Αναδημοσίευση από τον Σελιδοδείκτη
Το Νομοσχέδιο για τα «μη κρατικά – μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια- ιδιωτικά πανεπιστήμια» αποτελεί αντιδραστική τομή στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας και του δημόσιου πανεπιστημίου.
Η εξαγγελία της κυβέρνησης για παράκαμψη του άρθρου 16 του Συντάγματος, περί «παροχής ανώτατης εκπαίδευσης αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση», διά της συνδρομής του άρθρου 28 του Συντάγματος, περί «διεθνούς δικαίου και διεθνών συμβάσεων … που υπερισχύουν από κάθε άλλη διάταξη νόμου … εφόσον τηρείται ο όρος της αμοιβαιότητας», πυροδότησε νέο κύκλο συζητήσεων, σχετικά με το παρόν και το μέλλον της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Το νομοσχέδιο που επίκειται να κατατεθεί στη Βουλή δε λέει κουβέντα για:
- Υποδούλωση σε επιχειρηματικά συμφέροντα κι όχι απελευθέρωση της ανώτατης εκπαίδευσης από το κρατικό μονοπώλιο όπως ευαγγελίζονται οι κυβερνητικοί αλλά και μέρος αντιπολιτευτικών εσμών.
- Πόλεμο στα παιδιά των οικογενειών από τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα που θα τα εμποδίζει να συναντηθούν με την πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
- Eμπορευματοποίηση και κατηγοριοποίηση προγραμμάτων σπουδών, σχολών και πανεπιστημίων σε βάρος της αξίας των πτυχίων και των δικαιωμάτων των αποφοίτων μας.
- Yπονόμευση του έργου και των συνθηκών εργασίας στα πανεπιστήμιά με κίνδυνο να διαρραγεί η διαλεκτική σχέση εκπαίδευσης κι έρευνας,
Το σχέδιο νόμου έρχεται σε συνέχεια πλήθους νομοθετικών παρεμβάσεων, διαδοχικών κυβερνήσεων την τελευταία 20ετία, που σκοπό έχουν την ιδιωτικοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη χώρα μας, είτε διά της εμπορευματοποίησης των λειτουργιών των δημόσιων Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων – ΑΕΙ – βλέπε: προσοντολόγιο Γαβρόγλου που εκτόξευσε τα δίδακτρα στα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών, βλέπε: ίδρυση και λειτουργία ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων με δίδακτρα, βλέπε: προγράμματα διά βίου εκπαίδευσης με δίδακτρα, εμπορική εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας και των υποδομών των δημοσίων πανεπιστημίων, βιομηχανικά διδακτορικά και εμπορική εκμετάλλευση της έρευνας και καινοτομίας που παράγεται στα δημόσια πανεπιστήμια και τώρα βλέπε: άνοιγμα της ανώτατης εκπαίδευσης στο επιχειρηματικό κεφάλαιο.
Για όλα αυτά συνυπογράφουμε ότι
“… ο αγώναs για ένα άλλο πανεπιστήμιο είναι συνυφασμένοs οργανικά με όλους τουs αγώνες εναντίον των κυρίαρχων αλλοτριωτικών και εκμεταλλευτικών σχέσεων, για τn χειραφέτηση τns εργασίαs και τns κοινωνίαs. Η επιτυχής έκβασή του θα σημάνει τnν απελευθέρωση τns επιστήμης από τα στενά κεφαλαιοκρατικά όρια λειτουργίας της, τnν ανάδειξη της σε αυτό που εν δυνάμει αποτελεί, σε συλλογική-καθολική δύναμη τns ανθρωπότητας”. Από άρθρο του Περικλή Παυλίδη «Το πανεπιστήμιο στο καθεστώς του ακαδημαϊκού καπιταλισμού» , Σελιδοδείκτης, 2019, τεύχος 7
Επείγει η συγκρότηση παν εκπαιδευτικού μετώπου και αποφασιστικού αγώνα ανατροπής των αντιδραστικών σχεδίων. Η αυριανή πανελλαδική κινητοποίηση πρέπει να είναι το εναρκτήριο λάκτισμα των αγωνιστικών κινητοποιήσεων Στην κατεύθυνση αυτή ο Σελιδοδείκτης θα πάρει πρωτοβουλίες. Σαν πρώτη ανοίγει με την ανάρτηση δηλώσεων αντίθεσης Πανεπιστημιακών, που θα ανανεώνονται συνεχώς
Παραθέτουμε δηλώσεις πανεπιστημιακών:
του Γιώργου Γρόλλιου, ομότιμου καθηγητή Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Α.Π.Θ.
