Γιώργος Παυλόπουλος
Η Ακροδεξιά χαρακτηρίζεται από πολλούς ως η μεγάλη απειλή για την Ευρώπη, ενόψει αυτών των ευρωεκλογών. Καλούν, μάλιστα, σε συσπείρωση τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου» και τους ψηφοφόρους να τα στηρίξουν, ώστε να μην κινδυνεύσει το «ευρωπαϊκό οικοδόμημα». Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα ή μήπως πρόκειται για έναν ακόμη από τους γνωστούς… σκελετούς που ενίοτε βγάζει η εξουσία από το ντουλάπι της;
Ακροδεξιοί, όχι αντιΕΕ και αντισυστημικοί
Από τους 31 συνδυασμούς των ευρωεκλογών στην Ελλάδα, οι 12 τουλάχιστον είναι εθνικιστικοί-ακροδεξιοί. Υπάρχουν προβλέψεις πως ο ακροδεξιός χώρος θα είναι ενισχυμένος εκλογικά την Κυριακή το βράδυ, ενώ γίνεται προσπάθεια να εμφανιστεί ως «αντισυστημική» επιλογή. Είναι όμως έτσι; Ενδιαφέρον έχει η κοινωνική σύνθεση των ψηφοδελτίων, με τους «επιχειρηματίες» να έχουν αυξημένη συμμετοχή. Φωνή Λογικής: 7 επιχειρηματίες, 4 δικηγόροι, έναντι 5 ιδιωτικών υπαλλήλων. Ελληνική Λύση: 4 επιχειρηματίες, 3 ιδιωτικοί υπάλληλοι (Πηγή: Σημείο για τη μελέτη και την αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς). Όσον αφορά την οικονομική πολιτική, η πολύ-διαφημισμένη Λατινοπούλου κατηγορούσε σε συνέντευξη τη ΝΔ (που χαρακτήριζε… κεντροαριστερό κόμμα), πως δεν έχει στηρίξει την «ελεύθερη οικονομία» και τις επιχειρήσεις.
Ποια είναι η θέση τους για την Ευρωπαϊκή Ένωση; Η αλήθεια είναι πως πρέπει να ψάξεις αρκετά, καθώς είναι πολύ χαμηλά στην ατζέντα τους και βασιλεύει η ασάφεια. Η Ελληνική Λύση του Κ. Βελόπουλου δεν βάζει θέμα ρήξης ή πολύ περισσότερο εξόδου από την ΕΕ. Προτείνει «θεμελιώδη μεταρρύθμιση» του τρόπου λειτουργίας των θεσμών της ΕΕ για μια συνεργασία «με σεβασμό, όμως, της κυριαρχίας και αυτονομίας των κρατών-μελών». Από τα ζητήματα που ξεχωρίζουν είναι η «φύλαξη των πολιτών και των συνόρων», «μεταναστευτικό», «δημογραφικό» κλπ. Καμιά κουβέντα για μισθούς, συντάξεις, ανεργία, νεολαία, τράπεζες, χρέος, πολυεθνικές.
Η Αφροδίτη Λατινοπούλου παρουσιάζεται παντού ως ελληνικό αντίγραφο της Μελόνι: Και ακροδεξιές θέσεις και διαχειριστική προσαρμοστικότητα. Εξάλλου, ο πιο πετυχημένος του χώρου, ο Γ. Καρατζαφέρης με το ΛΑΟΣ απέδειξε πως όταν χρειάζεται η ακροδεξιά γίνεται πατερίτσα του συστήματος, ψηφίζοντας μνημόνια…
Γιάννης Ελαφρός
Πολύτιμο στήριγμα για το σύστημα εξουσίας
«Η κ. Μελόνι έχει ένα συγκεκριμένο ιστορικό. Έχει πορευθεί, όμως – κι αυτό είναι κοινός τόπος και πολλών Σοσιαλιστών ηγετών – με μεγαλύτερη υπευθυνότητα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο». Αυτή ήταν η απάντηση την οποία έδωσε ο Κ. Μητσοτάκης σε τηλεοπτική συνέντευξη που παραχώρησε την περασμένη Τετάρτη, όταν ρωτήθηκε για την «απειλή της Ακροδεξιάς» ενόψει των ευρωκλογών. Παράλληλα, επιχείρησε να βάλει στο ίδιο «κάδρο» και την Αριστερά, τονίζοντας ότι «είναι το άλλο άκρο της Ακροδεξιάς», για να υπενθυμίζει μάλιστα ότι στη συγκεκριμένη πολιτική ομάδα ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η εικόνα την οποία παρουσίασε ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν είναι τυχαία, από πολλές απόψεις. Κυρίως, επειδή φανερώνει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει πλέον το σύστημα εξουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα κόμματα ακροδεξιάς προέλευσης – ή, τουλάχιστον, πολλά από αυτά, όπως είναι τα Αδέλφια της Ιταλίας: Ως «δεκανίκι» και πολιτική εφεδρεία για τις κρίσιμες στιγμές. Το ίδιο που έκανε, δηλαδή, με την «κυβερνώσα Αριστερά» τύπου ΣΥΡΙΖΑ και Podemos η οποία, όταν ήρθε η στιγμή και της ζητήθηκε, ξεφορτώθηκε χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία κάθε ριζοσπαστικό στοιχείο από τις θέσεις της και πήρε διαζύγιο από τις αγωνιστικές παραδόσεις της. Συμβάλλοντας, με τον τρόπο αυτό, στην όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη εκτόνωση και ενσωμάτωση της λαϊκής οργής και των κοινωνικών αγώνων, που σε ορισμένες στιγμές είχαν αποκτήσει ανατρεπτικά χαρακτηριστικά και θα μπορούσαν, υπό προϋποθέσεις, να απειλήσουν το οικοδόμημα της ΕΕ.
