Γιώργος Παυλόπουλος
Στο τραπέζι των «27» σχέδιο για εξαίρεση των στρατιωτικών δαπανών από το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας
Μιλώντας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας στα τέλη Νοεμβρίου, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είχε εκτιμήσει πως υπάρχει ευρεία συναίνεση στις τάξεις των «27» προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αυξήσεις στις στρατιωτικές (και όχι αμυντικές, όπως τις ονομάζουν) δαπάνες «ως ένας ουσιαστικός παράγοντας στο πλαίσιο της αξιολόγησης του υπερβολικού ελλείμματος κάποιου κράτους-μέλους». Κάτι που σημαίνει, όπως συμπλήρωσε η ίδια, πως δημιουργείται χώρος «ώστε να μειωθεί η βραχυπρόθεσμη δημοσιονομική προσαρμογή για εκείνα τα κράτη τα οποία, την ίδια στιγμή, αυξάνουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες».
Αν και παραμένει άγνωστο –και αμφίβολο– το κατά πόσο η τελευταία σύνοδος κορυφής του 2023 θα καταλήξει στο νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, που έτσι κι αλλιώς επιστρέφει σε ισχύ την επόμενη χρονιά μετά από τριετή αναστολή, οι δηλώσεις της προέδρου της Κομισιόν είναι αποκαλυπτικές για τις προτεραιότητες και τις επιδιώξεις των κυβερνήσεων της ΕΕ. Πολύ απλά: Τη στιγμή που συμφωνούν ότι οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία και την παιδεία, όπως και τα πάσης φύσης κοινωνικά επιδόματα, διευρύνουν τα ελλείμματα και πρέπει να περιοριστούν, ενώ θεωρούν τις αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις αρνητικό παράγοντα που ενισχύει τον πληθωρισμό και είναι ανάγκη να τιθασευτεί, οι στρατιωτικές δαπάνες θεωρείται δεδομένο ότι θα αντιμετωπίζονται θετικά και με τη δέουσα δημοσιονομική ελαστικότητα.
Σε αυτό το φόντο, λοιπόν, είναι ορατό το σενάριο της (μερικής ή ολικής) εξαίρεσης των συγκεκριμένων δαπανών από τον υπολογισμό του χρέους και του ελλείμματος, καθώς αξιολογούνται ως σαφώς πιο σημαντικές από οποιαδήποτε άλλη που αφορά την κοινωνία και τους ανθρώπους της. Για την ακρίβεια, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα: Προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τους εξοπλισμούς και την ενίσχυση των πολεμικών-κατασταλτικών τους μηχανών, οι κυβερνήσεις –με τη στήριξη και του συνόλου σχεδόν της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης σε κάθε χώρα– θα αρχίσουν να αφαιρούν ολο και μεγαλύτερα κονδύλια από άλλους τομείς των προϋπολογισμών, που έχουν ζωτική σημασία για τους πολλούς.
Η εξέλιξη αυτή, η οποία πιθανότατα να γίνει επίσημη πολιτική της ΕΕ από το 2024, θα απελευθερώσει τις κυβερνήσεις ώστε να διαθέσουν για τον σκοπό αυτό ακόμη περισσότερα δισ., εκπληρώνοντας και την απαίτηση του ΝΑΤΟ, που θέλει τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ κάθε κράτους-μέλους του να κατευθύνεται σε στρατιωτικές δαπάνες. Είναι γεγονός, άλλωστε, ότι οι «27» έχουν ήδη αποδείξει τις προθέσεις τους τα τελευταία χρόνια και αυτό που πλέον τους απομένει είναι να διασφαλίσουν και τη θεσμική κάλυψη.