Η επιμονή στην επιβολή της λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μέσω ωμής παραβίασης του Συντάγματος συνδέεται α) με τις δεσμεύσεις της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς του Μητσοτάκη προς τμήματα του ελληνικού και ξένου κεφαλαίου που επιθυμούν να επενδύσουν στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα προσδοκώντας σε ανάλογα κέρδη, β) με τη θέληση της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς του Μητσοτάκη να πάρει ρεβάνς για την πολιτική της ήττα στη μάχη για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος στη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, όταν ένα ορμητικό φοιτητικό κίνημα ανέτρεψε την ανάλογη προσπάθεια της τότε κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, γ) με την επιδίωξη της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς του Μητσοτάκη να επιταχύνει τη διαδικασία επιχειρηματικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας, δηλαδή την αμεσότερη υπαγωγή της στις ανάγκες του κεφαλαίου και τη λειτουργία των πανεπιστημίων, ιδιωτικών και δημόσιων, ως προσαρτημάτων των επιχειρήσεων και δ) με τον στόχο της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς του Μητσοτάκη να εκκαθαρίσει τις εστίες αμφισβήτησης της κυρίαρχης αστικής πολιτικής και ιδεολογίας και της αντίστασης σ’ αυτές στο εσωτερικό των δημόσιων πανεπιστημίων, χρησιμοποιώντας τα ιδιωτικά ως υποδείγματα ιδρυμάτων στα οποία δεν υπάρχουν πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Σε μια εποχή κατά την οποία εκείνοι που έχουν κηρύξει πόλεμο ενάντια στις λαϊκές κοινωνικές τάξεις και στρώματα χαρακτηρίζονται από απροκάλυπτη αλαζονεία και αναλγησία, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα αποτελέσει επιβράβευσή τους. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια συνδέονται, ιδιαίτερα στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού, με την αναγωγή του κοινωνικού κυνισμού, του πεσιμισμού και της απαξίωσης της πολιτικής σε κυρίαρχες αξίες. Συνδέονται με τη θρησκευτικού τύπου πίστη στην αγορά ως πανάκεια για τη λύση όλων των προβλημάτων, με την αναγόρευση της κερδοφορίας σε μέτρο υπευθυνότητας﮲ και της κατανάλωσης σε μέτρο αξίας των ανθρώπων, καθώς και με τον άνευ όρων σεβασμό της ιεραρχίας και της εξουσίας, τον άκρατο ανταγωνισμό και ατομικισμό. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια παραμερίζουν τις έννοιες του δημόσιου συμφέροντος και της κοινωνικής ευθύνης, αξιολογώντας τις πνευματικές δραστηριότητες με βάση την ποσοτικοποίηση και την αποτελεσματικότητα που εξυπηρετούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Με βάση τα προηγούμενα, η αναγκαιότητα της συλλογικής εναντίωσης στα κυβερνητικά σχέδια για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι φανερή. Με την απαραίτητη σημείωση, όμως, ότι εννοούμε μια εναντίωση η οποία δεν θα γίνεται στη βάση μιας λογικής ελιτίστικης απομόνωσης της ακαδημαϊκής κοινότητας, αλλά θα θεμελιώνεται στη λογική της σύνδεσης της μόρφωσης των φοιτητών με τα σύγχρονα επίμαχα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, για να ενισχύσει ακριβώς εκείνο που η νεοφιλελεύθερη Δεξιά του Μητσοτάκη προσπαθεί συστηματικά να εκκαθαρίσει στην ελληνική ανώτατη εκπαίδευση: τις εστίες ιδεολογικοπολιτικής αμφισβήτησης της κυρίαρχης αστικής πολιτικής και ιδεολογίας και της αντίστασης σ’ αυτές.
