Μαριάννα Τζιαντζή
Πολλοί παραδέχονται ότι ο Οπενχάιμερ του Κρίστοφερ Νόλαν είναι η πιο πετυχημένη βιογραφική ταινία όλων των εποχών. Πετυχημένη όχι μόνο με εμπορικά κριτήρια, αλλά και επειδή αγγίζει, με κινηματογραφική γλώσσα, τα μεγάλα ζητήματα του 20ού (και του 21ου) αιώνα σε υπαρξιακό και ιστορικό, πολιτικό επίπεδο. Ζητήματα όπως ο πόλεμος και η ειρήνη, τα πυρηνικά όπλα, ο ρόλος της επιστήμης και η συνείδηση του επιστήμονα. Ασφαλώς πρόκειται για μια ταινία-τροφή για σκέψη. Αριστοτεχνική σκηνοθεσία, καθηλωτικές ερμηνείες, όλα αυτά είναι δεδομένα.
Παλαιότερα, κάποιοι είχαν παρομοιάσει τον Οπενχάιμερ με τον Γαλιλαίο που οδηγήθηκε στην Ιερά Εξέταση, ενώ η βιογραφία του, που εκδόθηκε στις ΗΠΑ το 2005 και στην οποία βασίστηκε η ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν, έχει τίτλο Αμερικανός Προμηθέας: Η άνοδος και η πτώση του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ. Πράγματι, ο Οπενχάιμερ αποθεώθηκε όσο λίγοι επιστήμονες και πράγματι ταπεινώθηκε, εξευτελίστηκε στα χρόνια του μακαρθισμού. Με τη διαφορά ότι ο Προμηθέας έδωσε στους ανθρώπους το δώρο της φωτιάς, ενώ ο Αμερικανός «ομόλογός» του πρόσφερε στη χώρα του το πιο φονικό όπλο, το πιο κτηνώδες επιστημονικό εργαλείο μαζικής εξόντωσης που είχε γνωρίσει έως τότε η ανθρωπότητα.
Το 1954 η Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας των ΗΠΑ ανέκρινε τον Οπενχάιμερ και ανακάλεσε την άδεια πρόσβασής του σε διαβαθμισμένες πληροφορίες, γεγονός που ισοδυναμούσε με την περιθωριοποίησή του ως επιστήμονα. Ήταν γνωστό ότι στη δεκαετία του ’30, ενώ δίδασκε στο Μπέρκλεϊ, ο Οπενχάιμερ είχε στενές σχέσεις με κομμουνιστές και το εργατικό κίνημα. Ήταν η εποχή του Ισπανικού Εμφυλίου και της ανόδου του φασισμού στην Ευρώπη, η εποχή που πολλοί Αμερικανοί επιστήμονες και καλλιτέχνες έβλεπαν με συμπάθεια τη Σοβιετική Ένωση.
Ο Οπενχάιμερ διορίστηκε επικεφαλής του «Σχεδίου Μανχάταν» δηλαδή της κατασκευής της πρώτης ατομικής βόμβας σε ένα εργαστήριο-φρούριο στην έρημο. Όχι μόνο δεν ήταν αντίθετος στη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα, αλλά συμμετείχε στην επιτροπή που αποφάσισε για τη μεγιστοποίηση των ολέθριων επιπτώσεών της χωρίς να προβάλει καμία σοβαρή αντίρρηση. Σε αντίθεση όμως με άλλους κορυφαίους επιστήμονες και προσωπικότητες που εναντιώθηκαν στην ατομική βόμβα, ο Οπενχάιμερ πίστευε ότι αυτό το όπλο όχι μόνο θα έφερνε το τέλος του ναζισμού, αλλά και το τέλος όλων των πολέμων. Ο Οπενχάιμερ «πλήρωσε» το αριστερό του του παρελθόν, πλήρωσε τις εκ των υστέρων τύψεις του, όμως άλλοι Αμερικανοί επιστήμονες, που εναντιώθηκαν στη χρήση της ατομικής βόμβας, πλήρωσαν πολύ πιο βαρύ τίμημα καθώς απολύθηκαν από τα πανεπιστήμια όπου δίδασκαν, πείνασαν και δεν έβρισκαν δουλειά ούτε ως καθηγητές γυμνασίου.
