Συνέντευξη με τις Χαζάλ Σετσέρ και Χάρικα Κιζιλκάγια, μέλη του Λαϊκού Μετώπου
Η Χαζάλ Σετσέρ (Hazal Seçer) και η Χάρικα Κιζιλκάγια (Harika Kızılkaya) αποφυλακίστηκαν στις 11 Ιανουαρίου από τις ελληνικές φυλακές μαζί με άλλους εννιά συντρόφους τους από την Τουρκία μετά από απεργία πείνας 96 ημερών. Η 25χρόνη σήμερα Χαζάλ είχε προσαχθεί στην Τουρκία στα 17 της, την εποχή της δολοφονίας του 14χρονου Μπερκίν Ελβάν. Έχει περάσει κρατούμενη στις ελληνικές φυλακές το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής της. Οι δύο νεαρές γυναίκες μάς μιλάνε για τη νίκη της απεργίας, το κίνημα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε και τη σημασία του αγώνα τους για ελευθερία και δημοκρατία.
Συνέντευξη στη Λίτσα Φρυδά
▶ Καταδικαστήκατε πρωτόδικα ως μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Υποστηρίζετε ότι αυτή ήταν μια πολιτική απόφαση. Γιατί;
Χαρίκα: Πράγματι, καταδικαστήκαμε πρωτόδικα ως μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης, χωρίς κανένα στοιχείο και επί τρία χρόνια αγωνιστήκαμε μέσα και έξω από τη φυλακή για να αποδείξουμε ότι αυτή δεν ήταν μια δίκαιη δίκη. Όταν έγινε η επιχείρηση εναντίον μας, και η σύλληψή μας, το 2020, ο υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας, Σουλεϊμάν Σόιλου, δήλωσε στην τηλεόραση ότι αυτοί ζήτησαν από την Ελλάδα να μας συλλάβουνε, ότι αυτοί συνέλλεξαν πληροφορίες και τις μοιράστηκαν με το ελληνικό κράτος, και ότι μετά από δική τους πίεση συλληφθήκαμε.
Εμείς θεωρούμε ότι αυτή η επίθεση εναντίον μας δεν ήταν απλά επίθεση του ελληνικού κράτους, αλλά επίθεση του αμερικανικού Ιμπεριαλισμού. Γιατί ο ιμπεριαλισμός δεν θέλει τους αγωνιστές. Εμείς είμαστε αγωνιστές και όπως δείχνει και η πρακτική μας είμαστε μαρξιστές-λενινιστές.
Ο τουρκικός φασισμός συνεργάστηκε με την ελληνική κυβέρνηση εναντίον μας, σε ενιαίο μέτωπο, γιατί εμείς στεκόμαστε απέναντι και στους μεν και στους δε. Μας καταδίκασαν με τον αντιτρομοκρατικό νόμο του ιμπεριαλισμού, χωρίς στοιχεία, με μόνο στοιχείο την ιδεολογία μας. Αντιληφθήκαμε αμέσως ότι δεν ήταν μια απλή δίκη και ξεκινήσαμε να δώσουμε τη μάχη για να αποδείξουμε ότι είμαστε 11 αγωνιστές και δεν μπορούν να μας καταδικάζουν ως τρομοκράτες.
▶ Στην πρώτη δίκη και πριν βγει η απόφαση, οι αστυνομικοί της αντιτρομοκρατικής σας επιτέθηκαν μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου και σας χτύπησαν. Πώς αντέδρασαν οι δικαστές απέναντι σ’ αυτήν τη συμπεριφορά των αστυνομικών δυνάμεων;
Χαρίκα: Όταν μας επιτέθηκαν οι αστυνομικοί μέσα στο δικαστήριο, η έδρα έκανε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Ο σύντροφός μας, ο Σινάν, λιποθύμησε έπειτα από χτυπήματα αστυνομικού στην καρδιά του, παρότι τους φωνάζαμε να μην τον χτυπάνε γιατί έχει καρδιολογικό πρόβλημα και είχε χειρουργηθεί ένα χρόνο νωρίτερα. Περιμέναμε τρεις ώρες να έρθει το ασθενοφόρο. Μας έσκισαν τα ρούχα όλων μας, εμένα μου τραβήξαν τόσο δυνατά τα μαλλιά μου που πόναγα για μια βδομάδα. Ήμασταν όλοι πεσμένοι στο πάτωμα με τα χέρια δεμένα με χειροπέδες πίσω στην πλάτη, μας έσερναν, άλλον από το χέρι, άλλον από το πόδι.