**************
του Μανώλη Δαφέρμου,
καθηγητή του τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης
Η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων που παρουσιάζονται ψευδεπίγραφα ως “ελεύθερα πανεπιστήμια” αναμένεται να έχει σοβαρότατες αρνητικές επιπτώσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και στην κοινωνία συνολικά. Καταρχάς, οι ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις τις οποίες επιχειρούν να νομιμοποιήσουν δεν αποτελούν πραγματικά πανεπιστήμια. Η επιστημονική έρευνα, που αποτελεί βασική συνιστώσα του Πανεπιστημίου, απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές, εξειδικευμένο ακαδημαϊκό και τεχνικό προσωπικό, καθώς και σε εργαστήρια και εξοπλισμό. Ένας εκπαιδευτικός οργανισμός που δεν προωθεί τη βασική και εφαρμοσμένη έρευνα δεν πληροί τα απαραίτητα κριτήρια για να χαρακτηριστεί πανεπιστήμιο.
Επιπλέον, τα δημόσια πανεπιστήμια πρόκειται να αντιμετωπίσουν ισχυρές πιέσεις ώστε να προσαρμοστούν στο ανταγωνιστικό περιβάλλον που θα δημιουργηθεί και να υιοθετήσουν αγοραία κριτήρια και πρακτικές. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης θα είναι η υποβάθμιση της ποιότητας σπουδών και ευρύτερα η υπονόμευση του ακαδημαϊκού χαρακτήρα των δημόσιων πανεπιστημίων. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα δημόσια πανεπιστήμια ωθούνται στην εισαγωγή διδάκτρων για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση οικονομικής ασφυξίας στην οποία έχουν βρεθεί λόγω της συστηματικής υποχρηματοδότησής τους. Σε ιδιαίτερα δυσμενή θέση θα βρεθούν τα δημόσια περιφερειακά Πανεπιστήμια τα οποία – εκτός των άλλων – θα αντιμετωπίσουν σημαντικές δυσκολίες να προσελκύσουν φοιτητές σε αρκετά προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών.
Συνολικά, η εν λόγω αντιδραστική τομή στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα δυσχεράνει σημαντικά τη θέση των νέων από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, ενισχύοντας τις εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανισότητες.
*****************
Γεώργιου Κάργα,
καθηγητή στο Τμήμα Αξιοποίησης Φυσικών Πόρων & Γεωργικής Μηχανικής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
H επιδιωκόμενη ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, περιλαμβάνει την ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων, αλλά και ταυτόχρονα την πλήρη «επιχειρηματικοποίηση» του δημόσιου Πανεπιστημίου το οποίο, προκειμένου να επιβιώσει θα πρέπει να λειτουργήσει ολοκληρωτικά µε όρους ιδιωτικής επιχείρησης. Με την «απελευθέρωση της αγοράς εκπαίδευσης» τα δημόσια πανεπιστήμια θα καλεστούν να υιοθετήσουν όλα τα κριτήρια των ιδιωτικών ΑΕΙ προκειμένου να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό της αξιολόγησης. Ηδη μέχρι τώρα, τα δημόσια ΑΕΙ, σαν αποτέλεσμα της συρρίκνωσης των προυπολογισμών τους έχουν
-
Επιβάλλει δίδακτρα σχεδόν σε όλα στα μεταπτυχιακά, τα οποία κυμαίνονται από 2000 έως 10000 ευρώ, ή και σε προπτυχιακές σπουδές (Ανοικτό Πανεπιστήμιο),
-
Εφαρμόζουν την ελάχιστη βάση εισαγωγής και πετάνε τμήματα της νεολαίας εκτός ΑΕΙ, για να δημιουργηθεί δεξαμενή πελατείας για τα ιδιωτικά κολλέγια και τα μελλοντικά ιδιωτικά Α.Ε.Ι
-
Δημιούργησαν τα κέντρα δια βίου μάθησης και προσφέρουν σεμινάρια κατάρτισης με αμοιβή
-
Δημιουργούν ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών με χιλιάδες ευρώ δίδακτρα
Ταυτόχρονα με την Εθνική Αρχή για την Ανώτατη Εκπαίδευση (ΕΘΑΕ) και των παραρτημάτων της σε κάθε πανεπιστήμιο (ΜΟΔΙΠ) και σε κάθε Τμήμα (ΟΜΕΑ) έχει επιβάλλει με την αξιολόγηση και την πιστοποίηση των τμημάτων τις αλλαγές στα προγράμματα σπουδών και τις κατευθύνσεις κάθε τμήματος ώστε αυτά να συνάδουν με τις «σύγχρονες ανάγκες» της αγοράς. Πρακτικά γίνεται εκκαθάριση του τοπίου από κάθε κριτική άποψη. Παράλληλα ενισχύει την δημιουργία νεοφυών επιχειρήσεων και την λεγόμενη εξωστρέφεια ώστε να προσελκύσει επενδυτές αλλά και να γίνει επενδυτής το ίδιο το ΑΕΙ. Με λίγα λόγια έχουμε κυριαρχία της λογικής «Ερευνα της μετρητοίς».