Ο Οπενχάιμερ ήταν ιδιοφυής άνθρωπος. Λέγεται ότι στα νιάτα του, στη διάρκεια ενός τριήμερου ταξιδιού με τρένο, διάβασε και τους δύο τόμους του Κεφαλαίου του Μαρξ. Ήξερε γερμανικά, γαλλικά, αρχαία ελληνικά, λατινικά και σανσκριτικά, ενώ αυτοί που τον γνώρισαν επισημαίνουν το ηγετικό και το συνθετικό του ταλέντο, την ικανότητά του να γοητεύει και να εμπνέει τους συνεργάτες και τους φοιτητές του. Ήταν αυτό που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν «larger than life» όμως η ατομική βόμβα, δεν ήταν απλώς «μεγαλύτερη από τη ζωή»: ήταν και είναι το αντίθετό της. Ταυτόχρονα, η ατομική βόμβα είναι το μαύρο έπος της συλλογικότητας αφού η παραγωγή της θα ήταν αδύνατη δίχως τη συνεργασία χιλιάδων ανθρώπων με διάφορες επιστημονικές και τεχνικές ειδικότητες. Ο Οπενχάιμερ δεν ήταν ο «πατέρας» της ατομικής βόμβας –πολλοί ήταν οι πατεράδες της– αλλά ο ιδιοφυής μαέστρος που διηύθυνε, συντόνισε τη γέννησή της.
Το σύστημα που ο Οπενχάιμερ εμπιστεύτηκε και υπηρέτησε αποδείχτηκε πιο δυνατό από τον ίδιο.
Πριν καν προβληθεί, η ταινία είχε γίνει μύθος, όχι μόνο λόγω των πολύ σημαντικών συντελεστών της, αλλά και λόγω της τεράστιας διαφημιστικής εκστρατείας που τη συνόδευσε. Όμως ένας από τους παράγοντες της μεγάλης εμπορικής επιτυχίας της είναι το «τάιμινγκ»: ο συγχρωτισμός με την ταινία Barbie, o πόλεμος στην Ουκρανία και η σχεδιασμένη εξοικείωση της παγκόσμιας κοινής γνώμης με το ενδεχόμενο κάποιου πυρηνικού πλήγματος.
Με την αποκαθήλωση του Οπενχάιμερ στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, «έληξε ο μεταπολεμικός μεσσιανικός ρόλος των επιστημόνων», λέει ο Ντάνιελ Μπελ. Οι επιστήμονες που εργάζονταν εντός του συστήματος δεν μπορούσαν να διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική. Ο Οπενχάιμερ δεν θέλησε να ταυτιστεί με πολιτικούς ακτιβιστές όπως τον Μπέρναρντ Ράσελ, τον Αϊνστάιν, τον Μαξ Μπορν και άλλους που συχνά υπέγραφαν κείμενα διαμαρτυρίας για την κούρσα των εξοπλισμών της οποίας ηγείτο η Αμερική.
Μοναχικός (και ηττημένος) καβαλάρης, ο Οπενχάιμερ θυμίζει τους στίχους ενός γνωστού τραγουδιού του Λέοναρντ Κοέν, του «First we take Manhattan»: «Με καταδίκασαν σε είκοσι χρόνια ανίας / επειδή προσπάθησα ν’ αλλάξω το σύστημα από τα μέσα». Μόνο για τον Οπενχάιμερ δεν τέθηκε θέμα ανίας, αλλά επιστημονικού και κοινωνικού εξοστρακισμού. Και το σύστημα που εκείνος εμπιστεύτηκε και υπηρέτησε αποδείχτηκε πιο δυνατό από τον ίδιο.