Γιάννης Ελαφρός
Η διπλή εκλογική μάχη Μάη και Ιούνη διαμόρφωσε έναν αρνητικό πολιτικό συσχετισμό. Το σύστημα μιλά για σταθερή κυβέρνηση, αλλά όλα θα κριθούν στην ταξική πάλη. Το μαχόμενο εργατικό κίνημα και η ανατρεπτική Αριστερά θα δώσουν τη μάχη, αλλά χρειάζεται κατανόηση των τάσεων. Ως βάση για τη συλλογική συζήτηση γράφονται αυτές οι σημειώσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα.
Αρνητικός συσχετισμός και αστικές αναδιαρθρώσεις
Το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιούνη αποτυπώνει, μέσω του ιδιόμορφου χαρακτήρα της επαναληπτικής κάλπης, έναν αρνητικό πολιτικό συσχετισμό, μια ιδιαίτερα δυσμενή για τους εργαζόμενους διάταξη των κομματικών δυνάμεων. Υπάρχει εμπέδωση και ενίσχυση της συντηρητικής πολιτικής, καθώς και ανοδική παρουσία των εθνικιστικών, σκοταδιστικών και φασιστικών δυνάμεων. Συνολικά οι αστικές πολιτικές δυνάμεις (κι αυτές της νέας και παλιάς σοσιαλδημοκρατίας) διατηρούν τη μεγάλη πλειοψηφία των εκλογέων.
Η εξέλιξη αυτή δεν είναι αποτέλεσμα κυρίως επικοινωνιακών ή επιφανειακών αιτιών, αλλά έκφραση του πραγματικού κοινωνικού και ταξικού συσχετισμού. Το κεφάλαιο (στην Ελλάδα και διεθνώς) έχει προωθήσει μετά την εκρηκτική εκδήλωση της κρίσης το 2008-10 σειρά αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στην παραγωγή και ευρύτερα, που σε συνδυασμό με τη χρεοκοπία της ρεφορμιστικής Αριστεράς, έχουν ενισχύσει τις τάσεις υποταγής σε βάρος των τάσεων χειραφέτησης. Αυτό οδηγεί σε ένα ευρύτερο κλίμα «μειωμένων προσδοκιών», που δίνει προβάδισμα στις συντηρητικές και διαχειριστικές λογικές.
Βεβαίως, δεν υπάρχει μόνο το μαύρο, ούτε «όλη η Ελλάδα είναι μπλε». Ακόμα και η συντηρητική ζώνη διασχίζεται από αντιφάσεις. Η ψήφος στη ΝΔ δεν σημαίνει σύσσωμη συμφωνία (και υποταγή) στην κυβερνητική πολιτική, την προηγούμενη κι ακόμα περισσότερο σε αυτή που έρχεται. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας δεν ψήφισε κι αποστοιχίζεται, όχι βέβαια πάντα από προοδευτική σκοπιά. Ενώ καταγράφηκαν και τάσεις προς τα αριστερά, αν και όχι στο βάθος και την έκταση που απαιτείται. Η κατανόηση της πραγματικότητας είναι το πρώτο βήμα για την αλλαγή της. Γιατί εμείς αναζητούμε όχι από τη σκοπιά της παραίτησης, πόσο μάλλον του πανικόβλητου συμβιβασμού, αλλά από τη σκοπιά του ανοίγματος δρόμων ανατροπής.