Παράλληλα τα τελευταία δύο χρόνια έγιναν και αλλαγές στην διοικητική δομή των ΑΕΙ. Το επιχειρηματικό παν/μιο έχει αποκτήσει την διοίκηση που του αναλογεί!!!
Το επόμενο «αποφασιστικό» βήμα ολοκλήρωσης της παραπάνω λογικής θα είναι η επιβολή διδάκτρων και στις προπτυχιακές σπουδές. Το ύψος των διδάκτρων βέβαια δεν θα το αποφασίσει η κυβέρνηση αλλά θα το αφήσει στην διακριτική ευχέρεια του κάθε ΑΕΙ και τμήματος όπως έκανε και με την θέσπιση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής.
Η ίδρυση των ιδιωτικών ΑΕΙ θα επιταχύνει την αλλαγή του DNA των δημόσιων ΑΕΙ, θα επιταχύνει την μετατροπή της εκπαίδευσης σε προνόμιο που κατακτιέται με το χρήμα. Ετσι θα μεγαλώσει η κοινωνική αδικία, η μορφωτική ανισότητα και ο ταξικός διαχωρισμός.
Το διακύβευμα λοιπόν είναι πολύ μεγάλο και σημαντικό.
Οφείλουμε να έχουμε τη φιλοδοξία από την αναμέτρηση η κυβέρνηση της ΝΔ να φάει ένα γερό χαστούκι από το νεολαιίστικο και ευρύτερο λαϊκό κίνημα για ακόμη μια φορά και το φοιτητικό κίνημα να αποτελέσει τον πυροκροτητή αυτής της μάχης.
******************
του Σταύρου Μαυρουδέα,
καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας στο τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Πάντειου Πανεπιστημίου
Το ψευδεπώνυμο και βιαστικά προωθούμενο νομοσχέδιο για το «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο» στοχεύει στην δραστική μετατροπή του πανεπιστημίου σε πεδίο επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η δημιουργία του Επιχειρηματικού Πανεπιστημίου είναι στόχος του συστήματος που εδώ και αρκετά χρόνια προωθείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και υπηρετείται από όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις. Ισχυρά πολιτικο-οικονομικά συμφέροντα, εγχώρια και υπερεθνικά, προσβλέπουν στην επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου καθώς αναζητούν απεγνωσμένα νέα πεδία κερδοφορίας. Η κυβέρνηση της ΝΔ το προωθεί με τον πιο βάναυσο τρόπο καθώς δεν διστάζει να παραβιάσει ακόμη και τις συνταγματικές απαγορεύσεις. Αν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, υπονόμευσαν εκ των έσω το δημόσιο πανεπιστήμιο επιτρέποντας και προωθώντας επιχειρηματικές δραστηριότητες πίσω από το δημόσιο μανδύα, τώρα επιδιώκεται και η δημιουργία καθαρά ιδιωτικών επιχειρηματικών ιδρυμάτων. Αρχικά αυτά ενδύονται το φύλλο συκής του «μη κερδοσκοπικού» όταν είναι πασίγνωστο ότι πίσω από αυτό αναπτύσσονται καθαρά κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Προβάλλονται σαν «ελεύθερα» ιδρύματα (από τον κρατικό έλεγχο) όταν είναι δέσμια επιχειρηματικών συμφερόντων. Υπόσχονται μεγαλύτερη πρόσβαση εισακτέων όταν οδηγούν σε αύξηση του ανταγωνισμού που μοιραία οδηγεί, όπως και στο εξωτερικό, σε συρρίκνωση (ή και χρεωκοπίες) πανεπιστημίων. Με την εισαγωγή διδάκτρων κάνουν πιο ακριβή (την ήδη ακριβή) πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ταυτόχρονα θα περιορίσουν τις δυνατότητες πρόσβασης σε αυτή των λαϊκών τάξεων καθώς μέσω του ανταγωνισμού θα οδηγήσουν στην περαιτέρω επιχειρηματικοποίηση και των δημόσιων πανεπιστημίων. Θα οδηγήσουν σε υποβάθμιση του γνωστικού περιεχομένου των σπουδών (καθώς οι απαιτητικές σπουδές απαιτούν και μεγαλύτερες δαπάνες υποδομών κλπ.) αλλά και μειωμένα επαγγελματικά δικαιώματα, όταν τα επιχειρηματικά πανεπιστήμια προσπαθούν να μειώσουν κόστη και ταυτόχρονα η καπιταλιστική αγορά θέλει φθηνούς και εύπλαστους εργαζόμενους.
