Χρίστος Κρανάκης
▸ Σταθερά και συνειδητά σε τροχιά (περαιτέρω) συντηρητικοποίησης
Αναβαθμισμένα είναι τα εκβιαστικά διλήμματα που αναπαραγάγει ο ΣΥΡΙΖΑ στην τελική ευθεία των εκλογών. Συγκεκριμένα, η ηγετική ομάδα του (τουλάχιστον όσοι συνεχίζουν να εμφανίζονται ακόμα) οξύνει τη δημόσια κριτική της προς τη ΝΔ, κάνοντας αναφορές μέχρι και για ορμπανοποίηση της πολιτικής ζωής στη χώρα. Παρ’ όλα αυτά, κατά κύριο λόγο η κριτική αυτή στοχεύει στο να εκβιάσει τον ελληνικό λαό και όχι να αντιπαρατεθεί προγραμματικά με τη ΝΔ.
Πιστός στη βασική του προεκλογική στρατηγική, τουλάχιστον από το ’15 και ύστερα, δηλαδή στο να κερδίσει ψηφοφόρους στη λογική του «μικρότερου κακού», ο Αλέξης Τσίπρας «σήκωσε το δάχτυλο» στον ελληνικό λαό, λέγοντας πως στο «σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής κάθε ψήφος που δεν θα πάει στον ΣΥΡΙΖΑ θα είναι αντικειμενικά ψήφος που θα εξυπηρετεί τον σχεδιασμό του κ. Μητσοτάκη»! Κοινώς, ο Α. Τσίπρας είχε το πολιτικό θράσος να σταθεί σε βάθρο πλατείας μιας ταξικής περιοχής, όπως είναι ο Κορυδαλλός, και να ενημερώσει τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που στήριξαν τα κατεβάσματα της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος πως με τη στάση τους εξυπηρέτησαν τα σχέδια Μητσοτάκη!
Οι εκβιασμοί Τσίπρα προς τον ελληνικό λαό, με αποκορύφωμα το επαναλαμβανόμενο –παρότι νομικά και πολιτικά στρεβλό– επιχείρημα περί επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης, γίνονται ακόμα πιο εμφανείς αν αναλογιστούμε ότι μόλις πριν λίγους μήνες ήταν ο Τσίπρας που παρουσιαζόταν ως ο «δημοκρατικός υπερασπιστής» της λεγόμενης απλής αναλογικής. Τώρα, βέβαια, οι όποιες δημοκρατικές ευαισθησίες εκπαραθυρώθηκαν και ο ίδιος κάνει λόγο για συγκροτημένο σχέδιο της ΝΔ να κατακερματίσει τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης και να δημιουργήσει μια Βουλή με 7 ή 8 κόμματα. Φυσικά, το πολιτικό μένος του δεν επικεντρώνεται στα ακροδεξιά κομματίδια που «φλερτάρουν» με την είσοδο στη Βουλή, αλλά αποσκοπεί στο να ανατρέψει μια τάση αποσυσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ «από τα αριστερά», καθώς μεγάλο τμήμα ψηφοφόρων εμφανίζεται να εγκαταλείπει οριστικά ένα κόμμα που εκλέχτηκε τον Ιανουάριο του 2015 με την υπόσχεση να «καταργήσει τα μνημόνια» αλλά με γρήγορους ρυθμούς μετεξελίχθηκε σε αγαστό σύμμαχο της αστικής πολιτικής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, εμφανίζεται να προσπαθεί να κλείσει τη «διαρροή» ψηφοφόρων του προς τα αριστερά, επιστρατεύοντας ένα κάρο εκβιαστικά –στην πραγματικότητα απολιτίκ– διλήμματα. Παρ’ όλα αυτά, αυτό δεν είναι καν μεγαλύτερο πρόβλημα στην πολιτική του τακτική. Άλλωστε, ο Αλ. Τσίπρας επιτέλεσε επί χρόνια «μαέστρος» στην κατάστρωση μιας επιχειρηματολογίας που «έσπρωχνε» τον κόσμο να ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ χωρίς η στήριξη αυτή να περιλαμβάνει μια ευρύτερη πολιτική συμφωνία. Στην πραγματικότητα, το μεγαλύτερο «καμπανάκι» που πρέπει να ηχήσει σε όσους/ες σκέφτονται να δώσουν στον ΣΥΡΙΖΑ ακόμα μία ευκαιρία, είναι η προαποφασισμένη (νέα) δεξιά στροφή που ετοιμάζει η Κουμουνδούρου. Αυτή, αποκρυσταλλώθηκε αμέσως μετά τα θλιβερά για τον ΣΥΡΙΖΑ αποτελέσματα της προηγούμενης αναμέτρησης, με τον διορισμό του Νίκου Μαραντζίδη ως υπεύθυνου προεκλογικής καμπάνιας. Τις μέρες που μεσολάβησαν από τότε, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν άφησαν περιθώριο παρερμηνειών. Η απόπειρα επανασυσπείρωσης που θα επιχειρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές –ποιος και αν βρεθεί στο «τιμόνι»– θα έχει συντηρητική κατεύθυνση. Το εκλογικό «χαστούκι» της 21ης Μαΐου στον ΣΥΡΙΖΑ δεν χρεώθηκε στην ήπια και συστημική αντιπολίτευση που άσκησε, ούτε στην ολοένα και μεγαλύτερη δεξιά μετατόπισή του (βλ. θέσεις για ελληνοτουρκικό, φράχτη στον Έβρο, συμφωνία των Πρεσπών κ.α.). Αντίθετα, εντός του ΣΥΡΙΖΑ επικρατεί η καιροσκοπική λογική σύμφωνα με την οποία «η κοινωνία συντηρητικοποιείται, άρα πρέπει και εμείς».
Εσωκομματικός αντίλογος δεν φαίνεται να υπάρχει και ο νέος Πρόεδρος – αν υπάρξει αλλαγή – θα προσπαθήσει να ανασυγκροτήσει το ΣΥΡΙΖΑ εντός του νέου πλαισίου «κανονικότητας» που αποδέχονται συλλήβδην τα αστικά κόμματα.
Έτσι λοιπόν, όσο και εάν – υπό την «ασφάλεια» ότι δεν πρόκειται να κληθεί να κυβερνήσει – ο ΣΥΡΙΖΑ σαν απέλπιδα προσπάθεια επιχειρεί να εμφανιστεί ως αντίπαλο δέος της ΝΔ, η πραγματικότητα είναι πως συνεχίζει να λειτουργεί ως «Δούρειος Ίππος» συντηρητικών αντανακλαστικών και αστικών λογικών σε ένα ευρύτερα προοδευτικό ακροατήριο.