Πολλά θα γραφτούν (και αξίζει να γραφτούν) για τον εμβληματικό Τσέχο πεζογράφο Μίλαν Κούντερα που πέθανε σήμερα.
Θα ήταν κοινοτοπία να πούμε ότι ο Κούντερα έφυγε «πλήρης ημερών» στα 94 του χρόνια. Πλήρες και πολύτιμο θα παραμείνει το λογοτεχνικό και το δοκιμιακό του έργο, ιδίως τα μυθιστορήματά του που διαδραματίζονται στην «σοσιαλιστική» τότε Τσεχοσλοβακία και απεικονίζουν την κοινωνία και την πολιτική εκείνης της εποχής. Μπορεί κανείς να έχει επιφυλάξεις ως προς το πολιτικό βλέμμα του Κούντερα, του πιο εμβληματικού λογοτεχνικού εκπροσώπου της «Άνοιξης της Πράγας» όμως δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι συγκαταλέγεται στους μεγάλους εκπροσώπους της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
Έχει αξία να επισημάνουμε το πόσο «τυχεροί» είναι οι Έλληνες αναγνώστες που μπορούν να απολαύσουν 13 βιβλία του σε μετάφραση του Γιάννη Χάρη ο οποίος είχε στενή και μακρόχρονη συνεργασία με τον συγγραφέα.
Βιογραφία (με στοιχεία από το διαδίκτυο).
Ο Μίλαν Κούντερα γεννήθηκε στο Μπρνο της Τσεχοσλοβακίας (σημερινής Τσεχίας) την 1η Απριλίου 1929. Γιος του πιανίστα και μουσικολόγου Λούντβικ Κούντερα (1891-1971), σπούδασε και ο ίδιος μουσική, καθώς και κινηματογράφο και φιλοσοφία, στην Πράγα. Ασχολήθηκε αρχικά με την ποίηση και εξέδωσε ποιήματά του την δεκαετία του ’50. Παράλληλα, εργαζόταν για τα προς το ζην είτε ως εργάτης είτε ως πιανίστας της τζαζ.
Το 1958, διορίστηκε επίκουρος καθηγητής λογοτεχνίας στην Κινηματογραφική Σχολή της Πράγας και πολλοί από τους πρωτεργάτες του Νέου Κύματος του τσεχοσλοβακικού κινηματογράφου, του Μίλος Φόρμαν συμπεριλαμβανομένου, ήταν μαθητές του.
Ύστερα από μια μελέτη για τον Απολινέρ (1958) και ένα δοκίμιο για την τέχνη του μυθιστορήματος (1960), αφιερωμένο στον Τσέχο μυθιστοριογράφο Βλάντισλαβ Βάντσουρα, ο Μίλαν Κούντερα αφοσιώθηκε στη δραματουργία και την πεζογραφία, εντυπωσιάζοντας με τη σαφήνεια και καθαρότητα του λόγου του και με το σπινθηροβόλο χιούμορ του.
Εν τω μεταξύ, από το 1948 είχε ενταχθεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα της πατρίδας του, την χρονιά που η Τσεχοσλοβακία πέρασε στο στρατόπεδο του υπαρκτού σοσιαλισμού. «Ο κομμουνισμός με σαγήνευσε, όπως ο Στραβίνσκι, ο Πικάσο και ο σουρεαλισμός» είχε πει κάποτε. Διατήρησε πάντως την επαναστατική του διάθεση απέναντι στην νέα εξουσία και το 1950 αποβλήθηκε από το Κόμμα, επειδή έκανε ένα χοντρό αστείο σε ένα κυβερνητικό αξιωματούχο. Το 1956 επανεντάχθηκε, για να διαγραφεί οριστικά το 1970, λόγω της υποστήριξής του στην «Άνοιξη της Πράγας».
Το 1962, ο Κούντερα παρουσίασε το πρώτο του θεατρικό έργο «Οι Κλειδοκράτορες», που εκτυλίσσεται στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Τσεχοσλοβακία και απέσπασε διθυραμβικές κριτικές στην πατρίδα του, καθώς θεωρήθηκε ως μια από τις κορυφαίες δημιουργίες της μετα-σταλινικής περιόδου. Στην χώρα μας, το έργο ανέβηκε το 1973 από τον θίασο Ληναίου- Φωτίου και απαγορεύτηκε από την χούντα.
Το 1967, κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα – και ίσως το πιο πολιτικό – με τίτλο «Το Αστείο», που αποτέλεσε την αφορμή για να γίνει γνωστός κυρίως στον ευρωπαϊκό χώρο. Πρόκειται για μια σάτιρα του υπαρκτού σοσιαλισμού, που έγινε το «ευαγγέλιο» των υπέρμαχων της «Άνοιξης της Πράγας»,. Ο συγγραφέας υπέστη διώξεις, στρατεύτηκε υποχρεωτικά και τα βιβλία του αποσύρθηκαν από τις δημόσιες βιβλιοθήκες. Τα μυθιστορήματα «Η ζωή είναι αλλού» (1973) και «Το βαλς τού αποχαιρετισμού» (1973), που ακολούθησαν, συνθέτουν μια τριλογία.
Το 1975, ο Μίλαν Κούντερα κατέφυγε στη Γαλλία μαζί με την σύζυγό του Βέρα Χραμπάνκοβα και το 1981 έλαβε τη γαλλική υπηκοότητα, αφού προηγουμένως η κυβέρνηση της Τσεχίας του είχε αφαιρέσει την ιθαγένεια. Το 1979, κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα επί γαλλικού εδάφους με τίτλο «Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης», που κινείται σε πιο πειραματική γραφή, όπως και τα επόμενα έργα του.
Το 1984 ήταν χρονιά θριάμβου για το Μίλαν Κούντερα. Το μυθιστόρημά του «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» αποτέλεσε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία και τον έκανε γνωστό στα πέρατα της οικουμένης. Το έργο, που μεταφέρθηκε επιτυχημένα στην μεγάλη οθόνη από τον αμερικανό σκηνοθέτη Φίλιπ Κάουφμαν, είναι τοποθετημένο στην Τσεχοσλοβακία του 1968, την εποχή της «Άνοιξης της Πράγας» και λίγο πριν από την σοβιετική επέμβαση, με ήρωα έναν χειρουργό και διανοούμενο ονόματι Τόμας, που είναι παγιδευμένος ανάμεσα στην αγάπη και την ελευθερία, την πολιτική και τον έρωτα.
Τα επόμενα χρόνια παρέμεινε συγγραφικά ενεργός με τα μυθιστορήματα: «Αθανασία» (1990), «Η βραδύτητα» (1995), «Η Ταυτότητα» (1998), «Η Άγνοια» (2000) και το πιο πρόσφατο «Η Γιορτή της Ασημαντότητας».
Ο Μίλαν Κούντερα έχει τιμηθεί με πλήθος βραβείων και σύμφωνα με τους γνωρίζοντες αρκετές φορές ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας ωστόσο η σουηδική ακαδημία δεν του έδωσε ποτέ το βραβείο.