Η μεγάλη εργαζόμενη πλειονότητα της χώρας δεν έχει να κερδίσει τίποτα αλλά αντιθέτως έχει να χάσει πάρα πολλά από τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Δεν έχει να περιμένει τίποτα από τις σκιαμαχίες των καθεστωτικών κομμάτων που πέρα από τις επιμέρους διαφωνίες τους συμπλέουν στην επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου και της εκπαίδευσης ευρύτερα. Όμως ο κόσμος της εργασίας, εάν συνειδητοποιήσει την κατάσταση, μπορεί να ανατρέψει συσχετισμούς και μέτρα όπως έγινε με την παλαιότερη προσπάθεια κατάργησης του άρθρου 16.
********************
του Κώστα Σκορδούλη,
καθηγητή Επιστημολογίας και Διδακτικής Μεθοδολογίας της Φυσικής στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρου ΠΤΔΕ-ΕΚΠΑ.
Γιατί είμαστε εναντίον της θεσμοθέτησης ιδιωτικών πανεπιστημίων
Γιατί η εκπαίδευση είναι δικαίωμα όλων των πολιτών και θα πρέπει να παρέχεται δωρεάν για όλες και όλους. Η εκπαίδευση δεν είναι εμπόρευμα.
- Γιατί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα είναι ιδιωτικές επιχειρήσεις. Θα επενδυθούν κεφάλαια από γνωστά funds με σκοπό το κέρδος. Ο όρος «μη κερδοσκοπικά» είναι απλά ρητορικό τρικ και πρόκληση στην νοημοσύνη μας.
- Γιατί το κέρδος και η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι έννοιες ασύμβατες. Κάθε προσπάθεια ανάπτυξης κριτικής σκέψης και θεωρίας σταματά στην πόρτα της καπιταλιστικής επιχείρησης. Στα ιδιωτικά πανεπιστήμια η σκέψη και η έκφραση ελεύθερης γνώμης θα είναι κάτω από ασφυκτικό έλεγχο.
- Γιατί η διδασκαλία δεν μπορεί να είναι ελεγχόμενη. Η διδασκαλία αποτελεί ηθικό εγχείρημα.
- Γιατί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα είναι κατ’ ευφημισμό πανεπιστήμια. Χωρίς ανθρωπιστικές και κοινωνικές σπουδές. Η επένδυση σε αυτές δεν «συμφέρει».
- Γιατί η πρόσβαση στα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα είναι ανοιχτή μόνο για όσους έχουν να πληρώσουν βαθαίνοντας με αυτό τον τρόπο τις κοινωνικές ανισότητες.
- Γιατί ενώ για τα δημόσια πανεπιστήμια υπάρχει (κακώς) ελάχιστη βάση εισαγωγής, στα ιδιωτικά δεν θα υπάρχει τέτοιο κριτήριο, για να δέχονται όσο το δυνατόν περισσότερους «πελάτες».
- Γιατί αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την βίαιη και τεχνητή μεταβολή του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας. Τα περιφερειακά πανεπιστήμια θα συρρικνωθούν και πολλά τμήματα θα εξαφανιστούν ή θα συγχωνευθούν.
- Γιατί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα είναι κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης στην καλύτερη περίπτωση, αφού δεν προβλέπεται να επενδύσουν σε ερευνητικές υποδομές και να αναπτύξουν την έρευνα. Πανεπιστημιακή εκπαίδευση χωρίς σύνδεση με την έρευνα δεν νοείται.
- Γιατί οι απόφοιτοι των ιδιωτικών επιχειρήσεων που θα αυτό-αποκαλούνται πανεπιστήμια θα έχουν τα ίδια ακαδημαϊκά και επαγγελματικά δικαιώματα με τους αποφοίτους των δημοσίων πανεπιστημίων. Αυτό σημαίνει μια βίαιη υποβάθμιση των πτυχίων των δημοσίων πανεπιστημίων και των πτυχιούχων τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους θα μας βρουν απέναντι όπως τότε με την πρώτη προσπάθεια αναθεώρησης του άρθρου 16.
