Γιάννης Μυκονιάτης*
▸Κατατέθηκε στη Βουλή το φορολογικό νομοσχέδιο που βάζει στο στόχαστρο τους μικρούς αυτοαπασχολούμενους. Αναγκαιότητα το σπάσιμο κάθε συντεχνιακής λογικής και η δημιουργία «συμμαχιών» με τα υπόλοιπα εργατικά στρώματα για τη συνολική αμφισβήτηση της κυβερνητικής πολιτικής.
Υπό έντονες αντιδράσεις και με μία σειρά από κλάδους να βρίσκονται στη δεύτερη εβδομάδα κινητοποιήσεων, κατατέθηκε προς ψήφιση στην βουλή το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, με κάποιες ανούσιες διορθώσεις. H κυβέρνηση, υπό το πρόσχημα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, επιλέγει ουσιαστικά να κάνει ένα οριστικό και «βίαιο» ξεκαθάρισμα σε τομείς της οικονομίας όπου θεωρεί ότι υπάρχει ακόμα σημαντικός αριθμός μικρών αυτοαπασχολούμενων (βλέπε δικηγόρους) προς όφελος των μεγάλων εταιρειών.
Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της θέσπισης του λεγόμενου «τεκμηρίου», σύμφωνα με το οποίο κάθε φυσικό πρόσωπο που ασκεί ελεύθερο επάγγελμα για έξι έτη δεν μπορεί να έχει χαμηλότερο εισόδημα από τις ετήσιες μικτές αποδοχές (συμπεριλαμβανομένων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών) ενός υπαλλήλου του ιδιωτικού τομέα που αμείβεται με τον κατώτατο μηνιαίο μισθό των 780 ευρώ. Δηλαδή, το τεκμαρτό εισόδημα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 10.920 ευρώ.
Το εισόδημα αυτό αυξάνεται ανάλογα με τα χρόνια της δραστηριότητας. Από το τεκμήριο εξαιρούνται μόνο όσες και όσοι ασκούν το επάγγελμα για λιγότερα από τέσσερα έτη. Για να καταλάβουμε καλύτερα τι προβλέπει το νομοσχέδιο αρκεί απλά να σκεφτούμε πως ένας νέος δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα π.χ. για 6 χρόνια, ενδέχεται να κληθεί να πληρώσει φόρο έως και 650 ευρώ παραπάνω από ότι τώρα. Ο φόρος αυτός θα προέρχεται από εισοδήματα που ουδέποτε απέκτησε!
Παρότι η κυβέρνηση αφήνει να εννοηθεί ότι το νέο νομοσχέδιο δεν αφορά τους μισθωτούς μισθωτές δικηγόρους, είναι σαφές πως αυτό δεν «πατάει» καθόλου στην πραγματικότητα. Αυτό διότι υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι μισθωτών δικηγόρων το οποίο δεν φαίνεται να έχει κάποια απευθείας σχέση με τον εργοδότη του αλλά κόβει παραστατικά απευθείας στους πελάτες του εργοδότη. Αν στα παραπάνω συνυπολογίσουμε τις εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στους νέους δικηγόρους και ιδιαίτερα στους μισθωτούς, καταλαβαίνει κανείς εύκολα ποιο κομμάτι του κλάδου βρίσκεται διαρκώς στο «μάτι» του κρατικού «κυκλώνα». Είναι αυτό που δουλεύει πολλές φορές χωρίς ωράριο με καθαρή αμοιβή κατά μέσο όρο 800-1.000 ευρώ τον μήνα, ενώ συχνά δεν λαμβάνει τα όσα προβλέπονται από τις ρυθμίσεις που ισχύουν για τους υπόλοιπους εργαζόμενους. Το τωρινό νομοσχέδιο έρχεται να οξύνει την επίθεση στο κομμάτι αυτό. Νέοι, μισθωτοί δικηγόροι θα κληθούν να καταβάλουν στο κράτος σχεδόν έναν ολόκληρο μισθό, την ίδια ώρα που οι εργοδότες τους πέφτουν στα «μαλακά».
Ένας νέος δικηγόρος ενδέχεται να πληρώσει έως και 650 ευρώ παραπάνω φόρο
Πλέον, έχοντας κλείσει περίπου δύο εβδομάδες κινητοποιήσεων και αποχών, είναι σαφές πως οι ηγεσίες των δικηγορικών συλλόγων ούτε μπορούν ούτε θέλουν να πάνε αυτό τον αγώνα μπροστά. Χαρακτηριστική είναι η άρνηση της πλειοψηφίας του ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (ΔΣΑ) για σύγκληση γενικής συνέλευσης ώστε ο αγώνας, το περιεχόμενο και οι μορφές να γίνουν υπόθεση της μεγάλης πληττόμενης πλειοψηφίας παρά το γεγονός μάλιστα πως έχουν κατατεθεί πάνω από χίλιες υπογραφές που το ζητούν. Αντίθετα εμμένουν σε ένα καθαρά συντεχνιακό περιεχόμενο και ένα στίγμα του στυλ: «Μητσοτάκη μας εξαπάτησες, αυτά δεν μας τα είπες προεκλογικά!».
Σε αντίθεση και κόντρα με τη στάση της ηγεσίας των Δικηγορικών Συλλόγων αγωνίζεται ένα δυναμικό νέων, μισθωτών δικηγόρων που γνωρίζει πως στον αγώνα αυτόν δεν είμαστε –γενικά και αόριστα– «όλοι μαζί». Αυτή την μάχη την δίνουμε οι μισθωτοί/μισθωτές δικηγόροι και οι μικροί αυτοαπασχολούμενοι. Οι μεσαίες και μεγάλες εταιρείες έχουν έτσι κι αλλιώς τζίρους πολύ μεγαλύτερους από το τεκμήριο και –όπως φαίνεται– κερδισμένες θα βγουν μέσα από την μεγαλύτερη συγκέντρωση που θα επέλθει από το κλείσιμο μικρών γραφείων και την έξοδο δικηγόρων από το επάγγελμα. Το προαναφερθέν δυναμικό αυτό, παλεύει ώστε ο αγώνας να ξεφύγει από τον συντεχνιακό του χαρακτήρα και από λογικές «χτυπάνε τη μεσαία τάξη».
Στόχος μας είναι να βρούμε «συμμάχους» στα υπόλοιπα εργατικά στρώματα της κοινωνίας και να δημιουργήσουμε ένα κίνημα που δεν θα αμφισβητεί μόνο έναν κακό υπουργό (τον Χατζηδάκη στην προκειμένη) αλλά θα βάζει το σύνολο της πολιτικής που καταστρέφει τις ζωές της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
*Δικηγόρος