Δίπλα στην αίθουσα του δικαστηρίου υπάρχει ένα γραφείο όπου περιμένουν οι δικαστές. Εμείς φωνάζαμε τόσο δυνατά ότι μας βασανίζουν, που είναι αδύνατον να μη μας άκουσαν. Προσωπικά πιστεύω ότι μας έβλεπαν κιόλας, γιατί υπάρχει ένα παράθυρο. Όταν επιστρέψαμε στην αίθουσα του δικαστηρίου, η πρώτη ερώτηση της προέδρου ήταν γιατί δεν φοράμε μάσκα και μας φώναζε λέγοντας ότι πρέπει να λαμβάνουμε μέτρα γιατί έχει κορονοϊό. Εμείς της απαντήσαμε: «δεν βλέπετε τι γίνεται, δεν ακούσατε; Ο ένας σύντροφός μας είναι ξαπλωμένος στο πάτωμα… περιμένουμε το ασθενοφόρο… μπορεί να πεθαίνει… δεν μας βλέπετε; Του ενός τα γυαλιά είναι σπασμένα, εμένα το πουκάμισό μου είναι σχισμένο, φαίνεται το εσώρουχό μου, του άλλου είναι σχισμένο το παντελόνι». Δυο-τρεις είχαν χάσει τα παπούτσια τους όσο μας δίναν κλωτσιές και μπουνιές. «Δεν βλέπετε όλο αυτό που γίνεται; Δεν λέτε τίποτα στους αστυνομικούς που μας χτύπησαν και μας βασάνισαν και λέτε σε εμάς γιατί δεν φοράμε μάσκα;», τους είπαμε. Εκείνη την ημέρα η δίκη διακόπηκε με απόφαση της έδρας του δικαστηρίου, με πρόσχημα το γεγονός ότι δεν φορούσαμε μάσκα.
Μας καταδίκασαν με τον αντιτρομοκρατικό νόμο του ιμπεριαλισμού εξαιτίας της ιδεολογίας μας χωρίς στοιχεία… Όταν αντιστέκεσαι, φυσικά κερδίζεις
▶ Ήσασταν και οι 11 στην ίδια φυλακή όλο αυτό το διάστημα; Ποια ήταν η αντιμετώπισή σας μέσα στις φυλακές από τη διεύθυνση των φυλακών;
Χαζάλ: Όταν ξεκινήσαμε την απεργία πείνας, εγώ και η Χαρίκα ήμασταν στις γυναικείες φυλακές του Ελαιώνα στη Θήβα. Εκεί, όταν, ξεκινώντας την απεργία πείνας διαρκείας, καταθέσαμε την αίτησή μας για να τη στείλουν στο υπουργείο Δικαιοσύνης, μας φώναξε η διεύθυνση των φυλακών. Ήταν όλοι μαζεμένοι: ο διευθυντής, ο αρχιφύλακας, ο υπαρχιφύλακας, οι κοινωνικές υπηρεσίες και μας είπαν ότι πρέπει να πάμε σε κελί και δεν μπορούμε όσο κάνουμε απεργία πείνας να είμαστε μαζί με τις άλλες κρατούμενες. Έπρεπε η καθεμιά μας να πάει σε χωριστό κελί.
