Καλομοίρα Σωτηρίου
Τα πρώτα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας έγιναν πρωτόγνωρα βήματα στον τομέα της απελευθέρωσης της γυναίκας καθώς και των σεξουαλικών σχέσεων γενικότερα. Πέρα από τις αλλαγές στη νομοθεσία (διαζύγιο, εκτρώσεις, ομοφυλοφιλία, παιδιά εκτός γάμου, συμβίωση εκτός γάμου), επιδιώχθηκε με τη δημιουργία κοινωνικών δομών η απελευθέρωση της γυναίκας από τη «σκλαβιά» της εργασίας στο οικογενειακό νοικοκυριό. Ο εμφύλιος και η οικονομική κατάρρευση αρχικά και πολιτικές επιλογές στη συνέχεια υπονόμευσαν αυτές τις κατακτήσεις.
«Δεν υπάρχει κράτος που να έχει κάνει τα μισά από όσα έκανε η σοβιετική κυβέρνηση για τις γυναίκες τους πρώτες μήνες εξουσίας της», περηφανευόταν ο Λένιν. Κι είναι αλήθεια ότι το κόμμα των μπολσεβίκων, με την καθοριστική συμβολή της Αλεξάντρα Κολοντάι, ενσωμάτωσε εξαρχής τις πιο προωθημένες εκδοχές αιτημάτων της εποχής για την ανάγκη εξάλειψης των διακρίσεων κατά των γυναικών, για την ισότιμη ένταξή τους στην παραγωγή και την πολιτική συμμετοχή. Τα αιτήματα αυτά είχε διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό με τη δουλειά της η Κλάρα Τσέτκιν στο γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, του οποίου υπήρξε δραστήριο μέλος ως το 1918, συγκροτώντας χωριστές οργανώσεις γυναικών και οργανώνοντας δυναμικές καμπάνιες.
Οι δύο βασικοί άξονες παρέμβασης αμέσως μετά την επανάσταση ήταν οι ριζοσπαστικές νομικές μεταρρυθμίσεις και η κοινωνικοποίηση της οικιακής εργασίας. Και τα δύο αποσκοπούσαν στη διαμόρφωση ενός πλαισίου κοινωνικής ζωής που θα υπερέβαινε το υπόβαθρο και τη μορφή που είχε η οικογένεια στον καπιταλισμό. Η υπέρβαση αυτής της μορφής της οικογένειας και των θεμελιακών στοιχείων που διαμόρφωναν το πλαίσιο ύπαρξης και αναπαραγωγής της δεν ήταν καθόλου δευτερεύον ζήτημα για τους κομμουνιστές της εποχής (σε αντίθεση με πολλούς μεταγενέστερους…), αφού για αυτούς η διατήρησή αυτής της «ιστορικά ξεπερασμένης» μορφής κοινωνικής οργάνωσης, όπως τη χαρακτήριζαν, συσχετιζόταν τόσο με τον οικονομικό-κοινωνικό της ρόλο όσο με την ιδεολογική της λειτουργία μέσα στον καπιταλισμό.
Στο πεδίο των νομικών μεταρρυθμίσεων, οι μπολσεβίκοι ενέταξαν ήδη από το 1917 στο σχέδιο για τη διαμόρφωση συστήματος κοινωνικής ασφάλισης μέτρα για την προστασία της γυναικείας εργασίας και άδεια κύησης 16 εβδομάδων. Το 1918 ο νέος οικογενειακός κώδικας θεμελίωσε τη νομική ισότητα των συζύγων, διευκόλυνε την έκδοση διαζυγίου, κατάργησε τη διάκριση νόμιμων και «νόθων» παιδιών, θεμελίωσε το δικαίωμα στην εκπαίδευση και εργασία και εγγυήθηκε την ελευθερία των γυναικών να επιλέγουν επάγγελμα. Το 1920 νομοθετήθηκε το δικαίωμα σε δωρεάν έκτρωση για πρώτη φορά στην ιστορία. To 1922 καταργήθηκαν οι νόμοι «περί σοδομισμού» κι αποποινικοποιήθηκε η ομοφυλοφιλία. Αν και δεν αποτελούσε θέμα που απασχολούσε ευρέως τη δημόσια συζήτηση, το μέτρο αυτό ήταν πιο προχωρημένο από οτιδήποτε ίσχυε στην Ευρώπη, όπου παρέμειναν αδικαίωτες αντίστοιχες διεκδικήσεις για πολλές δεκαετίες αργότερα. Ο οικογενειακός κώδικας του 1927 αναγνώρισε τη συμβίωση εκτός γάμου και θέσπισε καταβολή αποζημίωσης μετά το διαζύγιο.
Εξίσου σημαντική με τις θεσμικές αλλαγές ήταν η θεσμοθέτηση μιας σειράς μέτρων και η διαμόρφωση υπηρεσιών που στόχευαν στην κοινωνικοποίηση της γυναικείας εργασίας και στη συλλογική ανατροφή των παιδιών. Ο συλλογικός τρόπος ζωής θα απελευθέρωνε τη γυναίκα από τα οικογενειακά δεσμά και τα καθηλωτικά στοιχεία του μητρικού ρόλου. «Η θέση της οικογένειας σαν μιας κλειστής μικροεπιχείρησης, επρόκειτο να καταληφθεί, σύμφωνα με το σχέδιο, από ένα ολοκληρωμένο σύστημα μέριμνας και εξυπηρέτησης: οίκους μητρότητας, βρεφικούς σταθμούς, νηπιαγωγεία, σχολεία, κοινωνικά εστιατόρια, κοινωνικά πλυντήρια, σταθμούς πρώτων βοηθειών, νοσοκομεία, θεραπευτήρια, αθλητικές οργανώσεις, κινηματογράφους, θέατρα», γράφει ο Τρότσκι.
