Αιμιλία Καραλή
Η πρόκληση που θέτει ο Τόμας Μαν στο Μαγικό Βουνό παραμένει. Και η πρόσκληση για έναν ανταρτοπόλεμο στις πολλαπλές όψεις του καθημερινού θανάτου που μας επιφυλάσσουν οι σύγχρονες μεταμορφώσεις των ενοίκων του Φόρουμ του Νταβός.
Το 1924 εκδίδεται το μυθιστόρημα του Τόμας Μαν Το μαγικό βουνό. Ξεκίνησε να το γράφει το 1912, αλλά το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου τον ανάγκασε να το σταματήσει. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα του 20ου αιώνα. Ο νεαρός Χανς Κάστορπ –από το Αμβούργο «εκεί κάτω»– πηγαίνει σε ένα σανατόριο στην Ελβετία –«εκεί πάνω»– για να επισκεφτεί τον άρρωστο ξάδελφό του. Μένει τελικά επτά χρόνια.
Ο πρωταγωνιστής μυείται σταδιακά στις μεγάλες φιλοσοφικές θεωρίες και την πολιτική προοπτική τους, στο νόημα τη ζωής και του χρόνου. Οι χαρακτήρες στις συγκρούσεις τους αποτυπώνουν όψεις ενός ολόκληρου πολιτισμού. Ο μικρόκοσμος του σανατορίου –της αρρώστιας και του θανάτου– είναι ο κόσμος της Ευρώπης που βυθίζεται στον πόλεμο. Το σανατόριο όπου εκτυλίσσεται το έργο βρίσκεται στο Νταβός της Ελβετίας.
Στο ίδιο Νταβός («εκεί πάνω») εδρεύει από το 1971 το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ που με τις ετήσιες συνεδριάσεις του, στις οποίες συμμετέχουν πολιτικοί, επιχειρηματίες και ακαδημαϊκοί, χαράζει τις γραμμές παρέμβασης της οικονομικής «ελίτ» στις ζωές της πλειονότητας του πλανήτη («εκεί κάτω»). Ο ιδρυτής του Κλάους Σβαμπ και το επιφανές στέλεχός του και σύμβουλος του Μακρόν Τιερί Μαλερέ έγραψαν το 2020, μετά την πρώτη καραντίνα για τον Covid-19, το βιβλίο Η μεγάλη επανεκκίνηση (εκδ. Λιβάνη 2021, μετ. Α. Αλαβάνου). Οι συγγραφείς, προβληματισμένοι από τα όσα «αποκαλύφθηκαν» κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εκφράζουν τις σκέψεις τους και δίνουν τις κατευθυντήριες γραμμές πώς να δράσουν στο μέλλον εταιρείες και κυβερνήσεις.
Είναι ομολογουμένως εντυπωσιακός ο λόγος τους, καθώς φαίνεται να συμπάσχουν με τα θύματα της πανδημίας, να εντυπωσιάζονται με την όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, να θλίβονται για τα ψυχικά προβλήματα που αναδύθηκαν. Δεν λείπουν και οι φιλοσοφικές-υπαρξιακές αναζητήσεις για τα ηθικά διλήμματα που αφορούν τη σχέση ατομικού και συλλογικού, για την έννοια της «συμπερίληψης», για τον αποκλεισμό των «διαφορετικών», για την ανεργία, τη σχέση ανθρώπου-φύσης. Πολλές από τις προτάσεις τους για την επίλυση αυτών των προβλημάτων εύκολα τις βρίσκει κανείς στα προγράμματα πολιτικών κομμάτων, συλλογικοτήτων ή και ΜΚΟ με διαφορετικούς προσανατολισμούς. Σημεία των καιρών και των καιροσκόπων;
Το πιο ενδιαφέρον, όμως, είναι ο στόχος των προτάσεων αυτών. Διαβλέπουν κίνδυνο κοινωνικής αναταραχής, αποσύνθεση της κοινωνίας και πολιτική κατάρρευσης (π.χ. σ. 88)· επιβολή επανεκκίνησης «όπως έχει γίνει πλειστάκις στην ιστορία, μέσω βίαιων κλονισμών, όπως είναι οι συγκρούσεις, ακόμη κι οι επαναστάσεις» (σ. 266). Λένε, λοιπόν, για τον εαυτό τους και τους όμοιούς τους: «Εναπόκειται σε μας να πιάσουμε τον ταύρο από τα κέρατα» (sic!, σ. 266). Αυτά στο «απομαγευμένο βουνό» του σύγχρονου Νταβός.
Στην τελευταία σκηνή του Μαγικού βουνού, βρίσκουμε τον Χανς Κάστορπ στο εφιαλτικό πεδίο της μάχης, ανάμεσα σε διαμελισμένα πτώματα κι εκρήξεις. Τραγουδά στίχους από το ποίημα του Β. Μίλερ Η Φλαμουριά, που μελοποιήθηκε από τον Φ. Σούμπερτ. Σαν άμυνα της ζωής απέναντι στον θάνατο, ανακαλεί το θρόισμα των κλαδιών της που έμοιαζαν να του λένε: «Κοντά μου πάντα μείνε/ θα βρεις γαλήνη εδώ». Δεν ξέρουμε αν βρήκε ποτέ γαλήνη ο Κάστορπ, δεν ξέρουμε καν το τέλος του. Ο αφηγητής της ιστορίας του διατυπώνει ένα ερώτημα: «Θα υψωθεί τάχα, μια μέρα, η αγάπη κι απ’ αυτή την παγκόσμια γιορτή του Θανάτου, κι απ’ αυτόν τον κακό πυρετό, που πυρπολίζει, ένα γύρο, τον ουρανό της βροχερής νύχτας που πέφτει;».
Το ερώτημα του Τόμας Μαν μένει ακόμη αναπάντητο. Όμως η πρόκληση να την υψώσουμε παραμένει. Και η πρόσκληση για έναν ανταρτοπόλεμο στις πολλαπλές όψεις του καθημερινού θανάτου που μας επιφυλάσσουν οι σύγχρονες μεταμορφώσεις των ενοίκων του Φόρουμ του Νταβός μας έρχεται και από το ποίημα του Δ. Γκιούλου και του Κ. Παπαπρίλη-Πανάτσα (Αντάρτικο2):
«Ε, σου μιλάω.
Σου φωνάζω βασικά.
Μ’ ακούς;
Τελειώνει η δεκαετία του ’10 και στεκόμαστε εδώ.
«Εδώ, για της νύχτας τα φώτα.Για ένα αντάρτικο δικό μας. Ψήσου να σ’ το γνωρίσω»
Εδώ, μια φορά ακόμη, για το φθινόπωρο και τους χειμώνες, για τους ουρανούς που πήραν φωτιά, για τους ανήσυχους ύπνους και τις αγρύπνιες. Εδώ, για μια πρόβα ανταρτοπόλεμου και εφτά κεφάλαιά του. Εδώ, για εκείνους που μας έπλασαν περίεργους κι εκείνες που ’δώσαν σχήμα στις αγκαλιές μας. Εδώ, για τις μέρες και τα χρόνια μας, για τα ξημερώματα τ’ αλλιώτικα, για τον έρωτα και τον πόλεμο, για τη δίψα που σκάβει ακόμα τα χείλη, για τ’ αδέρφια που παίρνουν τα βουνά στων πόλεων τις καρδιές, που τσιμεντένιες πια, κρέμονται από φανοστάτες.
«Εδώ, για της νύχτας τα φώτα.
Για ένα αντάρτικο δικό μας.
Ψήσου να σ’ το γνωρίσω».