Χρίστος Κρανάκης
Μέτρα για την «οπαδική βία»
Με θατσερική λογική η κυβέρνηση βάζει στο «στόχαστρο» οπαδούς και φιλάθλους, αφήνοντας φυσικά άθικτη τη βασική πλευρά: Τη σύνδεση μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, με πολιτική-μιντιακή επιρροή και φιλοδοξίες, με τις Ανώνυμες Εταιρείες ποδοσφαίρου και μπάσκετ.
Μία σειρά σκληρών μέτρων με στόχο την «πάταξη» της οπαδικής βίας ανακοίνωσε στις αρχές της εβδομάδας η κυβέρνηση. Μεταξύ αυτών προβλέπονται άδεια ποδοσφαιρικά γήπεδα, κάμερες σε περισσότερα σημεία, απρόσκοπτη δυνατότητα ελέγχου του οπτικοακουστικού υλικού από τις αρχές, σύστημα ηλεκτρονικής εισόδου και έλεγχος ταυτοπροσωπίας. Ακόμα, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ αστικών ΜΜΕ, η κυβέρνηση ζητάει από τις δικαστικές αρχές να κινηθούν σε λογική «Χρυσής Αυγής», δηλαδή να συνενώσoυν και να ομαδοποιήσουν δικογραφίες που αφορούν την αθλητική βία, με σκοπό να καταστεί πιο εύκολη η απόδοση κατηγορίας περί «σύστασης εγκληματικής οργάνωσης». Οι «γαλάζιοι» εκπρόσωποι διατυμπανίζουν πως «επιτέλους, το μαχαίρι θα φτάσει στο κόκκαλο»… Τα πράγματα όμως περιπλέκονται σοβαρά, εάν κοιτάξουμε βαθύτερα το φαινόμενο της οπαδικής βίας και πώς αυτό αλληλοδιαπλέκεται με τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα που κυριαρχούν στον χώρο του αθλητισμού.
Όσοι προσπαθούν να μιλήσουν για τη βία στα γήπεδα «ξεχνώντας» το «ποιος» είναι ο κυρίαρχος υπαίτιος, στην καλύτερη θα καταφέρουν να περιγράψουν μία ελλιπή εικόνα που λίγα μπορεί να προσδώσει στη δημόσια συζήτηση. Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο», λοιπόν, είναι το γεγονός πως στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, παρατηρείται μία ευθεία σχέση ανάμεσα στο πολιτικό και αθλητικό γίγνεσθαι. Οι ιδιοκτήτες των μεγάλων ΠΑΕ και ΚΑΕ, έχουν σημαντικότατη πολιτική επιρροή. Διαθέτουν δημοσιογραφικούς οργανισμούς, ελέγχουν δήμους, αναλαμβάνουν δημόσια έργα, χρηματοδοτούν κόμματα εξουσίας και –ως εκ τούτου– ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό την πολιτική ζωή της χώρας. Η ιδιοκτησία μίας ΠΑΕ ή ΚΑΕ, τους προσφέρει μία «έξτρα» δυνατότητα: Να έχουν υπό τις διαταγές τους μεγάλους οπαδικούς στρατούς, οι οποίοι, ανά πάσα στιγμή, θα ριχτούν στη μάχη για τα συμφέροντα τους ενός ή του άλλου ιδιοκτήτη. Η συνθήκη αυτή έχει μετατρέψει τον επαγγελματικό αθλητισμό στην Ελλάδα σε μία αρένα όπου ο ένας ολιγάρχης ανταγωνίζεται τον άλλον, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να «σπρώξει» το κράτος να σταθεί στο πλευρό του.