Συμπεράσματα από τις δύο εκλογικές μάχες
Η εκτίμηση για τις πολιτικές τάσεις οφείλει να λάβει υπόψη και τις δύο εκλογικές μάχες (21 Μάη – 25 Ιούνη), καθώς οι εκλογές της περασμένης Κυριακής είχαν χαρακτήρα επαναληπτικό, επανατοποθέτησης πάνω στον συσχετισμό που διαμορφώθηκε στις 21/5 και που σε μεγάλο βαθμό είχε πιο αυθεντικά χαρακτηριστικά, όσο αυτά μπορεί να υπάρχουν στο αστικό κοινοβουλευτικό πεδίο. Μία πλευρά είναι η εκτίναξη της αποχής στις 25/6, που οδήγησε στο πιο χαμηλό ποσοστό συμμετοχής από τη μεταπολίτευση και μετά, μόλις 52,8%. Και στις 21/5, και παρά τη σημασία των εκλογών, η συμμετοχή ήταν σχετικά μικρή, 61,1%, αυξημένη από το 57,8% του 2019, πολύ πιο κάτω όμως από το 75% του 2000 ή το 70,95% του 2009. Ενισχύονται διαρκώς οι τάσεις αποστασιοποίησης τμημάτων της κοινωνίας από το κοινοβουλευτικό και κομματικό σύστημα, αποδυναμώνοντας την αντιπροσωπευτικότητά του. Οι τάσεις αυτές δεν είναι μονοσήμαντα σε μια θετική για την εργατική πολιτική κατεύθυνση, εμπεριέχουν μεγάλες δόσεις ατομισμού και συντηρητικής τοποθέτησης. Ωστόσο, όσον αφορά τη γιγάντωση της αποχής στις 25 Ιούνη, μπορούμε να κάνουμε την υπόθεση πως αυτή τροφοδοτήθηκε κυρίως από φτωχά εργατικά και λαϊκά στρώματα και εργαζόμενη νεολαία της «σεζόν», απογοητευμένους ψηφοφόρους (κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ) και άλλους, που δεν έβλεπαν κάποιο λόγο για να κινητοποιηθούν. Οι ψηφοφόροι των συνδυασμών που έδιναν μάχη για να μπουν στη Βουλή είχαν μεγάλο ποσοστό συμμετοχής.
Η Νέα Δημοκρατία έλαβε 2.114.780 ψήφους (40,56%), έναντι 2.407.750 (40,79%) στις 21/5. Αν και αύξησε το ποσοστό της σε σχέση με το 2019 (39,85%), τον Ιούνιο έλαβε λιγότερες ψήφους απ’ ό,τι πριν τέσσερα χρόνια (2.251.618). Η ΝΔ είναι πρώτο κόμμα σε όλες τις κοινωνικές κατηγορίες και τις ηλικίες των exit polls, με σαφώς μειωμένη καταγραφή όμως στους ανέργους (30,8%), τους μισθωτούς (ιδιωτικού τομέα 35%, δημόσιου 35,5%) και τους νέους: στην κατηγορία 17-24 πήρε 28,9%, στο 25-34 27,7%. Αντίθετα, στους αυτοαπασχολούμενους-ελεύθερους επαγγελματίες 45,7%, στους συνταξιούχους 49,7% και στους άνω των 55 ετών 47%. Τα ταξικά και ηλιακά πιο χαμηλά σημεία της ΝΔ αποκαλύπτουν και τις αδύνατες πλευρές της στη νέα περίοδο ταξικής πάλης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν ανέκαμψε μετά την εκλογική συντριβή της 21ης Μάη, αλλά έπεσε περισσότερο: 929.968 ψήφοι και 17,83% στις 25/6 από 1.184.621 ψ. και 20,07% τον Μάη. Το 2019 είχε πάρει 1.781.057 ψ. (31,53%) και τον Σεπτέμβρη του 2015 1.926.526 ψ. (35,46%). Έχασε σχεδόν ένα εκατομμύριο ψήφους από τότε. Η πορεία μετά τις 21/5 ήταν πτωτική, με την ηγεσία να τοποθετεί τον Ν. Μαραντζίδη επικεφαλής της εκλογικής εκστρατείας, που έγινε ακόμα πιο δεξιά, αποξενώνοντας κι άλλους ψηφοφόρους που νιώθουν αριστεροί ή δεν συμφωνούσαν με την πολιτική του.
