Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Αφιέρωμα ένας χρόνος πολέμου στην Ουκρανία
Ένα χρόνο μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής, ο πόλεμος στην Ουκρανία βαίνει προς μια εφιαλτική κλιμάκωση. Και οι δύο εμπόλεμοι ετοιμάζονται για μεγάλης κλίμακας επιθέσεις στο ανατολικό και το νότιο μέτωπο, που είναι πιθανό να κρίνουν μέσα στους επόμενους μήνες την έκβαση της σύγκρουσης. Με την αποστολή αρμάτων μάχης, άλλων βαρέων όπλων και πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στο Κίεβο, το ΝΑΤΟ απέχει ένα μόνο βήμα από την ευθεία σύγκρουση με τη Ρωσία. Καθώς η Κριμαία, αλλά και τμήματα της ρωσικής ενδοχώρας βρίσκονται πλέον εντός βεληνεκούς των ουκρανικών όπλων, η Μόσχα θα απαντήσει με ακόμη πιο σαρωτικούς βομβαρδισμούς για να δημιουργήσει μια ντε φάκτο ουδέτερη ζώνη ασφαλείας. Όλα αυτά προοιωνίζονται μεγάλη αύξηση των απωλειών και για τις δύο πλευρές, ενώ ούτε η χρησιμοποίηση τακτικών πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία ή βλημάτων με απεμπλουτισμένο ουράνιο από δυτικής προέλευσης τανκς του ουκρανικού στρατού μπορούν να αποκλειστούν.
Ακόμη και αν υπάρξει κατάπαυση του πυρός αφού τελειώσει, όπως τελειώσει, αυτός ο γύρος της αιματοχυσίας και της καταστροφής, θα πρόκειται μόνο για ένα διάλειμμα, που θα δώσει στις δύο πλευρές χρόνο να προετοιμαστούν για τον επόμενο γύρο. Για την ώρα, η προοπτική εκεχειρίας φαίνεται πολύ μακρινή. Εδώ που έφτασαν τα πράγματα, η ρωσική ηγεσία δεν μπορεί να σταματήσει χωρίς σημαντικές εδαφικές κατακτήσεις που θα εξισορροπούν ως ένα βαθμό την οριστική απώλεια της υπόλοιπης Ουκρανίας και τη νέα διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Από την άλλη, οι Αμερικανοί, το αδιαμφισβήτητο αφεντικό της Δύσης, με την Ευρώπη σε ρόλο υποτελή, δεν θα σταματήσουν να επιδιώκουν την παγίδευση της Ρωσίας σε ένα ευρωπαϊκό Αφγανιστάν, την πτώση του Πούτιν και την πειθάρχηση, αν όχι και τη διάσπαση της Ρωσικής Ομοσπονδίας — αδύναμου κρίκου, στα μάτια της Ουάσιγκτον, του άξονα Ρωσίας- Κίνας.
Πολλά μένουν ακόμη να κριθούν, αλλά ένα πράγμα είναι ήδη βέβαιο: Η ΕΕ είναι ο μεγάλος χαμένος, σε όλα τα επίπεδα αυτής της σύγκρουσης, με τους λαούς της να πληρώνουν μεγάλο τίμημα, λόγω της ενεργειακής κρίσης και της αχαλίνωτης ακρίβειας, στον βωμό της υποταγής στο υπερατλαντικό μεγάλο αφεντικό. Δυστυχώς, η παρέμβαση του αντιπολεμικού κινήματος παραμένει υποτονική, ακριβώς τη στιγμή που η Ευρώπη αντιμετωπίζει τη χειρότερη πολεμική κρίση από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ακόμη και οι δυνάμεις της Αριστεράς, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μοιάζουν να υπνοβατούν προς το χείλος της αβύσσου, αμήχανες και ανίκανες να αναλάβουν σοβαρές αγωνιστικές πρωτοβουλίες. Ο λόγος είναι μάλλον προφανής. Στους προηγούμενους πολέμους, όπως της Γιουγκοσλαβίας και του Ιράκ, οι αριστεροί που δεν είχαν ξεπουληθεί θεωρούσαν αυτονόητο το καθήκον να κινητοποιηθούν εναντίον των σφαγέων του ΝΑΤΟ, χωρίς βέβαια να τρέφουν συμπάθειες για τον Μιλόσεβιτς ή τον Σαντάμ. Σ’ αυτόν τον πόλεμο, που τον ξεκίνησε η Ρωσία, αλλά τον θέλησαν και με τον τρόπο τους τον προετοίμασαν οι Αμερικανοί, η κατάσταση φαίνεται περισσότερο μπερδεμένη.
Αυτό που διαγράφεται μπροστά στα μάτια μας είναι η αιματοβαμμένη επιτάχυνση στην πορεία διάρρηξης της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης υπό αμερικανική ηγεμονία. Ωστόσο, η διάδοχη κατάσταση δεν είναι ένας ειρηνικός «πολυπολικός» κόσμος, όπως θα ήθελαν να πιστεύουν πολλοί, αλλά η οπισθοδρόμηση της ανθρωπότητας σε ένα σκηνικό που θυμίζει παραμονές Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τη σύγκρουση αντίπαλων ιμπεριαλιστικών μπλοκ — εδραιωμένων και ηγεμονικών, στην περίπτωση της Δύσης ή αναδυόμενων και (ακόμη) ασθενέστερων, όπως της Κίνας και της Ρωσίας. Δουλειά της Αριστεράς δεν είναι να διαλέξει ανάμεσα στα παλιά και τα νέα ιμπεριαλιστικά κέντρα, αλλά να εμπνεύσει τους λαούς σε ένα νέο αντιπολεμικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, απαιτώντας να τερματιστεί άμεσα αυτός ο άδικος και από τις δύο πλευρές πόλεμος, χωρίς προσαρτήσεις, χωρίς καινούργιες στρατιωτικές βάσεις, με εγγυήσεις ασφαλείας για όλους (Ουκρανούς και Ρώσους). Για την απομάκρυνση όλων των πυρηνικών όπλων από την Ευρώπη και τη διάλυση του ΝΑΤΟ, της πιο φονικής πολεμικής μηχανής που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.