Από τα παραπάνω εύκολα συμπεραίνεται πως όταν ο εκάστοτε ιδιοκτήτης μίας ΠΑΕ νιώσει πως «αδικείται» από το κράτος, έχει τη δυνατότητα να «ξαμολήσει» τον οπαδικό στρατό που ελέγχει προκειμένου να… διορθώσει την αδικία. Συχνά, λοιπόν, εμφανίζονται «τζαρτζαρίσματα» μεταξύ κυβέρνησης και ιδιοκτητών, ακόμα και μεταξύ εκείνων που έχουν… συγγενικές σχέσεις. Λύση στο πρόβλημα της οπαδικής βίας, όμως, δεν μπορεί να δοθεί από μέτρα που αναγγέλθηκαν στο φόντο των παραπάνω «τζαρτζαρισμάτων». Εάν δεν αποκοπεί ο ομφάλιος λώρος που ενώνει τον αθλητισμό με τα επιχειρηματικά συμφέροντα, τότε θα συνεχίσουμε να βλέπουμε στη φυλακή 18χρονους, την ίδια ώρα που οι ομάδες οπαδών που έχουν «πάρε-δώσε» με τις διοικήσεις και είναι ενορχηστρωτές των επιθέσεων, αλλά και οι ίδιες οι διοικήσεις, θα μένουν στο απυρόβλητο…
Όσο το ζήτημα αποκόπτεται από τα επιχειρηματικά συμφέροντα που κινούν τα νήματα τόσο τα προωθούμενα μέτρα θα είναι κενά νοήματος και απλώς θα υπηρετούν πιστά το δόγμα της υπέρμετρης καταστολής. Ενδεικτικό το γεγονός πως δεν βρέθηκε ούτε ένα πολιτικό πρόσωπο από τα μεγάλα αστικά κόμματα να καταδικάσει την παράνομη μέθοδο της ΕΛΑΣ να προσαγάγει (ή μάλλον να απαγάγει) πάνω από 400 φιλάθλους του Ολυμπιακού στον Ρέντη, ως αντίποινα στον τραυματισμό του αστυνομικού. Μάλιστα, έντονο ήταν το κλίμα «δικαίωσης» της ΕΛΑΣ, όταν αποδείχτηκε πως ο 18χρονος φερόμενος ως δράστης του τραυματισμού ήταν ανάμεσα στους προσαχθέντες… Το ότι η ΕΛΑΣ λειτούργησε σαν εκδικητική συμμορία, ότι οι συγγενείς των προσαχθέντων δεν ήξεραν πού βρίσκονται τα κοντινά τους πρόσωπα και ότι οι προσαχθέντες κατήγγειλαν βασανιστήρια και κακομεταχείριση, πέρασαν στα ψιλά…
Ο χώρος των οπαδών συχνά αξιοποιείται ως παράδειγμα συμμόρφωσης από την πλευρά του κράτους. Καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός πως κατά καιρούς η αστυνομία ανοίγει «βεντέτες» με διαφορετικές θύρες οργανωμένων και ότι διμοιρίες των ΜΑΤ έχουν χτυπήσει βαρύτατα και απροκάλυπτα οπαδούς (βλ. φιλάθλους Άρη στο Περιστέρι, οπαδό του ΠΑΟ που χτυπήθηκε στο μάτι στο ΟΑΚΑ κ.λπ.). Η απουσία ενός πολιτικού και κοινωνικού φορέα που θα προστατεύει τα δικαιώματα των οπαδών (που προφανώς είναι τα ίδια με κάθε πολίτη), χρησιμοποιείται από το κράτος ώστε να δοκιμάσει πάνω τους ιδιαίτερα σκληρές μεθόδους καταστολής. Μεθόδους που πιθανότατα θα χρησιμοποιηθούν και απέναντι στο κίνημα. Ως εκ τούτου, για ακόμα μία φορά, η λύση στο φαινόμενο της οπαδικής βίας είναι η αστυνομοκρατία, οι κάμερες, η ταυτοπροσωπία, το ιδιώνυμο κ.λπ.
Η Θάτσερ που (δεν) θα μας σώσει!
Στο αστικό στρατόπεδο υπάρχει ένας σταθερά επαναλαμβανόμενος μύθος: Η Θάτσερ αντιμετώπισε τον «χουλιγκανισμό». Όλα τα μέτρα κρίνονται με βάση τα ανάλογα της «Σιδηράς Κυρίας». Η ίδια η Θάτσερ, βέβαια, το μόνο που κατάφερε ήταν να μετατρέψει τα γήπεδα της Αγγλίας σε πανάκριβα αστυνομοκρατούμενα κάστρα, στα οποία πρόσβαση έχουν οι λίγοι προνομιούχοι… Γεγονότα οπαδικής βίας στο βρετανικό ποδόσφαιρο συνεχίζουν να διαδραματίζονται, απλά εκτός γηπέδων.
Ενδεικτική είναι η αδιαφορία της κυβέρνησης της ΝΔ να ασχοληθεί με την κοινωνική διάσταση της αθλητικής βίας. Δηλαδή να συμβουλευτεί κατάλληλους φορείς που θα αναδείξουν τα κοινωνικά αίτια που οδηγούν εκατοντάδες νέους/ες να αναζητούν διέξοδο σε βίαιες περιθωριακές ομάδες οπαδών. Για την κυβέρνηση και το συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας που εκπροσωπεί, οι οπαδοί είναι «ένα μάτσο κωλόπαιδα» που λυμαίνονται την κοινωνία και πρέπει να «κατατροπωθούν» με αμέριστη πυγμή. Η υψηλή ανεργία, η φτώχεια, η βία που έχει αναδειχτεί σε αναπόσπαστο χαρακτηριστικό του κράτους και της σύγχρονης κοινωνίας, η έλλειψη βιώσιμης προοπτικής κ.ο.κ. δεν φαίνεται να τους απασχολούν…..
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (16.12.23)