Καθαρές οι δύο πολιτικές που θα συγκρουστούν στις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου
Για του λόγου το αληθές, το 2022 ήταν το όγδοο συνεχόμενο έτος αύξησης των στρατιωτικών δαπανών για την ΕΕ, με το ποσοστό να ανέρχεται στο 6% (για την Ελλάδα ήταν υπερδιπλάσιο, στο 13,3%) σε σύγκριση με το 2021. Με αυτό τον τρόπο, το συνολικό ποσό διαμορφώθηκε πέρυσι στο επίπεδο-ρεκόρ των 240 δισ. ευρώ, ενώ φέτος όλα δείχνουν ότι θα αυξηθεί περαιτέρω, ακολουθώντας και τις διεθνείς τάσεις. Πράγματι, το 2022 οι σχετικές δαπάνες αυξήθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο κατά 3,7%, για να φτάσουν στο ασύλληπτο ύψος των 2,24 τρισ. δολαρίων — πολύ περισσότερα, δηλαδή, από όσα θα απαιτούνταν για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η κλιματική κρίση, για να μην υπάρχει πλέον πουθενά έλλειψη τροφής και καθαρού νερού, αλλά και για να εξυπηρετηθεί το δημόσιο χρέος των αναπτυσσόμενων χωρών, που μόνο για το επόμενο έτος απαιτεί κάπου 440 δισ. δολάρια. Όσο για το ΝΑΤΟ, ανακοίνωσε, επίσης αυτή την εβδομάδα, ότι αυξάνει τον προϋπολογισμό του στρατιωτικού σκέλους του κατά 12%, πάνω από τα 2 δισ. δολάρια, και του πολιτικού κατά 18% στα 438 εκατ.
Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι στις στρατιωτικές δαπάνες της ΕΕ πρέπει να προστεθούν και τα κεφάλαια τα οποία έχουν διατεθεί για τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, που συνολικά από την αρχή του πολέμου έχουν φτάσει ή και ξεπεράσει τα 20 δισ., χωρίς να υπολογίζονται τα ακόμη περισσότερα που έχουν διατεθεί για να αποφύγει το Κίεβο τη χρεοκοπία. Μάλιστα, στο τραπέζι βρίσκεται και το σχέδιο για τη διάθεση άλλων 70 δισ. προς την Ουκρανία εντός της επόμενης τετραετίας –20 για στρατιωτική και 50 για οικονομική βοήθεια– τα οποία επίσης θα προέλθουν από περικοπές άλλων, απολύτως αναγκαίων για την κοινωνική πλειοψηφία, κονδυλίων.
Η παραπάνω εικόνα, η οποία ολοκληρώνεται με την ένταση της οικονομικής εκμετάλλευσης σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής, την απάνθρωπη πολιτική της «Ευρώπης-φρούριο» απέναντι σε πρόσφυγες και μετανάστες (ρεπορτάζ σελ.23), την πολύπλευρη καταστολή και την συνολικά αντιδημοκρατική-αντιδραστική στροφή του ευρωπαϊκού καπιταλιστικού οικοδομήματος, δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες και παρανοήσεις αναφορικά με το DNA του. Πρέπει, δε, να είναι ξεκάθαρη, ειδικά στην πορεία προς τις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου, όπου πρακτικά θα αναμετρηθούν δύο πολιτικές.
Από τη μία, η γραμμή της παραμονής στην ΕΕ, που θα πλαισιώνεται από τα διάφορα μοντέλα διαχείρισης (μπλε, πράσινο, φαιό ή κάτι ανάμικτο), τα οποία θα αποδέχονται όλα τα παραπάνω και θα σηματοδοτούν την ολόπλευρη υποταγή στα συμφέροντα (και τους ανταγωνισμούς) του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Από την άλλη, η γραμμή της ρήξης, της ανατροπής και της αντικαπιταλιστικής αποδέσμευσης από την ΕΕ, χωρίς κανενός είδους αστερίσκους — αλλά με το απολύτως αναγκαίο σχέδιο για την επόμενη μέρα, στο οποίο θα βάζει τη σφραγίδα του η εργατική και διεθνιστική πολιτική. Όλα τα υπόλοιπα, θα μεταφράζονται με το γνωστό λαϊκό γνωμικό: Στρίβειν δια του αρραβώνος.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (16.12.23)