Το 1920 νομοθετήθηκε το δικαίωμα σε δωρεάν έκτρωση για πρώτη φορά στην ιστορία
Δίπλα στα παραπάνω, η συζήτηση για τη διερεύνηση της σεξουαλικότητας, την απελευθέρωση από την ιδιοκτησιακή αντίληψη για το «άλλο σώμα» και την κατάργηση της μονογαμίας διαμόρφωσε έναν ορίζοντα αναζητήσεων πρωτόγνωρο για την εποχή, αν και όχι χωρίς αμφισημίες. «Στη θέση της ατομικής εγωιστικής οικογένειας θα ανατείλει μια μεγάλη παγκόσμια οικογένεια των εργατών, όπου όλοι, άνδρες και γυναίκες, θα είναι πάνω απ’ όλα αδέρφια και σύντροφοι. […] Αυτές οι νέες σχέσεις θα εξασφαλίσουν στην ανθρωπότητα όλες τις χαρές του λεγόμενου ελεύθερου έρωτα […], χαρές που ήταν άγνωστες στην εμπορική κοινωνία του καπιταλιστικού καθεστώτος», έλεγε η Κολοντάι το 1920, οραματιζόμενη μια ευτυχή συνάντηση σωμάτων που αγαπιούνται και έλκονται αμοιβαία έξω από όλες τις συμβάσεις της παλιάς ηθικής, τον «φτερωτό έρωτα». Όπως γράφει η μαρξίστρια φεμινίστρια Τσίντσια Αρούτσα γι αυτήν την περίοδο, σε κανένα άλλο ιστορικό πλαίσιο δεν φάνηκαν τόσο καθαρά οι διασυνδέσεις ανάμεσα στη γυναικεία χειραφέτηση, την αυτοοργάνωση και το εργατικό κίνημα.
Οι προσπάθειες που έγιναν συνιστούσαν άλματα για μια χώρα σαν τη Ρωσία και μετασχημάτισαν μέσα σε ελάχιστο χρόνο όλο το πλαίσιο των προσωπικών και σεξουαλικών σχέσεων, παρότι δεν ήταν λίγες οι αντιδράσεις που συνάντησαν, ειδικά στην επαρχία. Είναι αλήθεια, όμως, ότι τα πράγματα στη συνέχεια δεν προχώρησαν ακριβώς σύμφωνα με την κατεύθυνση που προδιέγραφαν τα πρώτα αυτά μέτρα των μπολσεβίκων, εν μέρει και για αντικειμενικούς λόγους. Ο εμφύλιος, η κατάρρευση της σοβιετικής οικονομίας, η ιμπεριαλιστική περικύκλωση και επέμβαση δημιούργησαν τεράστιες δυσκολίες κι αποτέλεσαν τη βάση νομιμοποίησης σε μεγάλο βαθμό της ιδεολογικής, πολιτικής και κοινωνικής στροφής που συντελέστηκε ήδη μέσα στην πρώτη δεκαετία της επανάστασης και ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του ‘30. Η αδυναμία εξασφάλισης επαρκών σε αριθμό και ικανοποιητικών σε ποιότητα κοινωνικών υπηρεσιών, τα χιλιάδες εγκαταλελειμμένα παιδιά, η μαζική εξώθηση εξαθλιωμένων γυναικών στη σεξουαλική εργασία, η αδυναμία παροχής ιατρικής φροντίδας στις γυναίκες που έκαναν έκτρωση έδειχναν ότι τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα.
Και μπορεί οι οικονομικές συνθήκες να ήταν δύσκολες, όμως δεν καθορίστηκε μόνο από αυτές η πολιτική που επιλέχθηκε. Ούτε ήταν μονόδρομος η ανάκληση των νομικών μεταρρυθμίσεων για τις εκτρώσεις και την ομοφυλοφιλία, οι συλλήψεις εκδιδόμενων γυναικών και οι φυλακίσεις γονέων για παραμέληση τέκνων. Η στροφή σε τέτοια πρότυπα πειθάρχησης της ιδιωτικής ζωής συντελούνταν σε αντιστοιχία με την υιοθέτηση του τεϊλορισμού, της μονοπρόσωπης διεύθυνσης και της στρατιωτικοποίησης της εργασίας. Ο λαϊκός επίτροπος υγείας Ν. Σεμάνσκο καλούσε το 1925 σε έλεγχο της σεξουαλικής ενέργειας των εργατών ως εξής: «Αν θέλετε να λύσετε το σεξουαλικό σας πρόβλημα, δουλέψτε για το κράτος, καλλιεργήστε τη συντροφικότητα και μη συμπεριφέρεστε σαν επιβήτορες ή φοράδες έτοιμες για ζευγάρωμα». Στην πραγματικότητα, η χειραφετητική προσέγγιση των κοινωνικών και ερωτικών σχέσεων συνυπήρχε όλη τη δεκαετία του ’20 με το αφήγημα της δημιουργίας υγιών και παραγωγικών σωμάτων που θα έχτιζαν τον σοσιαλισμό, το οποίο κυριάρχησε συντριπτικά κατά τη σταλινική περίοδο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (9.3.24)