Κάτι αντίστοιχο, τηρουμένων των αναλογιών, μοιάζει να συμβαίνει σήμερα με την Ακροδεξιά της Ευρώπης, η οποία υφίσταται μια ταχεία συστημική μετάλλαξη – με κορυφαίο, φυσικά, παράδειγμα την κυβέρνηση της Μελόνι. Σε βαθμό που να είμαστε πλέον σε θέση να συμπεράνουμε ότι εάν Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία αποδείχθηκαν την προηγούμενη δεκαετία πολιτικά «εργαστήρια», στα οποία έλαβε χώρα το πείραμα της πλήρους αφομοίωσης των κομμάτων της Αριστεράς, στο φόντο των μεγάλων κοινωνικών αναταράξεων που προκάλεσε η χρηματοπιστωτική κρίση και τα μνημόνια, η Ιταλία, η Ολλανδία και, πιθανότατα, η Γαλλία, μαζί και κάποιες άλλες χώρες, θα παίξουν τον ίδιο ρόλο για τα κόμματα της Ακροδεξιάς. Αποδεικνύοντας, έτσι, ότι το κεφάλαιο και οι αστικές τάξεις της Ευρώπης έχουν τεράστιες δυνατότητες να εκμεταλλεύονται προς όφελός τους κάθε είδους «διαφορετικότητα», από όπου κι αν προέρχεται, αναλόγως των αναγκών και των προτεραιοτήτων που θέτουν κάθε συγκεκριμένη περίοδο.
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί ότι το σύστημα και οι μηχανισμοί του δεν διστάζουν να χρησιμοποιούν ακόμη και το «μαστίγιο» όταν και όποτε απαιτείται, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η προαναφερθείσα μετάλλαξη θα προχωρήσει και θα συντελεστεί χωρίς να τους επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις. Διαθέτουν, άλλωστε, αυτή τη δυνατότητα, μιας και η Ακροδεξιά και τα στελέχη της όχι απλώς έχουν «φακελωθεί» προ πολλού, αλλά αποδεικνύουν διαρκώς ότι δεν διστάζουν να βουτήξουν το… δάχτυλο στο μέλι – όπως συνέβη το 2019 με τον τότε αντικαγκελάριο της Αυστρίας και επικεφαλής του Κόμματος Ελευθερίας, Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε, ο οποίος αναγκάστηκε σε παραίτηση.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα «καταστολής» απέναντι σε κάποιο ακροδεξιό κόμμα αφορά την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), η οποία επιμένει να μην αποδέχεται πλήρως το (πιο περιορισμένο, για συγκεκριμένους λόγους) πλαίσιο που έχει τεθεί στη χώρα. Αυτός είναι και ο λόγος τόσο για το γεγονός ότι η μία αποκάλυψη διαδέχεται την άλλη αναφορικά με σκάνδαλα στα οποία εμπλέκεται η AfD και βουλευτές της, όσο και για την απόφαση της Λεπέν – η οποία έχει θέσει στόχο να εκλεγεί πρόεδρος το 2027 και αποφεύγει τις «ακρότητες» όπως ο διάβολος το λιβάνι – να «αποβάλει» τον μέχρι την περασμένη εβδομάδα εταίρο της από την πολιτική ομάδα Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID) στην Ευρωβουλή.
Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι τυχαίο ότι στη σημερινή συγκυρία, η Ακροδεξιά έχει επιλεγεί ως «λαγός» για να επιταχύνει τη συνολική στροφή της ΕΕ προς μια πιο αντιδραστική, αντεργατική, ρατσιστική-ξενόφοβη και φιλοπόλεμη κατεύθυνση. Πρόκειται για μια σε μεγάλο βαθμό αντικειμενική ανάγκη, η οποία πηγάζει από την ένταση των αντιθέσεων, των ανταγωνισμών, αλλά και των συγκρούσεων στο εσωτερικό του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Όχι μόνο με τη Ρωσία και την Κίνα, αλλά και με τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως φαίνεται (εκτός των άλλων) από τις διαρκείς εμπορικές διαμάχες μαζί τους.
Μια ματιά, εξάλλου, στα νομοθετήματα που έχει εγκρίνει τους τελευταίους μήνες η ΕΕ αρκεί ώστε να πείσει για του λόγου το αληθές: Από το νέο έκτρωμα που ονομάζεται Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο και τη διαρκή ενίσχυση των μηχανισμών καταστολής στο εσωτερικό των «27», μέχρι τα μέτρα οικονομικού προστατευτισμού που υπηρετούν το σύνθημα «Πρώτα η Ευρώπη», την επιτάχυνση της συγκρότησης ευρωστρατού και την καλλιέργεια πολεμικού κλίματος, όλα έρχονται να αποδείξουν πως όποιο και να είναι το ποσοστό που θα λάβουν τα ακροδεξιά κόμματα σε αυτές τις εκλογές και όσες κι αν είναι οι έδρες που θα συγκεντρώσουν στην επόμενη Ευρωβουλή, η ατζέντα τους ήδη κυριαρχεί και, σε μεγάλο βαθμό, έχει γίνει αποδεκτή.
Με βάση το συγκεκριμένο φόντο, είναι προφανές ότι η Ακροδεξιά και τα κόμματά της δεν δικαιούνται και δεν πρέπει να τους επιτραπεί να δρέψουν «δάφνες» αντισυστημισμού στις κάλπες. Κι αυτό είναι κάτι που, τόσο σε αυτή τη μάχη όσο και σε εκείνες που έρχονται, είναι κάτι που πρέπει να προσέξουν πολύ κόμματα της Αριστεράς, ενίοτε και με κομμουνιστική αναφορά, τα οποία με τις θέσεις και την πολιτική τους ανοίγουν δρόμο στην ακροδεξιά επέλαση, συνειδητά ή ασυνείδητα. Η υποταγή στα κάθε είδους «εθνικά αφηγήματα» των αστικών τάξεων – κάτι που αφορά και το ΚΚΕ στην Ελλάδα, τουλάχιστον σε ορισμένα θέματα – μπορεί να αποδειχθεί «Δούρειος ίππος» για τον λαό, τις ανάγκες και τα συμφέροντά του.
Σήμερα, απέναντι σε αυτή την ΕΕ και τον απάνθρωπο καπιταλισμό της εποχής μας, η μοναδική πραγματικά και ως το τέλος αντισυστημική δύναμη μπορεί να συγκροτηθεί από ένα μαζικό, μαχητικό, ανεξάρτητο, αντικαπιταλιστικό και τελικά επαναστατικό κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα, που δεν θα βάζει νερό στο κρασί του, δεν θα διατηρεί υπόγειους δεσμούς με το σύστημα, δεν θα «φλερτάρει» με τις κυβερνήσεις, τους θεσμούς και τα όργανά του, δεν θα γοητεύεται από μια νέα μορφή «ευρωκομμουνισμού». Γιατί η κομμουνιστική απελευθέρωση του μέλλοντός μας, η δημιουργία της Ευρώπης των λαών, δεν περνούν μέσα από την ΕΕ και τα πολύχρωμα δεκανίκια της, αλλά από την αποφασιστική σύγκρουση μαζί τους, τη ρήξη και την αποδέσμευση.
Μάχη για τη «μοιρασιά» μετά τις εκλογές
Γιατί Μελόνι και Λεπέν θέλουν να ενώσουν την Ακροδεξιά
Πάντα, μετά από κάθε διαδικασία ευρωεκλογών, στις Βρυξέλλες γίνεται ένα μεγάλο «παζάρι» για τη μοιρασιά ανάμεσα στους νικητές. Από αυτό προκύπτουν οι πρόεδροι του Συμβουλίου, της Κομισιόν και της Ευρωβουλής – σήμερα είναι, αντιστοίχως, ο Βέλγος Μισέλ, η Γερμανίδα φον ντερ Λάιεν και η Ιταλίδα Μέτσολα – η ηγεσία της ΕΚΤ, την οποία έχει η Γαλλίδα Λαγκάρντ, καθώς και τα πρόσωπα που τοποθετούνται σε άλλες θέσεις-κλειδιά, όπως αυτή του «υπουργού Εξωτερικών» της ΕΕ, την οποία κατέχει ο Ισπανός Μπορέλ.
