Δημήτρης Σταμούλης
Από τα «τρία οκτώ»… στο «6, 13, 72»: ∆ουλειά επί 6 μέρες, 13 ώρες την ημέρα, έως τα 72 έτη!
Ενάμιση αιώνα πίσω γυρνούν τον κόσμο της δουλειάς η κυβέρνηση και η ΕΕ με τα αλλεπάλληλα αντεργατικά εκτρώματα που προωθούν στην υπηρεσία του κεφαλαίου, κάνοντας ακόμα πιο επίκαιρο το μήνυμα της Εργατικής Πρωτομαγιάς για πανεργατικό αγώνα με στόχο την απελευθέρωση της εργατικής τάξης από τα δεσμά της εκμετάλλευσης, για λιγότερη δουλειά και ριζικές αυξήσεις στους μισθούς, για να πάρουν οι εργάτες τον πλούτο που παράγουν και που λυμαίνεται μια χούφτα βιομηχάνων, τραπεζιτών και μεγαλεμπόρων.
Ειδικά τα τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση της ΝΔ ακολουθώντας πιστά τη διαχρονική στρατηγική της ΕΕ για την απασχόληση, από την περίφημη «απασχολησιμότητα» και «ελαστασφάλεια» μέχρι τις «δεξιότητες» και την «καλύτερη λειτουργία της αγοράς εργασίας», σηματοδότησε την πλήρη επιβολή της ευελιξίας του χρόνου εργασίας με σκοπό την επιμήκυνσή του, άρα και του χρόνου εκμετάλλευσης των εργαζομένων, την κατάργηση της σταθερής και μόνιμης εργασίας με το χτύπημα του 5ήμερου/ 40ωρου και την επέκταση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, με ταυτόχρονη καθίζηση του εργατικού μισθού που ακόμα παραμένει πολύ κάτω από τα προ μνημονίων επίπεδα.
Μπορεί το ιστορικό αίτημα του Σικάγου πριν από 140 περίπου χρόνια να ήταν τα «τρία 8», ωστόσο η κυβέρνηση σήμερα απαντά με το … «6, 13, 72»: το εξαήμερο συνεχούς εργασίας, τις 13 ώρες ημερήσια εργασία και τη δουλειά έως τα 72 έτη, όπως προκύπτουν από τους νόμους Χατζηδάκη και Γεωργιάδη, όσο και από την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το συνταξιοδοτικό.
Από 1η Ιουλίου έρχεται και επισήμως η εξαήμερη εργασία με το υπουργείο Εργασίας να σπεύδει δήθεν να καθησυχάσει ότι η ρύθμιση αφορά «ορισμένους ακόμα κλάδους όπου η παραγωγή είναι “συνεχούς ροής”», και η οποία δίνει τη δυνατότητα στον εργοδότη να ζητήσει από τον εργαζόμενο να εργασθεί και έκτη ημέρα με μια επιβάρυνση μόλις 40% επί του ημερομίσθιου, αντί νέων προσλήψεων. Το μέτρο, ισχυρίζονται, αφορά λίγους εργαζόμενους, όμως τα ίδια έλεγαν και για την κυριακάτικη αργία που πλέον έχει επεκταθεί από το εμπόριο και σε βιομηχανικούς κλάδους των τροφίμων, των ποτών κ.α. Να θυμίσουμε δε ότι ήδη από τον Αύγουστο του 2022, ο ίδιος ο Χατζηδάκης κήρυξε υποχρεωτική διάταξη στη ΣΣΕ τουρισμού και εστίασης, που προβλέπει εξαήμερη εργασία σε μπαρ και εστιατόρια, με τους εργαζόμενους να υποχρεούνται να εργαστούν σε ημέρα ανάπαυσής τους.
Εκτός όμως από το 6ήμερο, οι εργοδότες έχουν κι άλλα αντεργατικά όπλα στη φαρέτρα τους για την «αξιοποίηση» κατά το δοκούν της εργατικής δύναμης: α) Το 45ωρο / 48ωρο (για 5ήμερη/6ήμερη εργασία αντίστοιχα), όπου οι επιπλέον ώρες υπερεργασίας αμείβονται με προσαύξηση μόλις 20%, β) την τετραήμερη εβδομάδα εργασίας, στο πλαίσιο της «ευέλικτης διευθέτησης του χρόνου εργασίας», που επιτρέπει έως και τη 10ωρη ημερήσια εργασία και μάλιστα με ατομική συμφωνία, χωρίς να προϋποτίθεται συλλογική σύμβαση ή συλλογική συμφωνία, γ) την παράλληλη απασχόληση σε πολλούς εργοδότες, που εκτοξεύει τις ώρες εργασίας έως και στις 13 ημερησίως, στο όνομα δήθεν της «ελευθερίας» του εργαζόμενου να κάνει δύο ή και τρεις δουλειές την ημέρα… αφού βέβαια ο μισθός από τη μία δουλειά εξαντλείται στις πρώτες δύο εβδομάδες για τους περισσότερους, δ) τις συμβάσεις κατά παραγγελία, όπου ο εργαζόμενος καλείται 24 ώρες πριν να δουλέψει και πληρώνεται μόνο για τις ώρες που εργάστηκε.
