Μπάμπης Συριόπουλος
Φέτος κλείνουν 100 χρόνια από την επικύρωση της Συνθήκης της Λοζάνης στις 24 Ιούλη 1923. Η συνθήκη ήταν αποτέλεσμα του Α’ Παγκόσμιου και του Μικρασιατικού πολέμου. Γράφτηκε με το αίμα χιλιάδων νεκρών, στρατιωτών και αμάχων, και όπως κάθε ιμπεριαλιστική συνθήκη, αποτέλεσμα επιβολής και πολεμικής βίας, περιέχει τα σπέρματα μελλοντικών ερμηνειών, ανταγωνισμών, συγκρούσεων και πολέμων. Παράλληλα με τη χάραξη των συνόρων και την εξαναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών διασφαλίζεται η ελεύθερη ναυσιπλοΐα απ’ τα στενά του Βοσπόρου, όπως και η ανωτέρα όλων των ελευθεριών, ελευθερία του εμπορίου. Στο άρθρο 3 της Εμπορικής Σύμβασης V γράφεται ότι «η Τουρκία αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως καταργήσει και μη επαναφέρει πάσαν απαγόρευσιν εισαγωγής ή εξαγωγής […]», ενώ σε άλλο άρθρο της ίδιας σύμβασης ορίζονται οι «συντελεστές ανατιμήσεως» για «τα εις τουρκικόν χαρτονόμισμα εισπραττόμενα τέλη» του νέου δασμολόγιου για προϊόντα όπως «δέρματα βερνικωτά», «τούλλιον εκ μετάξης» και «σακχαρώδεις σκευασίαι». Μετά τις εκατόμβες, ρυθμίζεται κυνικά η ελεύθερη αγορά για τα λουστρίνια, τα τούλια και τα ζαχαρωτά.
Βέβαια, η ιδιαιτερότητα της Συνθήκης της Λοζάνης δεν είναι η επικύρωση μιας ακόμα ανθρωποσφαγής με ευθύνη των τότε ιμπεριαλιστικών συνασπισμών και των φιλοδοξιών των αστικών τάξεων της περιοχής. Με την εξαναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών, ολοκληρώθηκε με τυπικό γραφειοκρατικό τρόπο ο ξεριζωμός των «αλλόφυλων» πληθυσμών, που είχε αρχίσει με το τέλος των βαλκανικών πολέμων. Με την υπογραφή επτά νικητριών δυνάμεων της Αντάντ, μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας, από τη μία, και της Τουρκίας, από την άλλη, ολοκληρώθηκε ο ξεριζωμός πάνω από δύο εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο διαχωρισμός με κριτήρια το «ελληνικό ορθόδοξο» και το «μουσουλμανικό» θρήσκευμα συμπληρώνει τη βαρβαρότητα και τον ανορθολογισμό της δημιουργίας εθνικά ομοιογενών κρατών. Η σιωπηρά αποδεκτή από όλες τις τότε δυνάμεις επιδίωξη της εθνικής ομοιογένειας περιλάμβανε και περιλαμβάνει μέχρι σήμερα καταπίεση, διωγμούς και εκκαθαρίσεις στις μειονότητες που χαλάνε την «ομοιογένεια». Η εθνική ομοιογένεια με θρησκευτικές συνδηλώσεις προκαλεί καταπίεση και διώξεις, σε διαφορετικό βαθμό και με διαφορετικούς τρόπους σήμερα και στις δύο χώρες όπως και διεθνώς. Το νεωτερικό εθνικό κράτος, εκφράζοντας τις φιλοδοξίες του διαφωτισμού, ήρθε να αντικαταστήσει τον μεσαιωνικό σκοταδισμό με τα συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών και τελικά αντικατέστησε τις «ελέω θεού» μοναρχίες και αυτοκρατορίες με τα ελέω θεού έθνη.
Η Συνθήκη της Λοζάνης καθόρισε, μεταξύ πολλών άλλων, και τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Αυτά χαράχτηκαν με την ισχύ των όπλων και το αίμα, μόνο έτσι μπορούν να ξαναλλάξουν, και γι’ αυτό πρέπει να μείνουν όπως είναι. Οι λαοί και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, διδασκόμενοι από το παρελθόν, δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από τον ανταγωνισμό για τη χάραξη νέων συνόρων, θαλάσσιων αυτή τη φορά, υφαλοκρηπίδων και ΑΟΖ που δεν υπήρχαν το 1923. Στο τέλος, κερδισμένοι είναι πολυεθνικές εταιρείες εξόρυξης, εφοπλιστές και πολεμικές βιομηχανίες, με τοποτηρητές αντί της Αντάντ, το ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, η Συνθήκη της Λοζάνης δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ιερό κείμενο σε κάθε της πλευρά, τη στιγμή που μέρη της έχουν ήδη καταργηθεί ή αναθεωρηθεί. Η διεκδίκηση της κατάργησης των θρησκευτικών διαχωρισμών και ο σεβασμός των δικαιωμάτων των μειονοτήτων σε κάθε χώρα (και στην Ελλάδα), μαζί και του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού, δεν μπορεί να αναβάλλεται στο όνομα του απαραβίαστου μιας ιμπεριαλιστικής συνθήκης συνημμένης 100 χρόνια πριν.