Χρήστος Ρέππας
Η ελληνική επανάσταση ξεσπά μέσα στο πλαίσιο των μεγάλων κοινωνικών, οικονομικών και ιδεολογικών αλλαγών που πραγματοποιούνται τόσο στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο. Η ανάπτυξη του κινήματος του ευρωπαϊκού και νεοελληνικού διαφωτισμού και η έκρηξη της μεγάλης γαλλικής επανάστασης του 1789-1795 αποτέλεσαν τον ιδεολογικό και πολιτικό τροφοδότη της ελληνικής επαναστατικής διαδικασίας.
Η κρίση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έχει ήδη ξεκινήσει από τα μέσα του 17ου αιώνα, ο παλιός τρόπος παραγωγής, ο ασιατικός, αποσυντίθεται με την ανάπτυξη εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, εμπορικού και ναυτιλιακού κεφαλαίου. Το καθεστώς του τιμαρίου αντικαθίσταται από το εμπορευματικό τσιφλίκι. Μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα οι χριστιανικοί-ορθόδοξοι πληθυσμοί δεν διαθέτουν εθνική συνείδηση, η οθωμανική αυτοκρατορία συγκροτείται στη βάση θρησκευτικών κοινοτήτων (μιλιέτ) με κυρίαρχη τη μουσουλμανική κοινότητα. Ωστόσο η οικονομική, κοινωνική και γεωγραφική ενοποίηση του χώρου και των πληθυσμών διαμορφώνει ειδικά στο νοτιοελλαδικό χώρο τις προϋποθέσεις για την εθνική ομογενοποίηση και ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης στους χριστιανικούς-ορθόδοξους πληθυσμούς. Καθώς οι αγροτικοί πληθυσμοί εντάσσονται στις νέες κοινωνικές σχέσεις δημιουργείται και η εθνική τους συνείδηση.
Ιδεολογικά η διαδικασία της εθνικής συγκρότησης διαμορφώνεται με το κίνημα του νεοελληνικού διαφωτισμού και ειδικά στην ώριμη φάση αυτού του κινήματος στην οποία αναζητείται σχέδιο πολιτικής ανεξαρτησίας της διαμορφούμενης εθνικής κοινότητας. Οι ιδεολογικές συγκρούσεις εντάθηκαν μετά την κάθοδο των Γάλλων στα Επτάνησα (Ιούνιος 1797) ανάμεσα στους φορείς των διαφωτιστικών ιδεών και το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, που ως φορέας υπεράσπισης της Οθωμανικής τάξης πραγμάτων αναπτύσσει ένα εθελόδουλο αντιδιαφωτιστικό κήρυγμα μέσω των επιστολών του Γρηγορίου Ε’ προς τους Επτανήσιους κατ’ εντολή του ίδιου του Σουλτάνου για να εξασφαλιστεί η ευταξία του ποιμνίου και η διατήρηση της πίστης στην «Κραταιά Βασιλεία». Το αντιδιαφωτιστικό μένος του Πατριαρχείου θα συνεχιστείμε την πατριαρχική καταδίκη του Ρήγα, την έκδοση της περίφημης Πατρικής Διδασκαλίας (1798) που καταδικάζει τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης για ελευθερία και ισότητα. Στη διακήρυξη της εθελοδουλίας από το Πατριαρχείο θ’ απαντήσει ο Κοραής με την Αδελφική Διδασκαλία αλλά και με το περίφημο Υπόμνημα για την κατάσταση του πολιτισμού στην Ελλάδα (1803).
Καθοριστικές στιγμές στη συγκρότηση αυτού του σχεδίου είναι ασφαλώς το επαναστατικό έργο του Ρήγα Βελεστινλή, η έκδοση του επαναστατικού κειμένου της «Ελληνικής Νομαρχίας» του Ανωνύμου του Έλληνος και η συγκρότηση επαναστατικής οργάνωσης, της Φιλικής Εταιρείας το 1814, στην Οδησσό της Ρωσίας κατά τα συνωμοτικά πρότυπα των Καρμπονάρων. Η Φιλική Εταιρεία ήταν η επαναστατική οργάνωση που κατάφερε να οργανώσει κοινωνικές συμμαχίες και να προετοιμάσει πολιτικά και υλικά την επανάσταση, αλλά όχι και να διαμορφώσει την πορεία και την εξέλιξή της μετά την έναρξή της.
