Κώστας Παπαγεωργίου
Με το νομοσχέδιο-μαμούθ του υπουργείου Περιβάλλοντος –των 263 άρθρων και των 357 σελίδων– η κυβέρνηση επιχειρεί την επιτάχυνση υλοποίησης της ευρωπαϊκής πολιτικής για την «πράσινη και ψηφιακή μετάβαση». Μοναδικός ικανοποιημένος από τη διαβούλευση… ο ΣΕΒ!
Η προτεραιότητα της κυβέρνησης για την εξυπηρέτηση των αρπακτικών του κεφαλαίου δεν σταμάτησε ούτε μπροστά στο κυβερνητικό-κρατικό έγκλημα των Τεμπών και στα καλέσματα για «εθνικό πένθος». Με διαδικασία εξπρές και διαβούλευση λίγων ημερών, την ώρα που η χώρα μετρούσε τους νεκρούς της, εκείνη κατέθεσε στη Βουλή το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος. Στο νομοσχέδιο-μαμούθ των 263 άρθρων και των 357 σελίδων συνενώνονται τρία διαφορετικά κείμενα και πλήθος αποσπασματικών και φωτογραφικών ρυθμίσεων με ξεκάθαρο προεκλογικό χαρακτήρα. Συνολικά, η κυβέρνηση επιχειρεί να επιταχύνει την υλοποίηση της πολιτικής της ΕΕ για την «πράσινη και ψηφιακή μετάβαση», προχωρά την περαιτέρω εμπορευματοποίηση της ενέργειας, του περιβάλλοντος, της διαχείρισης αποβλήτων και του νερού, υποβαθμίζει για ακόμα μια φορά την περιβαλλοντική προστασία και εντείνει το πολεοδομικό χάος.
Η ομοβροντία των αντιδράσεων μπορεί να ανάγκασε την κυβέρνηση να μεταθέσει για μερικές ημέρες την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, όμως ο αντιδραστικός και αντιλαϊκός πυρήνας των αλλαγών που προτείνονται δεν μπορεί να κρυφτεί. Γιατί μπορεί ο υπουργός Περιβάλλοντος, Κώστας Σκρέκας, να δηλώνει πως δεν υπάρχει καμία πρόθεση της κυβέρνησης να προβεί στην ιδιωτικοποίηση του νερού προσπαθώντας να κατευνάσει τις αντιδράσεις ακόμα και κυβερνητικών βουλευτών, είναι όμως σαφές πως η κυβέρνηση κλείνει ξανά το μάτι στο κεφάλαιο και νομοθετεί για να ξεμπλοκάρει κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης. Κάπως έτσι ο μόνος ικανοποιημένος από τη διαβούλευση ήταν ο ΣΕΒ!
Βασικός προσανατολισμός του νομοσχεδίου είναι η προετοιμασία του εδάφους για την πλήρη εφαρμογή της ευρωπαϊκής οδηγίας 2000/60 σχετικά με την απελευθέρωση της αγοράς του νερού κατά τα πρότυπα της ενέργειας, των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών κ.α. Βασικός μοχλός για αυτό είναι η υπαγωγή του νερού στην «ανεξάρτητη» ρυθμιστική αρχή, μια διαδικασία που αυτομάτως συνεπάγεται την ύπαρξη «αγοράς του νερού». Με άλλα λόγια, μιλάμε για παρέμβαση και έλεγχο της ζήτησης του νερού, δυνατότητα επεξεργασίας του όγκου των δεδομένων κατανάλωσης από τους παρόχους και κατά συνέπεια αυξήσεις στην τιμή του νερού για τον λαό στο όνομα της εξοικονόμησης πόρων. Ενώ σημαντικό βάρος του επιπλέον κόστους θα κληθούν να επωμιστούν οι μικροί αγρότες. Συνολικά, μιλάμε για το πρώτο βήμα ιδιωτικοποίησης του νερού κατά παράβαση μάλιστα ακόμα και πρόσφατων αποφάσεων της ολομέλειας του ΣτΕ (1904/2014, 190/2022, 191/2022) και παράλληλα για μια διαδικασία που αντικειμενικά θα οδηγήσει στη συγκεντροποίηση της παροχής ύδρευσης μιας και αρκετές αντίστοιχες δημοτικές επιχειρήσεις δεν διαθέτουν τις τεχνικές δυνατότητες για να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις. Όλα αυτά, όταν η ΕΥΔΑΠ βρίσκεται από καιρό σε τροχιά ιδιωτικοποίησης.
Από εκεί και πέρα, οι ευνοϊκές για το κεφάλαιο ρυθμίσεις κατά παράβαση οποιασδήποτε περιβαλλοντικής προστασίας είναι δύσκολο ακόμα και να απαριθμηθούν. Για ακόμα μια φορά, οι περιοχές Natura βρίσκονται στο στόχαστρο. Μερικά από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η «νομιμοποίηση» παράνομων δρόμων ή η διάνοιξη νέων μέσω των Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, ώστε να καταστεί οικοδομήσιμη η έκταση ενός ιδιώτη όταν αυτός πρόκειται να υλοποιήσει κάποια επένδυση, η επέκταση της δυνατότητας κατασκευής τουριστικών χωριών εκτός από δημόσιες δασικές εκτάσεις και σε ιδιωτικές, η δυνατότητα οι υφιστάμενες δραστηριότητες εντός προστατευόμενων περιοχών να μένουν ως έχουν ανεξάρτητα με το αν έχουν επιπτώσεις στην ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής, η δυνατότητα οι ζώνες που καθορίζονται μέσα σε μια προστατευόμενη περιοχή να χωρίζονται σε «υπο-ζώνες» ανατρέποντας ουσιαστικά κάθε δικλείδα προστασίας. Επίσης, καταργείται η απαγόρευση που υπήρχε για την κατασκευή λιμενικών εγκαταστάσεων σε προστατευόμενες περιοχές, ενώ επιτρέπεται η σημειακή τροποποίηση ρυθμίσεων με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη χωροθέτηση εγκαταστάσεων διαχείρισης απορριμμάτων στην Καλντέρα της Σαντορίνης.
Οι «διευκολύνσεις» προς το κεφάλαιο βέβαια δε σταματούν εδώ. Αντί η ελάχιστη απόσταση της δόμησης από τον αιγιαλό να αυξάνεται, επεκτείνεται και στα «μεικτά τουριστικά καταλύματα» η δυνατότητα που είχε δοθεί στα τουριστικά χωριά να χτίζουν στα 30 μέτρα από τον αιγιαλό (έναντι 50 μέτρων). Στην περίφημη επένδυση στο Ελληνικό, επιτρέπεται η δημιουργία σταθμών αυτοκινήτων σε πεζοδρόμους και η έγκριση των κυκλοφοριακών μελετών μεταφέρεται στο υπουργείο Υποδομών (από την Περιφέρεια). Τέλος, για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία για τις προθέσεις της κυβερνητικής πολιτικής «για τις παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, το υπουργείο προβλέπει ότι τα πρόστιμα δεν μπορούν να ξεπερνούν ένα ελάχιστο ποσοστό του κύκλου εργασιών του παρανομούντος».
Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ στις 18-03-2023