Το κλίμα «μειωμένων προσδοκιών», που διαμορφώθηκε από την πολιτική και χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ, δίνει προβάδισμα στις συντηρητικές και διαχειριστικές λογικές
Η κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχιστεί και η πορεία θα είναι σε δεξιόστροφη κατεύθυνση, σε μια προσπάθεια να καλύψει το κενό κεντροαριστερής αστικής εναλλακτικής «λύσης» και να διατηρηθεί ως ηγεμονικός πολιτικός πόλος στη σοσιαλδημοκρατία. Δύο μπαγιάτικα «καλέσματα» εμφανίζονται ήδη από την Κουμουνδούρου: Το ένα είναι πιο άμεσο κι απευθύνεται προς το ΠΑΣΟΚ, καλώντας σε συνεργασία στις δημοτικές και όχι μόνο. Λαμβάνει υπόψη πως στις εκλογές για περιφέρειες και δήμους (8 Οκτώβρη) ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν έτσι κι αλλιώς πιο αδύναμος (ειδικά στους δήμους) και κινδυνεύει σε πολλές περιπτώσεις να υποσκελιστεί από το ΠΑΣΟΚ, του οποίου η γραφειοκρατία είναι καλά δικτυωμένη σε τοπικό επίπεδο. Βεβαίως, πριν μερικές μέρες ο Α. Τσίπρας έλεγε πως κάθε ψήφος που δεν πάει στον ΣΥΡΙΖΑ βοηθάει τη δεξιά… Δεύτερο: Σηκώνοντας τον «μπαμπούλα» της δεξιάς και της ακροδεξιάς προσπαθούν να περάσουν τη λογική πως όλες οι προοδευτικές-αριστερές δυνάμεις πρέπει να συνεργαστούν, υπό την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ και της πολιτικής του βεβαίως. Το γεγονός πως αυτή η πολιτική άνοιξε τον δρόμο στην αντεπίθεση των δυνάμεων της πούρας αστικής γραμμής κρύβεται κάτω από το χαλί. «Το “επεισόδιο ΣΥΡΙΖΑ” μετακίνησε όλη την κοινωνία προς τα δεξιά, προς τον ρεαλισμό», έγραφε πρόσφατα ο Α. Παπαχελάς στην Καθημερινή. Η όποια συμπαράταξη με τον ΣΥΡΙΖΑ ή με διάφορα εξαπτέρυγά του είναι αυτοκτονική επιλογή για τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος.
Το ΠΑΣΟΚ έλαβε στις 25/6 617.574 και 11,84%, έναντι 676.165 και 11,46% τον Μάη. Δεν κατάφερε να κάνει κάποιο ουσιαστικό βήμα (απεναντίας έχασε ψήφους). Βγαίνει όμως συνολικά κερδισμένο από το 2019 (457.623 ψ., 8,1%). Στα αξιοσημείωτα της Κυριακής είναι πως σε 10 περιφέρειες ξεπέρασε τον ΣΥΡΙΖΑ και αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα, αλλά έχει πρόβλημα στα καθοριστικά αστικά κέντρα, καθώς σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη βγήκε τέταρτο κόμμα, πίσω από το ΚΚΕ, που κατέκτησε την τρίτη θέση.
Το ΚΚΕ με 401.187 ψήφους και 7,69%, έναντι 426.628 ψ. και 7,23% τον Μάη είχε μια μικρή υποχώρηση στις ψήφους, κρατώντας σημαντικό ποσοστό λόγω των πολιτικών και οργανωτικών δεσμών που έχει με τμήματα των εργαζομένων και των μεσαίων στρωμάτων. Παρουσιάζει σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2019 (299.621 ψ. 5,3%), με πιο ισχυρές τάσεις σε εργατικο-λαϊκούς δήμους του Λεκανοπεδίου, τη Δυτική Αττική και περιοχές που έγιναν αγώνες με συμβολή του. Η άνοδός του σχετίζεται με τη σταθερή οργανωμένη παρουσία του και την αγωνιστική του παρέμβαση, παρότι αυτή παραμένει εντός ορίων. Ευνοϊκά λειτούργησε εκλογικά και η πιο θετική παρουσίασή του από σημαντικό μέρος των κυρίαρχων ΜΜΕ, σε μια εύπεπτη μορφή.
