Γιώργος Παυλόπουλος
Στροφή του ευρωπαϊκού καπιταλισμού προς πιο επιθετική κατεύθυνση
Ο πρόεδρος της Γαλλίας τάχθηκε για πρώτη φορά δημοσίως υπέρ της αποστολής χερσαίων στρατευμάτων στα μέτωπα της Ουκρανίας, με τη Μόσχα να απαντά ότι κάτι τέτοιο θα σημάνει αυτομάτως την απευθείας –και όχι δι’ αντιπροσώπων– σύγκρουση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ με τη Ρωσία. Οι διαψεύσεις που ακολούθησαν δεν έπεισαν κανέναν…
«Σε αυτή τη φάση, δεν υπάρχει συναίνεση […] για να στείλουμε χερσαία στρατεύματα […]. Τίποτα, όμως, δεν μπορεί να αποκλειστεί. Θα κάνουμε οτιδήποτε προκειμένου η Ρωσία να μην νικήσει», δήλωσε ο Εμανουέλ Μακρόν, μιλώντας στη διάσκεψη που οργάνωσε στο Παρίσι τη Δευτέρα με τους επικεφαλής κυβερνήσεων και κρατών από χώρες οι οποίες στηρίζουν την Ουκρανία. Ο ίδιος, μάλιστα, σχολιάζοντας τις αντιδράσεις άλλων εταίρων του στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ και τις διαβεβαιώσεις που έσπευσαν να δώσουν πως δεν υπάρχει τέτοιο θέμα στην ατζέντα, ανάμεσά τους και του Βερολίνου, υπήρξε απολύτως ειλικρινής και συνάμα κυνικός: «Πολύς κόσμος που λέει “ποτέ” σήμερα είναι ο ίδιος που έλεγε “ποτέ άρματα μάχης, ποτέ αεροσκάφη, ποτέ πύραυλοι μακράς εμβέλειας” πριν από δυο χρόνια. Ας έχουμε την ταπεινότητα να διαπιστώσουμε πως συχνά δρούμε με έξι ως δώδεκα μήνες καθυστέρηση. Αυτός ήταν ο σκοπός της αποψινής συζήτησης: όλα είναι δυνατά αν χρησιμεύουν για να επιτύχουμε τον στόχο μας».
Ο πρόεδρος της Γαλλίας δεν έκανε τίποτa άλλο από το να μετατραπεί συνειδητά σε «λαγό», ανοίγοντας δρόμο και τσεκάροντας αντιδράσεις γύρω από ένα θέμα το οποίο είναι φανερό πως βρίσκεται πλέον στο τραπέζι και συζητείται επισήμως. Να προετοιμάσει, πρακτικά, το έδαφος για την περαιτέρω κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, όπου ήδη βρίσκονται εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, μισθοφόροι από τη Δύση, αλλά και πολυάριθμοι «σύμβουλοι» που λειτουργούν οπλικά συστήματα, εκπαιδεύουν και αναλαμβάνουν ειδικές αποστολές — ο Γερμανός καγκελάριος, Όλαφ Σολτς, έκανε λόγο συγκεκριμένα για Βρετανούς. Πρόκειται, άλλωστε, για ένα μοντέλο γνωστό και δοκιμασμένο, καθώς πολλές στρατιωτικές επεμβάσεις (ανάμεσά τους και των ΗΠΑ στο Βιετνάμ) έχουν ξεκινήσει μέσω «συμβούλων».
Η αλήθεια, μάλιστα, είναι ότι υπήρξαν και αρκετοί συνάδελφοι του Μακρόν που επιβεβαίωσαν των λόγων του το αληθές, αποδεικνύοντας ότι δεν επρόκειτο για «λάθος». Όπως είναι, για παράδειγμα, ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας, Ρόμπερτ Φίτσο, ο οποίος αναφέρθηκε στο περιεχόμενο όσων συζητήθηκαν στο Παρίσι και είπε ξεκάθαρα πως «ένας αριθμός κρατών-μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ εξετάζουν το ενδεχόμενο να στείλουν στρατεύματα στην Ουκρανία στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών». Ή ακόμη και ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος «προδόθηκε», δηλώνοντας ότι δεν υφίσταται τέτοιο θέμα «για τη μεγάλη πλειοψηφία» –κάτι που σημαίνει πως για κάποιους υφίσταται– όσων συμμετείχαν στη συνάντηση της περασμένης Δευτέρας.
