Κωνσταντίνα Γκόντρα
▸ Σημαντικές ευθύνες κράτους και αστυνομίας
Η γυναικοκτονία της 43χρονης Γεωργίας στη Σαλαμίνα, από τον 71χρονο σύντροφό της, έφερε ξανά στο φως το κρίσιμο ερώτημα της ύπαρξης αλλά κυρίαρχα της αντιμετώπισης της έμφυλης βίας. Σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, η κακοποίηση της Γεωργίας ήταν εμφανής και γνωστή. Μάλιστα, μόλις τρεις μέρες πριν, η ίδια είχε καταγγείλει πως ο δολοφόνος την είχε ξυλοκοπήσει, σπάζοντάς της το πόδι.
Η ΕΛΑΣ γνώριζε! Η εκπρόσωπος Τύπου της αστυνομίας δήλωσε πως «όλοι γνώριζαν» και προχώρησε σε ένα γενικόλογο κάλεσμα προς τους πολίτες να καταγγέλλουν ανάλογα περιστατικά. Βέβαια, αξίζει να επαναληφθεί πως η Γεωργία είχε μόλις καταγγείλει τον σύντροφό της για ξυλοδαρμό… Στη συνέχεια, και πάλι με πρωτοβουλία της ΕΛΑΣ, άνοιξε μία επίσης γενικόλογη συζήτηση περί των περίφημων μπουτόν πανικού, το οποίο είχε εγκαταστήσει και η Γεωργία στο κινητό της…
Η αστυνομία έχει από καιρό ξεκινήσει την καμπάνια «Σπάσε τη σιωπή», παρακινώντας άτομα που έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία να απευθυνθούν στις αρχές. Όμως, εγείρονται σημαντικά ερωτήματα αν οι προθέσεις του κράτους είναι πράγματι «αγνές» ή αν προσπαθεί να αποκρύψει κάτι άλλο. Το κράτος επιχειρεί να στήσει ένα θέατρο του παραλόγου, προσπαθώντας να πείσει την κοινή γνώμη πως ασχολείται με τα αυξημένα ποσοστά της ενδοοικογενειακής βίας
(31% αύξηση των καταγγελλόμενων περιστατικών). Την ίδια στιγμή, όμως, σε ισχύ βρίσκεται ο νόμος Τσιάρα για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια, που εγκλωβίζει γυναίκες σε κακοποιητικούς γάμους και υποχρεώνει σε ίσο χρόνο και με τους δύο γονείς τα παιδιά, ακόμη και εάν η μητέρα έχει κακοποιηθεί από τον πατέρα. Ενώ είναι καθημερινές οι αναφορές που καταγγέλλουν ελλιπή έως καθόλου ενασχόληση της ΕΛΑΣ με περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας αλλά και υποτίμηση περιστατικών — όπως φαίνεται να συνέβη και στη Σαλαμίνα.
Ειδικά, όσον αφορά την οδηγία περί χρήσης μπουτόν πανικού (άραγε πόσο εύκολο είναι να το πατήσεις όταν σε αιφνιδιάζει ο κακοποιητής;), αυτή στην ουσία αποτελεί «παυσίπονο στον μελλοθάνατο», την ώρα που η έμφυλη βία καλπάζει και οδηγεί σε όλο και περισσότερα περιστατικά κακοποίησης.
Το κράτος και η αστυνομία, μέσα από γενικότητες, προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν την κουβέντα από την πραγματικότητα. Αυτή είναι, πως τα συμβουλευτικά κέντρα των δήμων για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας υπολειτουργούν, έχουν ελλιπές προσωπικό, το οποίο διαρκώς «ανανεώνεται» και άρα αδυνατεί να αποκτήσει σταθερούς δεσμούς με τις επιζώσες. Επίσης είναι ελάχιστα, αδυνατώντας να καλύψουν την έκταση του φαινομένου. Μάλιστα, πολλές φορές δεν καταφέρνουν να καλύψουν την επιζώσα ούτε νομικά. Πιο συγκεκριμένα, η απομάκρυνση από τον κακοποιητή –που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση– δεν επιτυγχάνεται σχεδόν ποτέ, γιατί οι ξενώνες για θύματα έμφυλης βίας είναι επίσης ελάχιστοι. Οικονομική υποστήριξη δεν παρέχεται με κανένα τρόπο από το κράτος, συνεπώς τα θύματα –που πολλές φορές είναι και οικονομικά ευάλωτα– δεν βρίσκουν διέξοδο από τη φρίκη.
Το κράτος ούτε μπορεί αλλά ούτε θέλει να προτείνει τρόπους πρόληψης και αντιμετώπισης της έμφυλης βίας που να μην αποτελούν απλές «ενέσεις ανακούφισης»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (9.12.23)