Θέλω να σας περιγράψω το κελί. Είναι ένα κελί που τελειώνει στα δέκα βήματα. Κάνεις δέκα βήματα πάνω-κάτω και τελειώνει. Είναι ένα κελί χωρίς παράθυρο, χωρίς καθαρό αέρα και κλειστό 24 ώρες το 24ωρο. Είναι ένα κελί που έχει μέσα τουαλέτα και δεν έχει παράθυρο. Έχει μία πόρτα και πάνω στην πόρτα ένα μικρό τετράγωνο παραθυράκι που, μέχρι κι αυτό, είναι κλειστό. Από παντού είναι κλειστό και είμαστε χωρίς προαυλισμό, χωρίς να βλέπουμε κόσμο, χωρίς τηλεόραση, χωρίς τα βιβλία μας, χωρίς τα πράγματά μας. Μας είπαν ότι έπρεπε να πάμε εκεί για να είναι σίγουροι ότι κάνουμε απεργία πείνας. Απαντήσαμε ότι μπορούν να σκεφτούν ό,τι θέλουν για μας, εμείς δεν έχουμε ανάγκη να τους αποδείξουμε ότι κάνουμε απεργία πείνας. Εμείς είμαστε μαθημένοι από την Τουρκία και το Κουρδιστάν, έχουν δει τα μάτια μας πολλές απεργίες πείνας, έχουν δει ανθρώπους μας να πεθαίνουν από απεργία πείνας μέχρι θανάτου, δεν έχουμε ανάγκη να τους αποδείξουμε κάτι. Εκεί βάλαμε μια τελεία, και δεν επιτρέψαμε να μας πουν κάτι άλλο πάνω στο ζήτημα αυτό.
Βέβαια, αυτούς δεν τους ενδιέφερε η απεργία πείνας, αλλά να μην βλέπουν οι άλλες κρατούμενες ότι κάνουμε αντίσταση απέναντι στο κράτος, ότι κάνουμε διαμαρτυρία για τους όρους φυλάκισής μας. Στις φυλακές της Θήβας οι γυναίκες κάνουν καμιά φορά μια-δυο μέρες απεργία πείνας για δικά τους αιτήματα. Αλλά η διεύθυνση των φυλακών, μόλις ακούσει κάτι τέτοιο, αμέσως τις μεταφέρει στο κελί των δέκα βημάτων που σου περιέγραψα. Και οι γυναίκες δεν αντιδρούν, πάνε στο κελί για να μην τους κάνουν αναφορά, να μην τις πάνε πειθαρχικό και τιμωρηθούν. Όμως δεν αντέχουν να ζούνε σε αυτό το κελί, χτυπάνε την πόρτα και βγαίνουνε.
Φοβηθήκανε λοιπόν οι υπεύθυνοι των φυλακών τι θα μπορούσε να συμβεί με τις άλλες κρατούμενες αν εμείς σηκώναμε κεφάλι και δεν πηγαίναμε στο κελί. Εμείς αρνηθήκαμε να πάμε και τότε μας είπαν ότι θα μας πάνε με το ζόρι. Απαντήσαμε ότι είμαστε στον θάλαμό μας και να έρθουν να μας πάρουν. Είπαμε επίσης ότι αυτοί θα είναι υπεύθυνοι για οτιδήποτε μας συμβεί στη διάρκεια της απεργίας πείνας. Μας απείλησαν ότι θα τιμωρηθούμε.
Όταν κατάλαβαν ότι είμαστε αποφασισμένες, και είδαν ότι είχαμε τη στήριξη των δικηγόρων μας που έπαιρναν τηλέφωνο, των ανθρώπων μας που έρχονταν στη Θήβα, ότι δεν είμαστε μόνες μας κι ότι είχαμε μαζί μας κόσμο, μας άφησαν στην πτέρυγά μας και συνεχίσαμε την απεργία πείνας. Βάζαμε δηλαδή κάθε φορά μικρά-μικρά αιτήματα, όπως αυτό, και κερδίζαμε μικρές νίκες.
