Γιώργος Παυλόπουλος
Νέα δεδομένα δημιουργεί συνολικά στην Μέση Ανατολή η επιχείρηση που εξαπέλυσαν κατά του Ισραήλ, σε πολλά μέτωπα ταυτόχρονα, η Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές οργανώσεις το πρωί του Σαββάτου. Δεδομένα τα οποία έρχονται να διαλύσουν, έστω και προσωρινά, την εικόνα που έτεινε να δημιουργηθεί στην περιοχή: Ενός Ισραήλ πανίσχυρου, που έκανε ό,τι ήθελε με τους Παλαιστινίους και τα εδάφη τους, συνεχίζοντας ανεξέλεγκτο τον εποικισμό τους. Και ταυτόχρονα, των αραβικών καθεστώτων τα οποία επεδίωκαν την εξομάλυνση των σχέσεων μαζί του, όπως άλλωστε και η Τουρκία, με την παραίνεση κυρίως των ΗΠΑ, αλλά και της ΕΕ.
Είναι γεγονός ότι οι Παλαιστίνιοι μαχητές φάνηκε να πιάνουν στον ύπνο το Ισραήλ – στην επέτειο, μάλιστα, του μισού αιώνα από την ξαφνική επίθεση των συνασπισμένων αραβικών χωρών το 1973, που οδήγησε στον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ. Κατάφεραν, μάλιστα, να εισέλθουν αρκετά χιλιόμετρα εντός του εδάφους του, να καταλάβουν μια στρατιωτική βάση, να θέσουν υπό τον έλεγχό τους μια σειρά οικισμούς και να συλλάβουν δεκάδες στρατιωτικούς.
Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, οι ελπίδες τους να επικρατήσουν στρατιωτικά σε αυτή την αναμέτρηση είναι μηδαμινές έως ανύπαρκτες. Η σύγκριση με την ισχύ των Ισραηλινών είναι συντριπτική και το κόστος που θα καταβάλουν τελικώς είναι τεράστιο, όπως και οι ανθρώπινες απώλειες. Πολύ περισσότερο καθώς, σε αυτή τη φάση, ουδείς θα σπεύσει να τους στηρίξει ενεργά – ούτε το Ιράν και το Κατάρ, που χαιρέτησαν ουσιαστικά την επίθεση, πιθανότατα δε ούτε η Χεζμπολάχ, που εμφανίστηκε «μετρημένη». Σίγουρα δε όχι η Αίγυπτος, που φέρει μεγάλο μερίδιο ευθύνης στην καταδυνάστευση των Παλαιστινίων στη «φυλακή» της Γάζας.
Όσο για τη Δύση, κατέστη σαφές από την πρώτη στιγμή ότι θα στηρίξει με όλα τα μέσα το Ισραήλ. Αποδεικνύοντας, για μια ακόμη φορά, πόσο επιλεκτική είναι όσον αφορά στα δικαιώματα των λαών, την αυτοδιάθεσή τους και τη δημοκρατία. Ποια άλλη απόδειξη να ζητήσει, άλλωστε, κανείς από το γεγονός ότι ΗΠΑ και ΕΕ δεν έχουν βρει… τρόπο μέχρι στιγμής να τιμωρήσουν το Ισραήλ για τη διαρκή καταπίεση των Παλαιστινίων, για τις επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης, για τους εποικισμούς, για την καταδίκη ενός λαού στη φτώχεια και την ανέχεια, για τις αλλεπάλληλες επιδρομές, τις απαγωγές και τις συλλήψεις, που έχουν γεμίσει τις φυλακές του με πολιτικούς κρατούμενους.
Παρ’ όλα αυτά, ας μην βιαστούν κάποιοι να κάνουν λόγο για «απονενοημένη» επιχείρηση, που αποτελεί απόδειξη απελπισίας και απόφαση για «ηρωική έξοδο». Κι αυτό για πολλούς λόγους. Ενδεχόμενη απόφαση του Νετανιάχου, για παράδειγμα, για μια γενικευμένη στρατιωτική εισβολή στη Γάζα, ενδεχομένως και κατάληψή της, πέρα από τις μεγάλες απώλειες, θα τινάξει στον αέρα τα σχέδιά του για επαναπροσέγγιση με τη Σ. Αραβία. Μια εξέλιξη που για το Ισραήλ μοιάζει να έχει στρατηγική σημασία – ειδικά μετά την αποκατάσταση των σχέσεων ανάμεσα σε Ριάντ και Τεχεράνη.
Ταυτόχρονα, εάν οι πολεμικές επιχειρήσεις εξελιχθούν σε μια τρίτη Ιντιφάντα (κάτι που για την ώρα ουδείς μπορεί να προβλέψει), αυτό είναι πιθανό να πυροδοτήσει ένα εξεγερτικό κύμα στις τάξεις των αραβικών λαών για τους οποίους – σε αντίθεση με τα καθεστώτα – η υπόθεση των Παλαιστινίων δεν είναι «τελειωμένη». Κι αυτό, με τη σειρά του, ειδικά στον βαθμό που συνδυαστεί με τις τεράστιες ανισότητες και τις ταξικές αντιθέσεις, που έχουν οξυνθεί περαιτέρω, δεν αποκλείεται να βάλει φωτιά σε όλη την περιοχή.
Σε αυτό το φόντο και παρά τις αρχικές αντιδράσεις, τόσο η ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου όσο και η Δύση ίσως αναγκαστούν να οδηγηθούν σε ένα συμβιβασμό. Είναι κάτι που ενδεχομένως να αποτελεί και το μεγάλο στοίχημα για την ηγεσία της Χαμάς, αλλά και για την διεφθαρμένη Παλαιστινιακή Αρχή του Μαχμούτ Αμπάς, που με τη σειρά τους έχουν να «απολογηθούν» για πολλά.
Σε κάθε περίπτωση, ας μην το ξεχνά κανείς: Όποιοι σπέρνουν ανέμους, θερίζουν θύελλες.