Η επανάσταση διαμορφώνει ένα κράτος εθνικό στη μορφή του και αστικό στο κοινωνικό του περιεχόμενο
Η ελληνική επανάσταση του 1821 είναι το καθοριστικό σημείο εκκίνησης για την αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων στον ελλαδικό χώρο, αλλαγή που θα συνεχιστεί ολόκληρο τον 19ο αιώνα. Είναι ταυτόχρονα και μια εθνικοαπελευθερωτική διαδικασία καθώς η σύγκρουση γίνεται με τον οθωμανό δυνάστη, αφορά μια διαφορετική εθνική θρησκευτική οντότητα. Διαμορφώνει ένα κράτος εθνικό στη μορφή του και αστικό στο κοινωνικό του περιεχόμενο. Καταλύει ουσιαστικά τον ασιατικό δεσποτισμό σε όλα τα επίπεδα μετατρέποντας τον χτεσινό ραγιά σε πολίτη και οργανώνει τον λαό σε έθνος μέσω της συγκρότησης ενός συνταγματικού δημοκρατικού κράτους. Ενός κράτους που στηρίζεται στη διάκριση των εξουσιών και στην κατοχύρωση ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, ειδικά με τα πολιτεύματα της Επιδαύρου και της Τροιζήνας. Το ξεκίνημα της στηρίζεται σε μια συμμαχία μεσοαστικών στρωμάτων και αγροτικών λαϊκών μαζών που εξαναγκάζει τόσο το μεγαλοαστικό στοιχείο των νησιών όσο και τους προεστούς της Πελοποννήσου να συμμετάσχουν σ’ αυτήν. Ειδικότερα οι κοτζαμπάσηδες έχουν ν’ αντιμετωπίσουν το υπαρξιακό δίλημμα της συμμετοχής στην επανάσταση: Ή θα παρέμεναν στην οθωμανική διοίκηση αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο να ηττηθούν και να χάσουν τις τεράστιες γαιοκτησίες που κατείχαν με κατάσχεση και μοίρασμά τους στους αγρότες ή θα συμμετείχαν στην επανάσταση και θα προσπαθούσαν να την ελέγξουν από τα μέσα διαφυλάττοντας ή και αυξάνοντας τις περιουσίες τους.
Επέλεξαν τον δεύτερο δρόμο. Στην πορεία της επανάστασης θα προσπαθήσουν να κατοχυρώσουν την ηγεμονία τους στα κρατικά όργανα που προέκυψαν άλλοτε συμμαχώντας -ένα τμήμα τους, το πιο αστικοποιημένο- με τους αστούς πολιτικούς των νησιών (πρώτος εμφύλιος πόλεμος) και στη συνέχεια με τους παραδοσιακούς εκπροσώπους της τάξης τους και τους στρατιωτικούς εκπροσώπους της Πελοποννήσου (δεύτερος εμφύλιος) σε μια προσπάθεια κατοχύρωσης των συμφερόντων τους που αποδείχτηκε φρούδα. Οι εμφύλιοι πόλεμοι -που έφεραν την επανάσταση από στρατιωτική άποψη στο χείλος της καταστροφής- είναι σύγκρουση δύο βασικών τάξεων που μετέχουν στην επανάσταση, της αστικής τάξης των νησιών με τους γαιοκτήμονες της Πελοποννήσου (παραδοσιακούς και αστικοποιημένους) που άλλοτε συμμαχούν και άλλοτε ανταγωνίζονται για την ηγεμονία στους νεοδημιουργημένους πολιτικούς θεσμούς της επανάστασης αλλά και για τις διεθνείς συμμαχίες του ελληνικού κράτους. Σ’ αυτές προσκολλούνται κοινωνικές ομάδες που δεν έχουν τη δυνατότητα να έχουν αυτόνομο ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις. Είτε για τη μερίδα των αρματολών της Ρούμελης που συμμαχεί με την αστική μερίδα των νησιών και αμείβεται γενναιόδωρα με τα χρήματα των αγγλικών δανείων είτε για τους στρατιωτικούς της Πελοποννήσου που εκτός από τις αντιθέσεις που είχε με τους προεστούς είχε και δεσμούς επικοινωνίας μαζί τους. Η αστική μερίδα με επικεφαλής τον Α. Μαυροκορδάτο και τον Γ.Κουντουριώτη προκρίνει την πολιτική συμμαχία με την Αγγλία, την ισχυρότερη καπιταλιστική δύναμη της εποχής, που είναι και παγκόσμια δύναμη στη θάλασσα,ενώ η παραδοσιακή μερίδα των γαιοκτημόνων και των στρατιωτικών της Πελοποννήσουείναι προσανατολισμένη προς την ορθόδοξη Ρωσία και υποστηρίζει το σχέδιο των τριών ηγεμονιών που είχε υποβάλλει ο Νέσελροντ (γραμματέας του τσάρου) στην Ιερά Συμμαχία. Νικήτρια θ’ αναδειχθεί η αστική μερίδα με επιβολή των δικών στρατηγικών στόχων πάνω στους κοτζαμπάσηδες, στο έδαφος της σχεδόν καταστροφής της Επανάστασης από τους Τουρκοαιγυπτίους. Αυτή την καταστροφή θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο Καποδίστριας, συνεχίζοντας τη αστική στρατηγική του ενιαίου συγκεντρωτικού κράτους μέσα από το δρόμο του βοναπαρτισμού.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (23.3.24)