Η Πλεύση Ελευθερίας με 165.210 και 3,17%, έναντι 170.424 (2,89%) τον Μάη, κατάφερε να μπει στη Βουλή, παρά τη μικρή μείωση ψήφων. Σύμφωνα με τα exit poll, το 10% των ψήφων της Πλεύσης στις 21/5 πήγε στους Σπαρτιάτες, ίσως «επέστρεψε» εκεί. Το σίγουρο είναι πως η Ζωή Κωνσταντοπούλου σπρώχτηκε πολύπλευρα από το σύστημα και με προσωπική υπερπροβολή. Η καταγραφή του The Press Project για τις τηλεοπτικές εμφανίσεις των πολιτικών αρχηγών από τις 22/5 αναφέρει: Ζ. Κωνσταντοπούλου 23 εμφανίσεις, Γ. Βαρουφάκης 14, Κ. Βελόπουλος 12, Ν. Ανδρουλάκης 9, Κ. Μητσοτάκης 8, Δ. Κουτσούμπας 8, Α. Τσίπρας 5, Δ. Νατσιός 3.
Το ΜέΡΑ25 είχε παραπέρα μείωση ψήφων και ποσοστού, λαμβάνοντας 130.276 και 2,5%, έναντι 155.107 και 2,63% τον Μάη. Απέτυχε να σπάσει το όριο του 3%, παρότι είχε σαφή εκλογικό στόχο, καθώς οι νέες ψήφοι που πήρε τον Ιούνιο από αριστερούς ψηφοφόρους ήταν λιγότερες από όσες έφυγαν, αφού το ΜέΡΑ25 εμφάνισε τάσεις αποσυσπείρωσης μετά τις 21/5. Συνολικά, ηττήθηκε η γραμμή της «ρήξης» εντός της ΕΕ και του καπιταλισμού.
Ισχυρή είναι η καταγραφή της ακροδεξιάς, με πρώτο κόμμα του «χώρου» το φασιστικό περιτύλιγμα των Σπαρτιατών και τρία κόμματα στη Βουλή. Συνολικά, τα ούλτρα δεξιά ψηφοδέλτια συγκέντρωσαν 725.514 ψήφους και ποσοστό 13,92% (Σπαρτιάτες 4,63%, Ελληνική Λύση 4,44%, Νίκη 3,69%, Πατριωτικός Συνασπισμός 0,5%, Φωνή Λογικής 0,43%, Ελλήνων Συνέλευσις 0,17%, Εθνικό Μέτωπο 0,06%). Είναι η πρώτη φορά; Από ορισμένες πλευρές, όπως το ΚΚΕ, προβάλλεται πως έχει ξαναϋπάρξει τέτοια καταγραφή, αναφέροντας το 2015, με ποσοστά 12,2%-12,8%. Καταρχάς, η ποιότητα των δυνάμεων που αθροίζει δεν είναι ίδια. Αλλά το βασικό δεν είναι αυτό. Είναι σημαντικό να κατανοηθεί πως υπάρχει φρέσκια δυναμική, όπως καταγράφεται σε διεθνές επίπεδο και απαιτεί επιστράτευση δυνάμεων για να αντιμετωπιστεί. Κανένας πανικός, η εμπειρία της μάχης κατά της Χρυσής Αυγής είναι πολύτιμη. Μπορούμε να τους νικήσουμε, αλλά όχι με μια λογική «εντάξει, δεν έγινε και τίποτα». Δεύτερο, όπως έχει δείξει η ευρωπαϊκή εμπειρία (αλλά και της Λατινικής Αμερικής και των ΗΠΑ) το σύστημα αξιοποιεί την παρουσία της ακροδεξιάς και των φασιστών και στη Βουλή για να στρέψει όλη την ατζέντα της πολιτικής συζήτησης σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση. Με κίνδυνο, όταν η μαχόμενη Αριστερά παραδίδεται σε «δημοκρατικά μέτωπα» με τη σοσιαλδημοκρατία και αστικές δυνάμεις να αναδεικνύονται η υπερ-αντίδραση και οι νεοφασίστες σε βασική αντιπολιτευτική δύναμη και αργότερα και σε κυβερνητικούς εταίρους.
