Ρόζυ Μονάκη
Κανένας/μία δεν περίμενε το Προεδρικό Διάταγμα 85 να αποτελέσει συμβάν. Δηλαδή, την αφορμή δημιουργίας μιας κινηματικής δίνης, που στον στροβιλισμό της θα παρέσερνε κάθε δεδομένο, κάθε όριο, κάθε δοσμένη αλήθεια. Θα κατάφερνε να αποτελέσει τη χωροχρονική στιγμή συμπύκνωσης κάθε αγωνίας των καλλιτεχνών για το μέλλον της Τέχνης και να την μετατρέψει σε αγώνα διαρκείας. Θα κατάφερνε να ανοίξει τη συζήτηση όχι μόνο για την καλλιτεχνική εκπαίδευση αλλά και για τον τρόπο που εργαζόμαστε, που οραματιζόμαστε την καλλιτεχνική δημιουργία, που συνυπάρχουμε, που διεκδικούμε. Θα κατάφερνε να δημιουργήσει το πιο ελπιδοφόρο και επικίνδυνο χάος.
Φυσικά, κάτι τέτοιο θα έπρεπε να είχε προβλεφθεί, καθώς το ζήτημα της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης αποτελεί ανοιχτή πληγή. Εδώ και χρόνια η επιλογή του επαγγέλματος της/του ηθοποιού, της σκηνοθέτιδας, του χορευτή κ.ά. αποτελεί παρεκκλίνουσα συμπεριφορά για την αστική πολιτική και η επιλογή του κοστίζει ακριβά. Με λίγα λόγια, η έλλειψη Ανώτατης Ενιαίας Δημόσιας και Δωρεάν Καλλιτεχνικής Εκπαίδευσης οδηγεί τους μελλοντικούς καλλιτέχνες, κατά πλειοψηφία, στην ιδιωτική εκπαίδευση και στην πληρωμή διδάκτρων για τις σπουδές τους. Με πρόσχημα την επίλυση αυτής της χρόνια αδιέξοδης κατάστασης, η κυβέρνηση μετέτρεψε κάθε εργαζόμενη/ο στον χώρο του πολιτισμού σε ανειδίκευτο/η εργάτη/τρια.
Το παζλ της στρατηγικής επίθεσης στον χώρο του πολιτισμού
Η στάση αυτή έρχεται να συμπληρώσει το παζλ της στρατηγικής επίθεσης στον χώρο του πολιτισμού. Μιας οργανωμένης επίθεσης που ξεκινάει με τις μειώσεις των επιχορηγήσεων στο ελεύθερο θέατρο και καταλήγει σε μεγάλους περιπάτους, σε φεστιβάλ – τουριστικές φιέστες, στο κλείσιμο κινηματογράφων, στη στοχευμένη συρρίκνωση της ανεξάρτητης, πειραματικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Μιας επίθεσης που υποβαθμίζει τα εργατικά δικαιώματα των καλλιτεχνών, ενισχύει την απλήρωτη εργασία, εντείνει την ανασφάλεια, δημιουργεί άθλιες συνθήκες εργασίας, καλλιεργεί τον φόβο και την ανθρωποφαγία. Και όλα αυτά σύμφωνα πάντα με τις ορέξεις του μεγάλου κεφαλαίου και των νόμων του πιο εκμεταλλευτικού συστήματος. Στο όνομα του κέρδους, κάθε όνειρο για δημιουργία τσαλαπατιέται.
Η επίθεση όμως, πέρα από την υλική της βάση, ενέχει και μια ιδεολογική τοποθέτηση. Η παραγωγή της τέχνης δεν είναι μια ιδεολογικά ουδέτερη διαδικασία, αλλά συνιστά ένα πεδίο ανταγωνισμού και πάλης, ένα πεδίο διαμόρφωσης και συγκρότησης πολιτικής συνείδησης. Παράγει και αναπαράγει σχέσεις εξουσίας και μέσω αυτών έχει τη δυνατότητα να οριοθετήσει ακόμα και να δημιουργήσει ένα πεδίο δράσης. Υπό αυτό το πρίσμα, το ΠΔ85 δεν μετατρέπει απλά τους καλλιτέχνες σε χομπίστες εργασιακά αλλά τους προσδίδει αυτή την ταυτότητα στη κοινωνία. Αυτό, σε συνδυασμό με την κατάργηση των καλλιτεχνικών μαθημάτων στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οδηγεί νομοτελειακά στη συρρίκνωση του καλλιτεχνικού δυναμικού και στον πλήρη έλεγχο του καλλιτεχνικού έργου.
Όλα τα παραπάνω αποτελέσαν τις βαθύτερες αιτίες της κινηματικής έκρηξης. Τα παιδιά των δραματικών καλλιτεχνικών σχολών είδαν σε αυτήν την εξαγγελία τη σκληρή και απρόκλητη επίθεση όχι μόνο στις σπουδές τους αλλά στα ίδια τα όνειρα τους. Τα ίδια παιδιά, με τη θέρμη που γεννά η φλόγα του αγώνα, αποφάσισαν να προβούν στο πιο ακραίο μέσο πάλης, αυτό της κατάληψης. Αποφάσισαν να υπερασπιστούν την τέχνη τους, να βαθύνουν τα αιτήματά τους, να συζητήσουν συλλογικά, να εμπνεύσουν έναν ολόκληρο κλάδο. Οι φρούδες υποσχέσεις του πρωθυπουργού, ακόμα και οι πρώτες ρωγμές στο Προεδρικό Διάταγμα που έφερε η κυβερνητική αναδίπλωση-ελιγμός, όλα ήταν αποτέλεσμα της ουσιαστικής πίεσης και διεκδικητικότητας του αγώνα. Και το μόνο που επιβεβαίωσε ο πρωθυπουργός είναι η ανάγκη για ανυποχώρητη συνέχισή του.