********************
του Γιάννη Μηλιού,
ομότιμου καθηγητή ΕΜΠ
Για ένα κίνημα ενάντια στην υποβάθμιση και ιδιωτικοποίηση των Πανεπιστημίων
Στην Ελλάδα, όπως και σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες έχει επικρατήσει κατά τις τελευταίες δεκαετίες το βορειοαμερικανικό μοντέλο για την τριτοβάθμια πανεπιστημιακή εκπαίδευση: το μοντέλο αυτό επιτρέπει μια ευρεία πρόσβαση της νεολαίας στις Σχολές, σε αντιστοιχία, ως ένα ορισμένο βαθμό, με τη ζήτηση των νοικοκυριών για πανεπιστημιακούς τίτλους σπουδών, ανεξάρτητα από τις αντίστοιχες θέσεις που αναδημιουργεί ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας (οι «ανάγκες της οικονομίας» για πτυχιούχους). Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, τη «λύση» στον γρίφο πτυχιούχοι – θέσεις εργασίας καλείται να δώσει αποκλειστικά η αγορά. Οι πτυχιούχοι πρέπει να είναι ευέλικτοι να ενταχθούν σε οποιαδήποτε θέση εργασίας, πέραν αυτών που αντιστοιχούν στους τίτλους σπουδών τους. Στην «ιδανικά αγοραία» εκδοχή του μοντέλου, θα προκύψει από την αγορά και μια αντίστοιχη ιεράρχηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, με διαφοροποιημένο κύρος των πτυχίων, ενώ η «περίσσεια» επιστημόνων θα λειτουργεί ως βασική προϋπόθεση για την καθήλωση των αποδοχών τους.
Πυλώνας του μοντέλου αυτού είναι η εισαγωγή του ιδιωτικού κεφαλαίου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τα πανεπιστήμια-επιχειρήσεις. Για να λειάνουν το έδαφος ώστε να παρακαμφθεί ο σκόπελος του άρθρου 16 του Συντάγματος, οι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις από το 2008 μέχρι σήμερα υποβαθμίζουν συστηματικά το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Όπως γίνεται φανερό από μια πρόσφατη έρευνα που συνυπογράφω (https://www.efsyn.gr/ellada/
Πρόκειται για μια πορεία που υπονομεύει το επιστημονικό επίπεδο των σπουδών, υποτάσσει τη γνώση στις προτεραιότητες του κέρδους των επιχειρήσεων, δυσχεραίνει την πρόσβαση στην πανεπιστημιακή γνώση των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων. Καθώς αποτελεί στρατηγική όλων των κομμάτων που κυβέρνησαν κατά την τελευταία εικοσιπενταετία, η μόνη δυνατότητα ανατροπής της μπορεί να προέλθει μόνο από το εκπαιδευτικό και το ευρύτερο εργατικό-λαϊκό κίνημα. Διότι η ποιοτική δημόσια εκπαίδευση με κριτήριο την επιστήμη και την ολοκληρωμένη γνώση δεν μπορεί παρά να συνδυάζεται με την κατοχύρωση των λαϊκών εισοδημάτων και εργασιακών δικαιωμάτων, σύμφωνα με τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες και τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας.
*************
του Περικλή Παυλίδη
Καθηγητή ΠΤΔΕ ΑΠΘ
Η προσπάθεια νομιμοποίησης των ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι συνυφασμένη με την επιχειρούμενη εδώ και καιρό βαθιά μετάλλαξη του δημόσιου πανεπιστημίου, της αποστολής και του τρόπου λειτουργίας του.
Η Νέα Δημοκρατία, ήδη από την προηγούμενη κυβερνητική θητεία της, έπληξε καίρια τη λειτουργία των δημόσιων ΑΕΙ. Περιόρισε την πρόσβαση σε αυτά, μειώνοντας με την καθιέρωση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής τον αριθμό των εισακτέων, ενώ συνάμα ώθησε τα ιδρύματα σε μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση της έρευνας και των σπουδών τους, όχι μόνο των μεταπτυχιακών, οι οποίες είναι εξόχως εμπορευματοποιημένες, αλλά και των προπτυχιακών. Ταυτόχρονα, έπνιξε τα ΑΕΙ σε γραφειοκρατικές διαδικασίες αξιολόγησης, τους επέβαλε ένα συγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης, αλλά και επιχείρησε την άμεση αστυνόμευση της ακαδημαϊκής ζωής διαμέσου της απόπειρας εγκατάστασης αστυνομικών δυνάμεων στις πανεπιστημιουπόλεις.