Αξιοσημείωτη είναι η καταγραφή ψηφοδελτίων της μαχόμενης Αριστεράς. Εκτός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στις διπλές εκλογές συμμετείχαν το ΚΚΕ(μ-λ), που πήρε 9.447 ψήφους στις 25/6 από 12.747 στις 21/5 (7.760 το 2019), το Μ-Λ ΚΚΕ 4.296 ψ. από 3.922 ψ., (2.706 ψ. το 2019) και η ΟΚΔΕ 1.379 ψ. από 1.930 ψ. (1.576 το 2019).
Που πήγαν οι αγώνες που δόθηκαν;
Τα όρια του κινήματος και το έλλειμμα αντικαπιταλιστικής αριστερής παρέμβασης
Και οι αγώνες της τετραετίας τις απέγιναν; Ποιο ήταν εντέλει το πολιτικό τους αποτύπωμα, ειδικά των μεγάλων κινητοποιήσεων για τα Τέμπη; Βεβαίως, πολιτικά αποκρυσταλλώματα υπήρχαν, όπως καταγράφηκαν και στην άνοδο του ΚΚΕ, στην ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις 21/5, στην ψήφο στις άλλες αριστερές οργανώσεις. Παρ’ όλα αυτά, όπως είχαμε υπογραμμίσει και μετά τις 21/5, οι κινητοποιήσεις δεν μετασχηματίζονται αυτόματα σε αριστερή πολιτική συνείδηση, πολύ περισσότερο επαναστατική, εάν δεν κατακτούν ανεβασμένο περιεχόμενο και μορφές, σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και συγκρουσιακή λογική και εάν δεν υπάρχει παρέμβαση και συνολικοποίηση από οργανωμένες-συνειδητές δυνάμεις της επαναστατικής κομμουνιστικής Αριστεράς. Την προηγούμενη τετραετία το επίπεδο του κινήματος δεν έφτασε εκεί που απαιτούνταν, με αποτέλεσμα η πολιτική τάση να εγκλωβιστεί σε διαχειριστικές ή ρεφορμιστικές λογικές.
Ήταν αδύνατη η αυτοτελής παρέμβαση μιας ταξικής, ανατρεπτικής, αντικαπιταλιστικής πτέρυγας στο εργατικό-λαϊκό κίνημα και η διαμόρφωση πρωτοβουλιών στην πράξη που να παίρνει προβάδισμα η λογική του ανυποχώρητου αγώνα και του οργανωμένου λαού. Επίσης, ακόμα και προεκλογικά, η προβολή της λογικής πως η απάντηση στην επίθεση θα δοθεί στους δρόμους και όχι μέσα στην κατεστημένη πολιτική και τη βουλή, ήταν σωστή αλλά μονομερής. Χανόταν πολλές φορές πως απαιτείται και μια ισχυρή άλλη Αριστερά, αντικαπιταλιστική, ανατρεπτική και σύγχρονα κομμουνιστική.
Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη περίοδος δεν θα είναι ένας εύκολος περίπατος για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η ανάδειξη «σταθερής κυβέρνησης» και η εκλογική «σταθεροποίηση» του συντηρητικού συσχετισμού, όπως έχει αποδειχθεί πολλές φορές στο παρελθόν, θα δοκιμαστούν στα κοινωνικά ρήγματα που θα διαμορφώσει η κυρίαρχη πολιτική το επόμενο διάστημα, καθώς πρέπει να προχωρήσουν οι αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις και επιστρέφει η ασφυκτική δημοσιονομική σταθερότητα στην ΕΕ, εν μέσω πολέμου και κρισιακών απειλών.
ΑΝΤΑΡΣΥΑ: ανάγκη τομής όχι υποταγής
Το αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις 25 Ιούνη ήταν ιδιαίτερα αρνητικό. Με 15.988 ψήφους (0,31%) έχασε σχεδόν τις μισές ψήφους του Μάη (31.759, 0,54%) και βρέθηκε κάτω και από το 2019 (23.239, 0,41%). Οι διπλές εκλογές μαζί έδειξαν πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει ορισμένες δυνατότητες (Μάης), τις οποίες όμως δεν μπορεί να συσπειρώσει σε σταθερή βάση (Ιούνης), με αποτέλεσμα να κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Χωρίς καμία διάθεση εξωραϊσμού ούτε όμως και ισοπέδωσης, απαιτείται βαθιά αυτοκριτική προσέγγιση και αναζήτηση τομής. Όχι στασιμότητα, όχι «πάμε όπως ξέρουμε». Σε αυτή τη συλλογική διαδικασία, που αντικειμενικά θα γίνει μάχιμα, «πολεμώντας και συζητώντας» απέναντι στην επίθεση κεφαλαίου, ΕΕ και ΝΑΤΟ, μπορούν να βρεθούν οι αναγκαίες απαντήσεις. Δύο πρωταρχικά σημεία:
Σε μια εποχή που ο καπιταλισμός γίνεται ολοκληρωτικός, η δεξιά γίνεται ούλτρα δεξιά και οι ενδιάμεσες διαχειριστικές λογικές αποτυγχάνουν οικτρά, η Αριστερά πρέπει να γίνει Αριστερά, δηλαδή αντικαπιταλιστική, επαναστατική και κομμουνιστική, με σύγχρονο τρόπο. Πρέπει να βρει τους δρόμους να ενωθεί με τη σύγχρονη εργατική τάξη (από την οποία έχει αποκοπεί σε μεγάλο βαθμό) και τον σκοπό της, δηλαδή την απελευθέρωση από κάθε εκμετάλλευση, καταπίεση και αλλοτρίωση. Μια Αριστερά που θα μιλήσει ξανά και σύγχρονα για τον καπιταλισμό και την επαναστατική ανατροπή του, με την κομμουνιστική στρατηγική στο τιμόνι, υπερβαίνοντας τα σημερινά όρια του «τίμιου αγωνιστή». Κάτι που θα αποτυπωθεί και σε ένα ανώτερο επίπεδο κομμουνιστικής οργάνωσης, στράτευσης και διάχυσης μέσα στην εργατική τάξη και τα φτωχά στρώματα. Μπορούμε; Αν δεν…
Κι ακόμα, η διέξοδος δεν βρίσκεται σε διάφορες ξαναζεσταμένες σούπες παναριστερής ενότητας, πόσο μάλλον στη δορυφοροποίηση στη δεξιόστροφη «υπαρκτή Αριστερά». Αυτά μας έχουν οδηγήσει εδώ. Δεν σημαίνει αυτό μοναχικές πορείες ή «εμείς οι μόνοι συνεπείς». Κι αυτά δεν οδηγούν αλλού. Απαιτείται μετωπική συσπείρωση των μαχόμενων δυνάμεων, αλλά σε αντικαπιταλιστική ανατρεπτική βάση, σε διαχωρισμό από τις συγκροτημένες ρεφορμιστικές δυνάμεις.