Τι συνέβη στις συνελεύσεις του κλάδου;
Τι συνέβη όμως στον χώρο των καλλιτεχνικών σωματείων και των εργαζομένων; Παρόλο το διάχυτο κλίμα αγανάκτησης, την ανάγκη απεργίας ήδη από την εξαγγελία του διατάγματος και το υγιές αντανακλαστικό της αντίστασης, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία περιορίστηκε σε ακτιβισμούς, στάσεις εργασίας και συζητήσεις με υπουργούς και αποτέλεσε βασικό παράγοντα αποκλιμάκωσης του αγώνα. Δεν αφουγκράστηκε την αγωνία του κλάδου, δεν κατάφερε να προσδώσει μαχητικά και ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά στις δράσεις του και, το κυριότερο, άφησε έκθετο όλο αυτό το σπουδαστικό δυναμικό.
Στη Γενική Συνέλευση του κλάδου, την πρώτη μέρα της απεργίας, σε ένα κατάμεστο ακροατήριο, ο παλμός και η τάση του σώματος έχε έντονα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά. Η διαπάλη στράφηκε γύρω από την απεργία διαρκείας με νέα σειρά συνελεύσεων και δράσεων και τη δημιουργία κέντρου αγώνα, γεγονός που εξέθεσε ανεπανόρθωτα τόσο τη Διοίκηση του ΣΕΗ όσο και της δυνάμεις της ΔΕΗ (ΚΚΕ) που αντιπρότειναν μία 24ώρη απεργία στις 8/2.
Η πολιτική ανάγκη των τελευταίων να ελέγξουν και να μετατρέψουν τον αγώνα σε άλλη μια συζήτηση με Υπουργούς, δείχνει καθαρά τον συντηρητισμό και τη φοβικότητά τους. Οι πολιτικές τους βλέψεις περιορίζονται στην επιστροφή στην κανονικότητα, στον στυγνό πραγματισμό και στις μεσοβέζικες λύσεις από τα πάνω. Όμως, ακόμα κι έτσι, η πρόταση της Συνέλευσης Αγωνιζόμενων Ηθοποιών και της Ανατρεπτικής Συσπείρωσης Ηθοποιών για συνέχιση της απεργίας μέχρι την Τρίτη στις 7/12 με εκ νέου συνέλευση του κλάδου, κατάφερε να συσπειρώσει πιο πρωτοπόρες τάσεις και 113 ψήφους και να αναμετρηθεί στα ίσα με σύσσωμες τις δυνάμεις του συντηρητισμού και του ρεφορμισμού ενωμένες (ΑΕΝΑΗ-ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ-ΔΕΗ), που στην πρόταση της 24ωρης «τρύπας στο νερό» συγκέντρωσαν 133.
Τα νούμερα βέβαια έχουν σημασία μονάχα για τους λάτρεις της στατιστικής, ο πολιτικός αγώνας δεν είναι μαθηματικά και δεν ακολουθεί καμία γραμμική πορεία. Η εργατική και πολιτική μάχη έχει τη δυνατότητα να κινείται με άλματα. Με βάση αυτό, όταν η πιο ριζοσπαστική φωνή αναμετριέται στα μεγάλα ακροατήρια και αντιμάχεται την υποτακτικότητα, δεν μπορεί παρά να ανοίγει δρόμο ελπίδας και τάσεις χειραφέτησης.
Οι διοικήσεις των συνδικαλιστικών οργάνων εγκλωβίστηκαν στην πάγια τακτική του νομικού αγώνα και γέμισαν τον κλάδο αυταπάτες περί αστικής δικαιοσύνης. Μόνο ύστερα από την πίεση του αγώνα και τον αναβρασμό του κλάδου το ΣΕΗ κάλεσε σε 48ωρή απεργία και αυτό –όπως φάνηκε στη συνέχεια– με λογική ολοκλήρωσης κι όχι συνέχισης.
Εμείς οι καλλιτέχνες οφείλουμε να συνεχίσουμε και να δούμε στη στιγμή αυτή ένα momentum έκρηξης της χρόνιας αγωνίας μας για τον πολιτισμό. Οφείλουμε να ανοίξουμε τον αγώνα προς όλη την κοινωνία, ως μια μάχη που αφορά άμεσα τον τρόπο ζωής. Να αντιληφθούμε πως η ανάγκη για Ανώτατη Δημόσια και Δωρεάν Καλλιτεχνική Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση συνδέεται άμεσα με την υπογραφή ισχυρών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας. Η ανάγκη ύπαρξης καλλιτεχνικής εκπαίδευσης σε κάθε βαθμίδα συνδέεται με την προοπτική μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας που ριζώνει στην κοινωνία και αποτελεί καταφύγιο και δρόμο διαφυγής ταυτόχρονα. Μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας που μετατρέπει τα όνειρα σε ποίηση της στιγμής.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (4.2.23)