Τα δημόσια πανεπιστήμια, βρίσκονται εδώ και χρόνια σε ζοφερές συνθήκες υποχρηματοδότησης, υποβάθμισης των υποδομών τους, καχεκτικής φοιτητικής μέριμνας, έλλειψης διδακτικού προσωπικού (με εξαιρετικά κακό λόγο διδασκόντων-διδασκόμενων), καθώς και διοικητικού και τεχνικού, ενώ υποχρεώνονται ολοένα και περισσότερο να βρίσκουν μόνα τους τους απαραίτητους για τη λειτουργία τους πόρους.
Σαφώς η επιδίωξη στην οποία αφορά η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι αγοραία. Πρόκειται για τη δημιουργία νέων επενδυτικών ευκαιριών προς εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων, τα οποία θα διεκδικήσουν μερίδιο από την αγορά υπηρεσιών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής.
Τα ιδιωτικά ΑΕΙ θα αυξήσουν το κόστος των σπουδών στη χώρα, ενώ θα αποσταθεροποιήσουν ακόμη περισσότερο τη σχέση των πτυχίων με εργασιακά δικαιώματα. Ταυτόχρονα θα εντείνουν την επιχειρηματική μετάλλαξη των δημόσιων πανεπιστημίων, διευρύνοντας την εμπορευματοποίηση των ακαδημαϊκών προγραμμάτων. Οπωσδήποτε θα ενισχύσουν τις μορφές επισφαλούς εργασίας του ακαδημαϊκού προσωπικού.
Δέον να τονιστεί ότι το ιδιωτικό πανεπιστήμιο ως κατεξοχήν επιχειρηματικός θεσμός –καθώς και το δημόσιο πανεπιστήμιο που υποχρεώνεται να λειτουργεί βάσει των νόμων της αγοράς– είναι εγγενώς ασύμβατο με τη θεμελιώδη έρευνα και επιστημονική εκπαίδευση. Κινούμενο στην κατεύθυνση της εκγύμνασης των φοιτητών για την αγορά εργασίας, υπηρετεί το κυνήγι δεξιοτήτων και τίτλων, προσφέροντας τυποποιημένες και θρυμματισμένες ακαδημαϊκές «εμπειρίες», σε βάρος των σύνθετων και απαιτητικών σπουδών, της πρωτότυπης, κριτικής και δημιουργικής επιστημονικής αναζήτησης.
Το πανεπιστήμιο όμως, ως θεσμός επιστημονικής έρευνας και εκπαίδευσης, έχει τεράστια σημασία για την ύπαρξη και ανάπτυξη της κοινωνίας. Γι’ αυτόν τον λόγο καθίσταται κοινωνικά κρίσιμος ο αγώνας ενάντια στις δυνάμεις του κεφαλαίου και τους πολιτικούς εκφραστές τους που επιδιώκουν την ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, για ένα δημόσιο πανεπιστήμιο το οποίο
α) υπηρετεί συλλογικές ανάγκες, προσφέρει επιστημονική έρευνα και εκπαίδευση ως δημόσια αγαθά
β) λειτουργεί ως αυτοδιοικούμενη κοινότητα, θεμελιωμένη στη δημοκρατική συμμετοχή όλων των μελών της (καθηγητών, φοιτητών, λοιπού προσωπικού)
γ) καλλιεργεί αυθεντικές παιδαγωγικές σχέσεις διδασκόντων-διδασκόμενων και συμβάλλει στην ανάπτυξη των φοιτητών ως πολύπλευρων δημιουργικών προσωπικοτήτων
δ) αφουγκράζεται τα προβλήματα και τους αγώνες της κοινωνίας, αναστοχάζεται κριτικά και σε βάθος όλες τις πλευρές της ανθρώπινης κατάστασης.
Στον κόσμο της κοινωνικής ανισότητας, του ανταγωνισμού, της εκμετάλλευσης και αποξένωσης η ελευθερία του πανεπιστημίου συνιστά διαρκές διακύβευμα αγώνα. Αποκτά δε νόημα και περιεχόμενο μόνο για το πανεπιστήμιο που συγκρούεται με τα κυρίαρχα ιδιοτελή και αγοραία συμφέροντα, λειτουργώντας ως χώρος διανοητικής αναζήτησης και προσπάθειας για τη συλλογική χειραφέτηση και πρόοδο των ανθρώπων.
