμα φορά- να υπερβεί το όριο του 3%. Με 2,54% και 101.127 ψήφους παρέμεινε ποσοστιαία στα επίπεδα των βουλευτικών πέρυσι (2,5% και 130.378 ψ. τον Ιούνιο, 2,63% και 155.107 ψ. τον Μάιο), παρά την προσπάθεια ευρύτερης υποστήριξης. Η λείανση ακόμα κι εκείνων των θολών αναφορών στη «ρήξη», που υπήρξαν πέρσι τον Μάιο, δεν φέρνει κέρδη, ενώ η προσπάθεια να «ενωθεί» η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά υπό τη διεύθυνση του Γ. Βαρουφάκη για να ακουστεί στα «πλατιά ακροατήρια» οδηγήθηκε σε νέα αποτυχία.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ – Ανατρεπτική Συνεργασία πήρε 20.603 ψήφους και ποσοστό 0,52% , έναντι 0,30% και 15.887 τον Ιούνιο του 2023 και 0,54%, 31.759 ψ. τον Μάιο του 2023. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δηλαδή διατηρείται ποσοστιαία στο επίπεδο του Μαΐου του ΄23 κι αυξάνει τις ψήφους της σε σχέση με τον Ιούνιο (που ήταν ένα πολύ κακό αποτέλεσμα), με σημαντική ανανέωση ψηφοφόρων. Στο αποτέλεσμα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς καταγράφεται αντοχή σε συνθήκες δυσμενών συσχετισμών και πολλαπλών εκλογικών πιέσεων, ενώ ανιχνεύονται τάσεις- δυνατότητες ανόδου, που φάνηκαν και από την καταγραφή στην Αθήνα και ειδικά σε λαϊκούς δήμους, όπως το Περιστέρι, αλλά και σε περιοχές που έγινε στοιχειώδης εκλογική εξόρμηση, όπως η Ήπειρος. Ωστόσο, το αποτέλεσμα του ψηφοδελτίου της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς είναι αναντίστοιχο των προκλήσεων και των απαιτήσεων και το αίτημα της ανασυγκρότησης είναι επιτακτικό.
Τέλος, ο «οικολογικός χώρος» παρέμεινε σε χαμηλές πτήσεις και σε αυτές τις εκλογές, καθώς περισσότερο εκφράζει την καπιταλιστική «πράσινη ανάπτυξη» της ΕΕ. Δεν είναι τυχαίο πως η πιο ισχυρή καταγραφή ήταν από τον «Κόσμο» του επιχειρηματία Πέτρου Κόκκαλη, με 1,08% και να ακολουθεί το Πράσινο Κίνημα με 0,67%.