Μέχρι τώρα, αυτό το «παζάρι» λάμβανε χώρα κυρίως ανάμεσα στις δύο παραδοσιακές δυνάμεις, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και τους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, που διασφάλιζαν σχεδόν πάντα την πλειοψηφία στην Ευρωβουλή, με τους Φιλελεύθερους (Renew) να έχουν «παρεισφρήσει» στη συμμαχία τους από το 2019. Φέτος, όμως, τα πράγματα είναι πιο αβέβαια και ουδείς μπορεί να είναι βέβαιος ότι τα δεδομένα δεν θα αλλάξουν, προκαλώντας ανακατατάξεις και στη μοιρασιά. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος – και όχι οι ριζικές διαφορές στις πολιτικές θέσεις – που οι πάντες προετοιμάζονται και για εναλλακτικά σενάρια.
Το ΕΛΚ, για παράδειγμα, αφήνει ανοιχτό το σενάριο συνεργασίας του με την Ακροδεξιά και κυρίως με τους Ευρωπαίους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές (ECR), στους οποίους ανήκει και η Μελόνι. Η τελευταία, από την πλευρά της, όπως άλλωστε και η Λεπέν που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, φιλοδοξούν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να συγκροτήσουν μια μεγάλη και ενιαία πολιτική ομάδα, η οποία δεν αποκλείεται να «καθαιρέσει» τους Σοσιαλιστές από τη δεύτερη θέση. Εφόσον δε το καταφέρουν, όπως είναι φυσικό, θα διεκδικήσουν και μεγαλύτερο μερίδιο από την πίτα της εξουσίας.
Η Ακροδεξιά στηρίζει την ΕΕ του πολέμου
Η είσοδος της ΕΕ σε κατάσταση «οικονομίας πολέμου» έχει ως λαγό την Ακροδεξιά, σε αντίθεση με την κυρίαρχη προπαγάνδα ότι είναι φιλορωσική. Σε χώρες όπως η Γερμανία (AfD), η Αυστρία (FPO) και η Ουγγαρία (κυβέρνηση Όρμπαν), ακολουθείται πράγματι μια ρητορική καταγγελίας του πολέμου στην Ουκρανία και της υποστήριξης της ΕΕ προς τον Ζελένσκι. Ωστόσο, αυτή η θέση αφορά ειδικά τις χώρες που είχαν μεγάλο βαθμό ενεργειακής εξάρτησης από την Ρωσία και έχουν πληγεί καίρια από τις κυρώσεις και το κύμα ακρίβειας και πληθωρισμού. Τμήματα του κεφαλαίου στις χώρες αυτές στηρίζουν τουλάχιστον μια πολιτική «ουδετερότητας», εξυπηρετώντας τα συμφέροντά τους που ασφυκτιούν στο σημερινό γεωπολιτικό πλαίσιο.
Η μεγάλη πλειοψηφία ωστόσο των ακροδεξιών κομμάτων της ΕΕ έχουν εγκαταλείψει τις «φιλοφρονήσεις» προς τον Πούτιν και τις θέσεις του και στρατεύονται πλήρως στην φιλοπόλεμη πολιτική της ΕΕ. Τα σκανδιναβικά ακροδεξιά κόμματα στήριξαν με πάθος την είσοδο των χωρών τους στο ΝΑΤΟ. Λεπέν και Μελόνι ψήφισαν υπέρ της αποστολής όπλων στην Ουκρανία. Στην ιβηρική χερσόνησο, το Vox και το Chega είναι οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του Κιέβου, με τον ηγέτη της πορτογαλικής Ακροδεξιάς να τάσσεται ακόμα και υπέρ της αποστολής στρατιωτών στην Ουκρανία! Η στάση δε της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς προς το Ισραήλ είναι απόλυτα ομοιογενής, ως ο «καλύτερος φίλος» του σιωνιστικού κράτους και της γενοκτονικής πολιτικής του.
Ο μιλιταρισμός, ο εθνικισμός, ο ιστορικός αναθεωρητισμός είναι αναγκαία εργαλεία για την ΕΕ του πολέμου. Η Ακροδεξιά και τα νεοφασιστικά κόμματα δεν είναι «απειλή για την δημοκρατία», όπως προβάλει η διαφημιστική καμπάνια του Ευρωκοινοβουλίου. Αντίθετα, είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος μιας ΕΕ που παίρνει το όπλο της.
Παναγιώτης Ξοπλίδης