***************
της Ιωάννας Κατσιαμπούρα
Επίκ. καθηγήτριας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στο ΕΣΠΑ
Για μία ακόμη φορά, όχι στα ιδιωτικά πανεπιστήμια
Δεκαεφτά χρόνια μετά το μεγάλο και νικηφόρο πανεκπαιδευτικό κίνημα για την υπεράσπιση του άρθρου 16, ουσιαστικά για την υπεράσπιση του δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου, η κυβέρνηση της Ν.Δ. προσπαθεί να επιβάλει ξανά την ίδρυση ιδιωτικών «πανεπιστημίων» υπερκερνώντας τους συνταγματικούς περιορισμούς και εναντίον τους.
Στόχος είναι η εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, που εκχωρεί όλο και περισσότερους τομείς στο ιδιωτικό κεφάλαιο, μετατρέποντάς τους σε αντικείμενο κερδοφορίας. Η πολιτική για την εκπαίδευση, που εφαρμόζεται τουλάχιστον τα τελευταία τριάντα χρόνια και στην Ελλάδα, είναι εφαρμογή ακριβώς αυτής της αρχής. Αυτό μεταφράζεται σε υποβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου και του χαρακτήρα του και θεσμοθέτηση ιδιωτικής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Το δημόσιο πανεπιστήμιο υφίσταται οικονομικό στραγγαλισμό, μετατρέπεται σε επιχείρηση, τίθενται όλο και περισσότερα προσκόμματα όσον αφορά την πρόσβαση σε αυτό (ΕΒΕ κλπ.), σε μια προσπάθεια αποδιάρθρωσης της δωρεάν και δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης, όπως πολύ καθαρά εκφράζεται με τον νόμο Κεραμέως που εφαρμόζεται ήδη.
Το οριστικό χτύπημα που ετοιμάζεται τώρα στηρίζεται σε έωλα επιχειρήματα. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ ξέρουμε πολύ καλά τι είναι τα ιδιωτικά «πανεπιστήμια» που λειτουργούν μέχρι τώρα και διεκδικούν την ισοτιμία. Επιχειρήσεις που στοχεύουν στην άγρα «πελατών», με σκοπό το κέρδος, χωρίς έρευνα, ακαδημαϊκότητα και ακαδημαϊκή ελευθερία. Με εργαζόμενους/ες που δεν μπορούν να εκπληρώσουν τον δεύτερο πυλώνα του πανεπιστημίου, την έρευνα, γιατί «κοστίζει».
Το επιχείρημα του υπουργού ότι η απόφαση στοχεύει στο «να μείνουν εδώ τα παιδιά μας» είναι αστείο: τα «παιδιά μας» θα μπορούσαν να μείνουν εδώ εάν το δημόσιο πανεπιστήμιο δεν γινόταν όλο και πιο δύσκολα προσβάσιμο, όπως ισχύει με την εκπαιδευτική πολιτική των ταξικών φραγμών που εφαρμόζεται. Τα παιδιά των λαϊκών τάξεων δεν θα είχαν κανέναν λόγο να απευθυνθούν στα ιδιωτικά κολέγια αν τους προσφερόταν δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση, αν δεν υποβαθμίζονταν όλο και περισσότερο τα περιφερειακά πανεπιστήμια, αν οι σπουδές δεν σήμαιναν ένα τεράστιο οικονομικό κόστος. Αν εν τέλει οι σπουδές και η γνώση δεν γίνονταν εμπόρευμα.
Κι ένα τελευταίο, σημαντικό σημείο: τα ελληνικά πανεπιστήμια, ακόμη και με τα κριτήρια που τίθενται από διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς βρίσκονται πολύ ψηλά στις λίστες ποιότητας, εν αντιθέσει με όσα ιδιωτικά λειτουργούν αυτή τη στιγμή. Η ισοτιμία θα είναι εις βάρος των αποφοίτων, που θα δουν τα πτυχία τους ουσιαστικά να υποβαθμίζονται στην αγορά εργασίας.
Η απάντηση του κινήματος για την υπεράσπιση του δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου πρέπει να είναι αποφασιστική και μαχητική. Γιατί ο νεοφιλελευθερισμός μας αφορά όλους και όλες και όλες και η αντιμετώπισή του πρέπει να είναι συλλογική για μία ακόμη φορά.