Παναγιώτης Ξοπλίδης
Στις πρόωρες εκλογές αυτής της Κυριακής, 10 Μαρτίου, τα δύο μορφώματα της πορτογαλικής Αριστεράς αγωνίζονται κυριολεκτικά για την πολιτική τους επιβίωση, πληρώνοντας το τίμημα της συγκυβέρνησης και της συναίνεσης.
Η Πορτογαλία οδεύει στις 10 Μάρτη σε πρόωρες εκλογές. Η Αριστερά παλεύει για την επιβίωσή της, ενώ στο προσκήνιο έρχονται φασίστες, ένα νέο κόμμα νεοφιλελεύθερων αρπακτικών κι ένα φιλομοναρχικό — σε μια χώρα που η μοναρχία εκδιώχθηκε το 1910! Η νέα «εποχή των τεράτων» ρίχνει τη σκιά της στις εκλογές που κλήθηκαν μετά από την παραίτηση του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Αντόνιο Κόστα, υπό το βάρος ενός σκανδάλου διαφθοράς που αφορούσε έργο κατασκευής ενός κέντρου δεδομένων (data center) ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Με τροφοδοσία μόνο από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υποτίθεται ότι ήταν η μεγαλύτερη ξένη επένδυση τα τελευταία 30 χρόνια. Αποκαλύφθηκε, όμως, ένα δίκτυο δωροδοκιών για διευκόλυνση επενδυτικών σχεδίων του «πράσινου καπιταλισμού», στα οποία περιλαμβάνονταν και η εξόρυξη λιθίου.
Οι Σοσιαλιστές κυβερνούν τη χώρα το μεγαλύτερο μέρος των 50 χρόνων μετά την Επανάσταση των Γαρυφάλλων που σηματοδότησε το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας. Όποτε χρειάστηκαν βοήθεια για να σχηματίσουν κυβέρνηση, την βρήκαν από το Μπλόκο της Αριστεράς, αλλά και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Το 2015, όταν τα δύο καθεστωτικά κόμματα κατέρρευσαν υπό το βάρος της οικονομικής κρίσης, τα δύο αριστερά κόμματα εγγυήθηκαν τη σταθερότητα, στηρίζοντας κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλιστών. Το αποτέλεσμα ήταν η δική τους εκλογική κατάρρευση, με τον Κόστα να κερδίζει άνετη πλειοψηφία το 2022, όταν το Μπλόκο έπεσε στο 4,4%, χάνοντας 5,1%, ενώ το ΚΚ βρέθηκε στο 4,2%, χάνοντας 2,04%. Την ίδια στιγμή, το ακροδεξιό Chega εκτοξεύτηκε από το 1,3% το 2019 στο 7,3% το 2022. Οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν νέα άνοδό του, πάνω από το 15%, ενώ τα ποσοστά των κομμάτων της Αριστεράς βρίσκονται σε ιστορικό χαμηλό.
Οι Σοσιαλιστές, με νέο ηγέτη τον Πέδρο Νούνο Σάντος, πιέζουν με τη γραμμή της «χαμένης ψήφου», αν και το Μπλόκο πρότεινε ήδη κυβερνητική συνεργασία με πυξίδα το κεκτημένο της Επανάστασης των Γαρυφάλλων, τη «δημοκρατία και το κοινωνικό κράτος». Οι υποσχέσεις μιας πιθανής «προοδευτικής διακυβέρνησης» αφορούν τώρα τη στήριξη κοινωνικής ασφάλισης, υγείας, παιδείας, με αυξήσεις μισθών. Ωστόσο, δεν προβλέπεται ακύρωση των δρομολογημένων ιδιωτικοποιήσεων και όσον αφορά το δημόσιο χρέος, δηλώνεται ότι η «προσαρμογή θα μπορούσε να είναι πιο σταδιακή από ό,τι ήταν τα τελευταία χρόνια». Η συντονίστρια του Μπλόκου υποστηρίζει ότι «θα διορθωθούν λάθη και θα επιλυθούν προβλήματα που η απόλυτη πλειοψηφία των Σοσιαλιστών ήταν ανίκανη να λύσει».
Σοσιαλιστές και Μπλόκο τάσσονται υπέρ της συνέχισης της στήριξης της Ουκρανίας από ΕΕ-ΝΑΤΟ, ενώ οι ΗΠΑ απαιτούν αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 2% του ΑΕΠ, με ό,τι αυτό σημαίνει για τις «προοδευτικές» υποσχέσεις.
Ρεύμα υπέρ της ακροδεξιάς, των φιλομοναρχικών και των ακραία φιλελεύθερων
Στο δεξιό στρατόπεδο έχει σχηματιστεί συνασπισμός του καθεστωτικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSD) με τους φιλοβασιλικούς, ενώ δυναμική έχει η Φιλελεύθερη Πρωτοβουλία που πρεσβεύει την πλήρη «ελευθερία της αγοράς». Οι έρευνες δείχνουν ότι προσελκύει τους πιο νεαρούς ψηφοφόρους, σε μια χώρα όπου όλο και περισσότεροι νέοι αναγκάζονται να μεταναστεύσουν λόγω χαμηλών μισθών και υψηλών ενοικίων. Ενισχυμένο στις νεότερες ηλικίες είναι και το Chega, που έχει αντισυστημική ρητορική ενάντια στο διπολικό σύστημα. Ο ηγέτης του, Αντρέ Βεντούρα, εμφανίζεται ως ο εκφραστής των συνδικάτων αστυνομικών, στρατονομίας- χωροφυλακής και υπαλλήλων των φυλακών, που διεκδίκησαν αυξήσεις έως και 700 ευρώ τον μήνα με συγκεντρώσεις έξω από τη Βουλή. Την ίδια στιγμή, τόσο το Chega όσο και η Φιλελεύθερη Πρωτοβουλία λαμβάνουν γενναία χρηματοδότηση από ιδιώτες μετόχους της μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας, Grupo Espirito Santo και τον κολοσσό ηλεκτρικής ενέργειας EDPΟ.
Η Πορτογαλία γνώρισε το μεγαλύτερο απεργιακό κύμα των τελευταίων χρόνων, με πολύμηνη απεργία των εκπαιδευτικών και πιο πρόσφατα των σιδηροδρομικών. Η κοινωνία βράζει μπροστά στη μαζική φτωχοποίηση. Αυτή η οργή, ωστόσο, δεν επικοινωνεί καθόλου με την υπάρχουσα Αριστερά. Είναι ενδεικτικό ότι το ΚΚΠ έχει μέσο όρο ηλικίας ψηφοφόρων τα 55,5 έτη. Υποστηρίζει ότι έχει 50 χιλιάδες μέλη, ωστόσο αυτή τη στιγμή δίνει μάχη επιβίωσης, καθώς βρίσκεται πίσω ακόμα και από το φιλοζωικό κόμμα ΡΑΝ. Σε μια χώρα όπου η αποχή βρίσκεται σταθερά κοντά στο 50%, με διάλυση οργανώσεων συλλογικής διεκδίκησης, με το φοιτητικό κίνημα ανύπαρκτο στα 50 χρόνια «δημοκρατίας και κοινωνικού κράτους» –με ταυτόχρονη ιδιωτική παιδεία και δίδακτρα– η Αριστερά του κυβερνητισμού και της κοινωνικής ειρήνης είναι πλέον μάλλον περιττή.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (9.3.24)