▶ Γιατί ξεκινήσατε απεργία πείνας πριν ξεκινήσει η δίκη σε δεύτερο βαθμό;
Χαζάλ: Ξεκινήσαμε απεργία πείνας στις 7 Οκτωβρίου για να διαμαρτυρηθούμε για την πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου. Φυσικά, δεν περιμέναμε καμιά κυβέρνηση να αλλάξει αυτή την απόφαση, και μόνο η δική μας αντίσταση θα άλλαζε την απόφαση που μας καταδίκασε συνολικά σε 333 χρόνια. Γι’ αυτό ξεκινήσαμε την απεργία πείνας διαρκείας και βάλαμε τα σώματά μας ανάχωμα στην αδικία, γνωρίζοντας πως η αντίσταση είναι μονόδρομος. Σ’ αυτόν τον δρόμο βαδίσαμε ως τις 10 Δεκεμβρίου και η αντίστασή μας κέρδισε την αναστολή της ποινής. Ακούσαμε πολλά αλλά εμείς ήμασταν όλοι αποφασισμένοι. Ξέραμε ότι η αντίστασή μας θα κερδίσει.
▶ Ποια ήταν η στάση των υπόλοιπων κρατουμένων απέναντί σας και ιδιαίτερα αφότου ξεκινήσατε την απεργία πείνας διαρκείας στις 7 Οκτωβρίου;
Χαζάλ: Οι άλλες κρατούμενες που μείναμε μαζί τους τρία χρόνια, από την αρχή ήτανε δίπλα μας, από την αρχή μας δείχνανε αλληλεγγύη, ενώ οι αρχές των φυλακών ήταν απέναντί μας. Όταν ξεκινήσαμε την απεργία πείνας διαρκείας μαζί μας ξεκίνησε και μια γυναίκα που δεν είναι καν πολιτική κρατούμενη και έκανε 20 ημέρες απεργία πείνας. Μια άλλη γυναίκα έκανε δύο εβδομάδες, άλλη μια δέκα μέρες, άλλη μία μια εβδομάδα. Πολλές φορές μας έδειχναν αλληλεγγύη με απεργία πείνας. Εμείς με αυτούς τους ανθρώπους μοιραστήκαμε την πείνα μας, και για εμάς αυτό ήτανε πολύ σημαντικό.
Μετά από λίγο καιρό, όταν είδαν ότι δεν ήμασταν όπως πριν, ότι κουραζόμαστε πιο πολύ, ότι είχαμε λιγότερη ενέργεια, μας είπαν ότι θα κάνουν εκείνες ό,τι χρειαζόμαστε, γιατί αυτό που κάναμε ήταν και για εκείνες πολύ σημαντικό, γιατί αφορά τη δικαιοσύνη. Προσπάθησαν λοιπόν να μας βοηθήσουν όσο περνούσε από το χέρι τους. Όταν ήρθαμε για το Εφετείο στον Κορυδαλλό, δύο φορές συγκέντρωσαν υπογραφές.
Την πρώτη, όταν συμπληρώσαμε 50 ημέρες απεργία πείνας, 60 γυναίκες υπέγραψαν δήλωση ότι κάνουν μια μέρα απεργία πείνας σε ένδειξη αλληλεγγύης προς εμάς και την έστειλαν στο υπουργείο Δικαιοσύνης. Αυτό ήταν για μας πολύ σημαντικό. Τη δεύτερη φορά, στις 90 μέρες απεργίας πείνας, 70 περίπου γυναίκες έκαναν για μια μέρα απεργία πείνας μαζί μας, συγκέντρωσαν υπογραφές και τις έστειλαν στο υπουργείο.
