Πέθανε σε ηλικία 100 ετών ο διαβόητος Χένρι Κίσινγκερ υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ από το 1973 έως το 1977 υπό τους προέδρους Νίξον και Φόρντ και Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ από το 1969 έως το 1975. Παράλληλα ήταν επικεφαλής της εγκληματικής «Επιτροπής 40», της υπηρεσίας που βρισκόταν πίσω από τις μυστικές και παράνομες δραστηριότητες τής CIA όπως απαγωγές, δολοφονίες και πραξικοπήματα.
Τα χνάρια του γεννημένου στη Γερμανία Αμερικανού βρίσκονται πίσω από τις πιο σκοτεινές στιγμές και σκάνδαλα της μεταπολεμικής ιστορίας των ΗΠΑ από το Βιετνάμ, την Ινδοκίνα, το Μπανγκλαντές και την Ταϊλάνδη μέχρι την Κύπρο και το Ιράκ! Yπήρξε ο ενορχηστρωτής του σχεδίου των ΗΠΑ να ανατρέψουν τον δημοκρατικά εκλεγμένο ηγέτη της Χιλής Σαλβαδόρ Αλιέντε, που οδήγησε σε πογκρόμ διώξεων, δολοφονίες και το πραξικόπημα του Πινοσέτ το 1973. Σημαντικό ρόλο ωστόσο διαδραμάτισε όχι μόνο στην επιβολή και στήριξη της χούντας των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα αλλά και στην εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο για την οποία είχε αποδεδειγμένα πληροφορηθεί και σιωπηλά ενέκρινε. O ρόλος του επεκτείνεται ακόμα και στη συγκάλυψη ή στήριξη απαγωγών και δολοφονιών Ελλήνων πολιτών την περίοδο της επταετίας. Στην Ελλάδα το πρόσωπο του παραμένει ιδιαίτερα αρνητικά φορτισμένο έως μισητό για το ρόλο του στη δικτατορία και τα γεγονότα που οδήγησαν στην εισβολή στην Κύπρο, ενώ το όνομα του έχει συνδεθεί και με θεωρίες συνωμοσίας, όπως την υποτιθέμενη αναφορά του στον «δυσκολοκυβέρνητο ελληνικό λαό που πρέπει να πληγεί στις ρίζες του» την οποία αναπαρήγαγε ακόμα και ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης.
Ακόμα και μετά την απόσυρση του από επίσημα αξιώματα ο Κίσινγκερ συνέχισε να ασκεί σημαντική επιρροή και να παρεμβαίνει στην αμερικανική πολιτική σκηνή, ενώ υπήρξε σύμβουλος 12 Αμερικανών προέδρων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2002 ορίστηκε πρόεδρος της Επιτροπής της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 («Επιτροπή 9/11») για την διερεύνηση των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Μια επιτροπή που όπως αποδείχτηκε αποτέλεσε προπαρασκευή και λείανε το έδαφος για την εισβολή στο Ιράκ το 2003.
Το 1973, έλαβε Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, για τη συμβολή του στην απόσυρση των ΗΠΑ από το Βιετνάμ, της πιο προκλητικής απόφασης στην ιστορία του θεσμού. Πολλοί ήταν αυτοί που επισήμαναν ότι αντί να βραβευτεί θα έπρεπε να καταδικαστεί για εγκλήματα πολέμου για τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε σε αυτή τη ματωμένη και μακρόχρονη ιμπεριαλιστική εκστρατεία που θα μπορούσε να είχε λήξει πολύ νωρίτερα. O Κίσινγκερ άλλωστε ήταν ο άμεσος υπεύθυνος για ένα από τα μεγαλύτερα μεταπολεμικά εγκλήματα πολέμου, το συστηματικό «μυστικό» βομβαρδισμό κορεσμού (σε μεγάλη επιφάνεια) της ουδέτερης Καμπότζης από αμερικανικά B-52 (carpet bombing) το 1969 και το 1970. Οι ΗΠΑ έριξαν συνολικά 2,7 εκατ. τόνους εκρηκτικών.
Παρά την εμπλοκή του σε μεγάλα σκάνδαλα και σε δεκάδες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο ο Χένρι Κίσινγκερ αναγνωρίζεται από τους πολιτικούς αναλυτές της Δύσης ως ένας από τους πιο επιτυχημένους και διορατικούς πολιτικούς της αμερικανικής πολιτικής ιστορίας, για τον συνολικό του ρόλο στην εδραίωση της κυριαρχίας των ΗΠΑ και του δυτικού μπλοκ με κάθε μέσο και τίμημα στην καρδιά του ψυχρού πολέμου, αλλά και για τον κυνικό ρεαλισμό που επιδείκνυε, την ευκολία να συνάπτει «ανίερες συμμαχίες» και αναγκαίους συμβιβασμούς και υποχωρήσεις. Μεγαλύτερο διπλωματικό του επίτευγμα θεωρείται το ιστορικό άνοιγμα στην Κίνα επί προεδρίας Νίξον, που άνοιξε το δρόμο για τη διαίρεση του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου» και την απομόνωση της Σοβιετικής Ένωσης.
Είναι ενδεικτικό ότι μέχρι το τέλος της ζωής του συνέχισε να παρεμβαίνει σε διεθνή φόρουμ, όπως του Νταβός, για τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας αλλά και για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Υποστήριζε το αίτημα για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ με αντάλλαγμα έναν συμβιβασμό με εδαφικές παραχωρήσεις στη Ρωσία και ζητούσε να δοθεί στη Ρωσία η ευκαιρία να επανέλθει στο «διεθνές σύστημα» ώστε να μην υπάρξει κλιμάκωση και ολοκληρωτικός πόλεμος με το ΝΑΤΟ.