Να, λοιπόν, που όσο περνά ο καιρός, πέφτουν και οι τελευταίες μάσκες και αποκαλύπτονται οι πραγματικές σκέψεις και προθέσεις. Μετά την αποστολή ενισχυμένης ναυτικής δύναμης στην Ερυθρά Θάλασσα με το πρόσχημα της προστασίας της ελεύθερης ναυσιπλοΐας, μετά τη στρατιωτική παρουσία σε αρκετά σημεία της Αφρικής, μετά την αποστολή όπλων, πυρομαχικών, τανκς και σύντομα αεροσκαφών στην Ουκρανία, τώρα στην ατζέντα μπαίνει και το σενάριο μιας άμεσης εμπλοκής στον συγκεκριμένο πόλεμο. Μιας εμπλοκής η οποία, εκτός των άλλων, προετοιμάζεται και με την τεράστια αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, με τα βήματα προς τη δημιουργία μιας ισχυρής ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας, αλλά και με την υπογραφή ολοένα περισσότερων διμερών συμφωνιών με τον Ζελένσκι.
Ακόμη και τώρα, βεβαίως, η αλήθεια είναι ότι δεν μοιάζει πολύ πιθανό να δούμε στο άμεσο μέλλον στρατεύματα κρατών-μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ –με τη μορφή οργανωμένων μονάδων που θα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή– να αναπτύσσονται στο έδαφος της Ουκρανίας. Όπως εξίσου κυνικά σχολίασε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, «σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα μιλούσαμε πλέον για την πιθανότητα, αλλά για το αναπόφευκτο μιας άμεσης σύγκρουσης [ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση]». Αυτό είναι κάτι που οι Ευρωπαίοι δεν είναι σε θέση να «σηκώσουν» και δεν θα το τολμήσουν, ειδικά όσο δεν έχουν στο πλευρό τους τις ΗΠΑ.
Δεν χωράει αμφιβολία, λοιπόν, ότι η στροφή του Μακρόν, ο οποίος αρχικά είχε κατηγορηθεί ως υπερβολικά «ενδοτικός» απέναντι στον Πούτιν, αλλά τώρα μοιάζει να μετατρέπεται στο νούμερο ένα «γεράκι» της Ευρώπης, έχει να κάνει και με τους συσχετισμούς και τις εξελίξεις εντός του ευρωπαϊκού καπιταλιστικού οικοδομήματος. Με άλλα λόγια, αναζητώντας εκείνα τα σημεία στα οποία υπερέχει και θα μπορούσε να τα εκμεταλλευτεί ώστε να αναβαθμίσει τη θέση της στην ΕΕ και να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία και την ηγεμονία της Γερμανίας, η αστική τάξη της Γαλλίας, ο πρόεδρος και η κυβέρνησή της δεν θα μπορούσαν να παραβλέψουν το γεγονός ότι διαθέτουν σημαντικό πλεονέκτημα σε στρατιωτικό επίπεδο. Τόσο διότι οι ένοπλες δυνάμεις τους συνέχισαν όλα τα προηγούμενα χρόνια τις επεμβάσεις σε άλλες χώρες –με πρώτη και καλύτερη την Αφρική– όσο και επειδή η Γαλλία είναι το μοναδικό από τα 27 κράτη της ΕΕ (μετά το Brexit) που διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο.
Υπό αυτό το πρίσμα, θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για μια «μπλόφα» του Μακρόν, ο οποίος επιχειρεί έτσι να μετατοπίσει το παιχνίδι σε ένα γήπεδο στο οποίο η Γαλλία μοιάζει να παίζει στην έδρα της και να μην το αφήσει να κριθεί στην οικονομία, όπου οι Γερμανοί παραμένουν ασυναγώνιστοι παρά την επιβράδυνση και την ύφεση. Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, είναι βέβαιο ότι σέρνει συνολικά την ΕΕ –και κυρίως τους λαούς της– σε άγνωστες εδώ και δεκαετίες και εξαιρετικά επικίνδυνες ατραπούς. Πρέπει να θεωρείται βέβαιο, άλλωστε, ότι το Βερολίνο θα σηκώσει το «γάντι» και θα επιδιώξει σε βάθος χρόνου να κατατροπώσει το Παρίσι και σε αυτό το επίπεδο.
Δεν αποκλείεται, επίσης, η απέναντι πλευρά να πει «τα βλέπω». Σε αυτή την περίπτωση, η υποτιθέμενη μπλόφα του Μακρόν θα μετατραπεί αυτομάτως σε κανονικό «χτύπημα» και αναμέτρηση μέχρι τελικής πτώσης στη γεωπολιτική τσόχα, με αρκετούς να αναγκάζονται τελικώς να ποντάρουν τα ρέστα τους. Και τους «κάτω» να πληρώνουν για μια ακόμη φορά τον λογαριασμό — σε χρήμα και σε ανθρώπινες ζωές.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (2.3.24)