Οι πέντε συγκρατούμενές μας στον ίδιο θάλαμο, δεν μας άφηναν να κάνουμε δουλειές, όπως για παράδειγμα την καθαριότητα του θαλάμου. Μας φέρθηκαν πολύ καλά. Μας ρωτούσαν διαρκώς: «Πώς κάνετε; Πώς μπορείτε; Πώς αντέχετε; Και για ποιο λόγο;» Στην αρχή νόμιζαν ότι αποκλείονταν να αντέξουμε. Εμείς τους εξηγήσαμε πως είμασταν μέσα με μια πολιτική απόφαση και χωρίς στοιχεία, και πως κάνουμε απεργία πείνας ζητώντας δικαιοσύνη, για την ελευθερία μας, γιατί θέλουμε μια δίκαιη δίκη, γιατί είμαστε αγωνιστές και δεν μπορούμε να το δεχτούμε αυτό. Η καταδίκη μας ήταν μια πολιτική απόφαση και εμείς έπρεπε να απαντήσουμε στον ιμπεριαλισμό, έπρεπε να απαντήσουμε στον τουρκικό φασισμό και στο ελληνικό κράτος του Μητσοτάκη που συνεργάζεται με την Αμερική. Η απεργία πείνας είναι το μόνο όπλο που έχουμε στα χέρια μας και αυτό χρησιμοποιήσαμε. Συζητώντας με τις άλλες κρατούμενες, αυτές παραδέχτηκαν πως είχαμε δίκιο και μας είπαν ότι είναι δίπλα μας, κάτι που το έδειξαν στην πράξη με τις απεργίες πείνας συμπαράστασης για μας και τη συλλογή υπογραφών.
Ο αγώνας μας και η απελευθέρωσή μας είναι μια νίκη δική μας απέναντι στον ιμπεριαλισμό και τον φασισμό.
Στην αρχή μάς είπανε θα μείνετε στη φυλακή πολλά χρόνια, δεν θα δεχτούν τα αιτήματά σας, δεν θα πάρετε αναστολή, είναι μια μεγάλη ποινή και δεν αλλάζει εύκολα. Στην αρχή κανείς δεν μας πίστεψε. Εμείς όμως πιστέψαμε στον αγώνα μας, έπρεπε να κάνουμε κάτι. Αν δεν κάνεις τίποτα, δεν ξέρεις αν θα κερδίσεις ή όχι. Έπρεπε να αγωνιστούμε και να αντισταθούμε για να δούμε αν θα κερδίσουμε ή όχι. Και κερδίσαμε. Όταν αντιστέκεσαι και αγωνίζεσαι, φυσικά κερδίζεις. Κάθε αγώνας, κάθε αντίσταση γεννάει και μια νίκη!
Η αναστολή εκτέλεσης της ποινής μας ήταν αποτέλεσμα της απεργίας πείνας των 96 ημερών που κάναμε, ήταν αποτέλεσμα του αγώνα μας, της αντίστασής μας.
▶ Έχει ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή της σύλληψής σας ένα κίνημα αλληλεγγύης για την απελευθέρωσή σας. Τι έχετε να μας πείτε γι’ αυτό;
Χαρίκα: Από την πρώτη στιγμή της σύλληψης και της φυλάκισης μας ξεκίνησε ένα κύμα αλληλεγγύης που κράτησε τρία χρόνια. Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία και στην Ευρώπη, γίνανε συγκεντρώσεις έξω από το υπουργείο δικαιοσύνης και τις ελληνικές πρεσβείες, γράφτηκαν κείμενα, έγιναν σε όλη την Ευρώπη μεγάλες πορείες για δικαιοσύνη και για την απελευθέρωσή μας. Σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις έγιναν εκδηλώσεις για μας, πολλοί άνθρωποι έκαναν απεργία πείνας για αλληλεγγύη σε εμάς, και μέσα και έξω από τη φυλακή, δώσανε συνεντεύξεις. Η αλληλεγγύη έκανε να ακουστεί η φωνή μας, παρά την προσπάθεια απομόνωσής μας από τον λαό. Η αλληλεγγύη είναι το όπλο των λαών και θα νικήσουμε.