Γιώτα Ιωαννίδου
«Αρνούμαι να κάνω τα στραβά μάτια όταν ο εργοδότης μου τροφοδοτεί την καταστροφή και το θάνατο. Αρνούμαι να μην πω τίποτα ενώ οι συνάδελφοί μου είναι θύματα αντιποίνων. Αρνούμαι να σιωπήσω», φωνάζουν οι εργαζόμενοι της Google.
Σε απόλυση 28 εργαζομένων, μέλη του κινήματος «No Tech for Apartheid», προχώρησε η Google, την προηγούμενη εβδομάδα μετά από τη συμμετοχή τους σε καθιστικές διαμαρτυρίες και καταλήψεις στα γραφεία της σε Σιάτλ και Ν. Υόρκη. «Οφείλουμε να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας: θέλουμε να δίνουμε την τεχνολογία μας στους εθνικιστικούς στρατούς του κόσμου;» «Δεν θέλουμε η εργασία μας να δίνει δύναμη στη βία», δήλωσαν οι Γκάμπριελ και Σάιεντ, υπάλληλοι της Google και της Amazon. Το κίνημα αυτό δημιουργήθηκε από εργαζόμενους ενάντια στη συνεργασία των παραπάνω εταιρειών με το Ισραήλ στο «πρόγραμμα Nimbus», απαιτώντας να σταματήσει η παραγωγή τεχνολογίας που τροφοδοτεί τη γενοκτονία στη Γάζα.
«Αρνούμαι να κάνω τα στραβά μάτια όταν ο εργοδότης μου τροφοδοτεί την καταστροφή και το θάνατο. Αρνούμαι να μην πω τίποτα ενώ οι συνάδελφοί μου είναι θύματα αντιποίνων. Αρνούμαι να σιωπήσω», φωνάζουν οι εργαζόμενοι της Google και δεν είναι η πρώτη φορά. Έχουν προηγηθεί δύο ακόμη πετυχημένες καμπάνιες τους, από το 2018, ενάντια στη συνεργασία της Google για στρατιωτικούς σκοπούς ή σκοπούς επιτήρησης με τον στρατό των ΗΠΑ και την Κίνα αντίστοιχα. Όταν τον Γενάρη του 2021 δημιουργούσαν το συνδικάτο «Ένωση της Alphabet» οι εργαζόμενοι διακήρυτταν στο καταστατικό τους ότι ενώνονται όχι μόνο για εργασιακά θέματα αλλά και για ζητήματα ηθικής που σχετίζονται με την πρόοδο της τεχνολογίας.
Η αντίδραση εργαζομένων σε τεχνολογικούς κολοσσούς στις ΗΠΑ στη συνεργασία με το Ισραήλ θέτει το ερώτημα για το περιεχόμενο της εργασίας
«Η εταιρεία ακούει τους εργαζόμενούς της, αλλά δεν μπορεί να επιτρέψει την παρεμπόδιση της εργασίας…», δήλωσαν επιφανή της στελέχη, ανακοινώνοντας τις απολύσεις. Σίγουρα ο καπιταλιστικός κολοσσός προτιμά τη χειραγώγηση από την καταστολή, αλλά πάνω από όλα δεν θα διστάσει μπροστά σε τίποτε που θα αμφισβητεί την άνοδο των κερδών του και την καπιταλιστική κυριαρχία. Και ο πόλεμος είναι τώρα το πεδίο ανάπτυξης και των δύο παραπάνω, με τα δικαιώματα των λαών στον Καιάδα, τη ζωή των παιδιών της κάθε Γάζας αμελητέα και τον μιλιταρισμό επίσημη κρατική ιδεολογία. Είναι αξιοθαύμαστο πώς μέσα σε αυτές τις συνθήκες ξεσπούν τέτοια κινήματα αμφισβήτησης και μάλιστα με τη συμμετοχή πολλών εργαζόμενων εβραϊκής καταγωγής που δηλώνουν την αντίθεσή τους στην καταπίεση των Παλαιστινίων. Εργαζόμενων που εναντιώνονται στη σκληρή κυρίαρχη πολιτική της χώρας προέλευσής τους και ταυτόχρονα το κάνουν αυτό μέσα στην καρδιά του πολεμικού τέρατος, των ΗΠΑ που την καθοδηγεί.