Η «κινητικότητα» της κυβέρνησης γύρω από τον χρόνο εργασίας δεν είναι ανάλογη όσον αφορά το θέμα των μισθών και των συλλογικών συμβάσεων. Μπορεί να αυτοεπαίρεται το υπουργείο Εργασίας ότι προχώρησε στην «τέταρτη αύξηση» στον κατώτατο μισθό, ωστόσο τα επιπλέον 39 καθαρά ευρώ δε φτάνουν ούτε για μια λαϊκή αγορά. Το εν λόγω μέτρο αφορά μόλις 500.000, ενώ περίπου δύο εκατομμύρια εργαζόμενοι είτε δεν έχουν πάρει ευρώ αύξηση (καθώς οι 3 στους 4 δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις), είτε σε κλάδους όπου οι επιχειρήσεις σημειώνουν τεράστια κέρδη, οι όποιες ΣΣΕ υπογράφηκαν προβλέπουν αυξήσεις-ψίχουλα για το 2024: Οι τράπεζες έδωσαν 1%(!), τα ξενοδοχεία 5%, οι βιομηχανίες τροφίμων-ποτών 5%, οι τσιμεντοβιομηχανίες 4%, όταν ο μέσος (επίσημος) πληθωρισμός το 2022 ήταν 9,6% και το 2023 4,2%.
Αψευδής μάρτυρας, το ύψος των μισθών για το 2023, καθώς 1 στους 7 αμείβεται με κάτω από 500 ευρώ, ενώ κάτω από 1.000 ευρώ λαμβάνει το 55% των εργαζομένων, όταν το 2022, τα συνολικά κέρδη EBITDA των 500 πιο κερδοφόρων εταιρειών της χώρας αυξήθηκαν κατά 75,5%!
«Δεν θα πεθάνουμε για τα κέρδη τους! Δε θα πολεμήσουμε για τα συμφέροντά τους!»
Η κυβέρνηση «καμαρώνει» που έχει μειώσει το «μη μισθολογικό κόστος» εργασίας, δηλαδή τις ασφαλιστικές εισφορές και ότι θα τις μειώσει περαιτέρω, ικανοποιώντας τις απαιτήσεις του κεφαλαίου. Κι όμως όπως δείχνει η Eurostat, η Ελλάδα, όσον αφορά στο ωριαίο κόστος εργασίας, κατατάσσεται στη δεύτερη «φθηνότερη» ζώνη των χωρών της Ευρώπης και 23η στην κατάταξη στην ΕΕ, πολύ πιο κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και κοντά σε Βουλγαρία και Ρουμανία! Επιπλέον οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δουλεύουν τις πιο πολλές ώρες εργασίας, 41 την εβδομάδα, σε όλη την ΕΕ, όταν ο μέσος όρος είναι 37,5 ώρες. Πώς να μην οδηγηθούμε στη μακάβρια στατιστική των εργοδοτικών εγκλημάτων που αυξάνονται χρόνο με τον χρόνο; Μόνο στις πρώτες 100 μέρες του 2024 μετράμε 33 νεκρούς και 60 σοβαρά τραυματισμένους εργάτες.
Αντί λοιπόν για λιγότερη δουλειά, υπό καλύτερες συνθήκες εργασίας και με αξιοπρεπείς μισθούς, η κυβέρνηση και η ΕΕ αντιτείνουν με τον πιο κυνικό τρόπο το «όραμα» της δουλειάς μέχρι τα βαθιά γεράματα, και «καταδικάζουν» τους σημερινούς εφήβους σε εργάσιμο βίο 38-39 χρόνων και έξοδο στη σύνταξη στα… 72,5 έτη, με πολύ χαμηλότερες συντάξεις, αφού το ποσοστό αναπλήρωσης από 75% το 2022 θα περιοριστεί σε 53% το 2070.
Αυτός ο κοινωνικός μεσαίωνας δεν μπορεί να είναι το μέλλον μας. Οι εργαζόμενοι/ες, η νεολαία, οι άνεργοι σηκώνουν το γάντι και την 1η Μάη, θα διαδηλώσουν απεργιακά διαμηνύοντας στην κυβέρνηση, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ, το κεφάλαιο ότι «δεν θα πεθάνουμε για τα κέρδη τους! Δε θα πολεμήσουμε για τα συμφέροντά τους!», ότι μας αξίζει μια άλλη ζωή, χωρίς εκμετάλλευση, πείνα και πολέμους, μια ζωή ελεύθερη και χειραφετημένη από κάθε είδους δεσμά.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (27.4.24)