Αλλά είναι και κάτι πιο βαθύ που συνέχει αυτά τα κινήματα ανεξάρτητα από το βαθμό συνειδητοποίησής του. Η τοποθέτηση ενός σκληρά ταξικού διλήμματος: Δικαιούνται οι εργαζόμενοι να έχουν αποφασιστικό λόγο για το προϊόν που παράγουν; Και μάλιστα όχι σε μια γενική συζήτηση ανταλλαγής ιδεών αλλά στον χώρο και τη διαδικασία παραγωγής του;
Ο καπιταλισμός στην άνοδό του με τη μερικοποίηση της συνολικής διαδικασίας της εργασίας σε απλές, επαναλαμβανόμενες κινήσεις κατόρθωνε να αποξενώνει τον εργαζόμενο από το προϊόν που παράγει. Προχωρώντας, παρείχε και το αντίτιμο για τη μη ενασχόληση του εργαζόμενου με αυτό. Καλύτερες αποδοχές, καταναλωτισμός, κοινωνικό κράτος εδραίωναν την αντίληψη «άλλο δουλειά, άλλο ζωή». Δίνουμε χώρο στο πρώτο για να ζούμε το δεύτερο. Σε περιόδους κρίσης τα πράγματα αλλάζουν.
Αλλάζουν, ειδικά σήμερα σε μια περίοδο όπου η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν γίνει αναπόσπαστα κομμάτια της παραγωγής και οι εργαζόμενοι είναι σε μεγάλο βαθμό πιο μορφωμένοι από ποτέ. Σε μια εποχή που οι απαιτήσεις της εργασίας είναι η συνεργασία, η δημιουργικότητα, η κριτική σκέψη, όσο κι αν η εκπαίδευση προσπαθεί να τα δίνει σε δοσομετρικές αναλογίες που να μην συνιστούν αμφισβήτηση του συστήματος, το ερώτημα όχι μόνο σχετικά με το πού πηγαίνει ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι αλλά και τι είναι αυτός ο πλούτος γίνεται τραγικά επίκαιρο. Ειδικά όταν οι εργαζόμενοι το τοποθετούν με τον τρόπο τους, σε περίοδο πολεμικού παροξυσμού, στους εταιρικούς κολοσσούς των νέων τεχνολογιών και της τεχνητής νοημοσύνης, που βρίσκονται στην αιχμή της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Δεν υπάρχει πια περιθώριο για αποστασιοποιήσεις με καθησυχαστικές αντιλήψεις αναχώρησης από τα κοινωνικά δρώμενα, του τύπου: «τα προϊόντα που παράγω σκοτώνουν παιδιά αλλά… εγώ αγαπάω τα παιδιά μου…»
Το εργατικό κίνημα χρειάζεται να διεκδικήσει όλο τον πλούτο που παράγει αλλά και ταυτόχρονα να έχει λόγο στο τι παράγει. Να απαιτήσει η κατεύθυνση παραγωγής του να καλύπτει κοινωνικές ανάγκες σε μια αρμονική, ειρηνική συνύπαρξη ανθρώπου/ανθρώπων και φύσης. Να απαιτήσει με άλλα λόγια να χτυπήσει την ίδια την καρδιά του καπιταλιστικού τέρατος, την ατομική ιδιοκτησία και τον ατομισμό-φιλοτομαρισμό. Σήμερα αυτό αποκτά επείγοντα χαρακτήρα για όσους επιμένουν πώς:«Ερχόμαστε από τον ορίζοντα. Όσο εσείς πιο ρηχά θα μας σέρνετε / Τόσο εμείς πιο βαθιά θα αρμενίζουμε» (στίχοι Παύλος Παυλίδης).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (26.4.24)
Google, Amazon, Columbia, και η αμερικανική «κοινή γνώμη» για τη Γάζα