Μάκης Γεωργιάδης
▸Ο χώρος του αθλητισμού –και ειδικά του ποδοσφαίρου– είναι το ιδανικό έδαφος για τη δημιουργία «τοτέμ».
Μια διαχρονική διαδικασία ανάδειξης ιερών μορφών, μάγων που μιλάνε μια κοινή διάλεκτο και ας είναι ήρωες της μιας φυλής ή του άλλου έθνους. Το τέλειο πεδίο ανταγωνισμού αγγέλων και δαιμόνων και απολυτοποίησης του καλού και του κακού. Το πλέον εμβληματικό προϊόν αυτής της γιγαντιαίας βιομηχανίας, η οποία ωστόσο δεν είναι μόνο βιομηχανία, έπαψε να υπάρχει πριν από λίγες ημέρες. Ο πλέον συζητημένος μύθος του παιχνιδιού, το οποίο και πάλι είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση για να είναι απλώς ένα παιχνίδι, ο Πελέ, το μαύρο μαργαριτάρι», ο «εθνικός θησαυρός» της Βραζιλίας και του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, προχώρησε στη δική του «μεγάλη απόδραση» στις 29 Δεκεμβρίου.
Όσο κι αν ακούγεται κοινότοπο, ο έτερος πρωταγωνιστής ενός ιστορικού διλήμματος, ενός διαχρονικού δίπολου αντιπαράθεσης γενεών και γενεών ποδοσφαιρόφιλων, πέρασε στην αιωνιότητα. Στο πλάι του Ντιέγκο Μαραντόνα, ο οποίος υπήρξε επί δεκαετίες το σημείο αναφοράς του άλλου ποδοσφαιρικού –και όχι μόνο– κόσμου. Ο Πελέ υπήρξε πραγματικά μια συγκλονιστική αθλητική προσωπικότητα, η οποία περιέκλεισε στα ίδια πεπερασμένα όρια του ανθρώπινου σώματος, τον μύθο και την απίστευτη αίγλη και από την άλλη το προϊόν και τις ιδιότητες ενός εμπορεύματος. Ίσως μπορούσε να πει κανείς πως κατ’ αναλογία με το «αμερικανικό όνειρο» εκατοντάδων εκατομμυρίων μεταναστών προς τις ΗΠΑ, η πορεία και τα επιτεύγματα του Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο ή απλώς Πελέ αποτέλεσαν την εφαρμοσμένη εκδοχή του «ποδοσφαιρικού ονείρου» στα μάτια και στις καρδιές δισεκατομμυρίων παιδιών από τις παραγκουπόλεις και τις φαβέλες της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας έως τις φτωχογειτονιές κάθε καπιταλιστικής μητρόπολης.
Ένας φτωχοδιάβολος από μια μικρή περιφέρεια όπου κυριαρχούν τα ανθρακωρυχεία, ξυπόλητος, χωρίς να τελειώσει καν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, καταφέρνει να γίνει ο «βασιλιάς» του δημοφιλέστερου σπορ παγκοσμίως. Το γεγονός ότι για δεκαετίες, ίσως και σε ολόκληρη την καριέρα του, η τηλεόραση και ο πολιτισμός της εφήμερης εικόνας δεν είχε ακόμη αναπτύξει αυτήν την πλευρά του θεάματος, συνέτεινε στη δημιουργία ενός αξεπέραστου για τα κατορθώματά του μυθικού ήρωα. Ακόμη και σήμερα, είναι τόσες πολλές, τόσο αντικρουόμενες και με τέτοιες αποκλίσεις μεταξύ τους οι διάφορες πηγές για τις επιδόσεις του Πελέ, ώστε κανείς δεν μπορεί να μιλήσει με απολύτως έγκυρους αριθμούς. Οι στατιστικές υπηρεσίες της FIFA καταλήγουν σε 1.081 γκολ σε περίπου 1.200 παιχνίδια, όμως οι αριθμοί στην περίπτωσή του μικρή σημασία έχουν. Ο Πελέ, αλλά και η ομάδα του, η Σάντος, αποτέλεσαν τους προπομπούς της ταχείας εκβιομηχάνισης και απόλυτης εμπορευματοποίησης του ποδοσφαίρου. Περιοδείες με αντίτιμα εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων, χορηγίες από εταιρείες και προώθηση ποικίλων προϊόντων από πολυεθνικές ήρθαν στο προσκήνιο με την πρακτική του Πελέ, ήδη από τη δεκαετία του 1960. Πολύ πριν οι κατοπινοί κολοσσοί του ποδοσφαίρου και τεράστια brand names όπως η Λίβερπουλ, η Ρεάλ Μαδρίτης, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ή η Μπαρτσελόνα ανακαλύψουν περιοδείες σε αραβικό κόσμο και Ασία, φιλικά δισεκατομμυρίων και διοργανώσεις τελικών μεγάλων διοργανώσεων πολύ πέρα από την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Ο Πελέ, επί της ουσίας, δεν συγκρούστηκε ποτέ με οποιοδήποτε κατεστημένο. Ακόμη κι αν συγκρούστηκε κάποτε με την ηγεσία της FIFA και της βραζιλιάνικης συνομοσπονδίας ποδοσφαίρου, το έκανε επειδή θίγονταν τα συμφέροντά του, τα οποία τότε εξυπηρετούνταν από τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994 στις ΗΠΑ. Το όνομά του ενεπλάκη και σε κάποια σκάνδαλα διαφθοράς, χωρίς ωστόσο να αποδειχθεί κάτι επισήμως, ενώ η εξαργύρωση του μύθου συνεχίστηκε έως το τέλος με φιλανθρωπικές πράξεις.
Ο Πελέ υπήρξε η προσωποποίηση του συμβιβασμένου, συστημικού ειδώλου. Από αυτήν την άποψη, δεν κορόιδεψε κανέναν πουλώντας ψεύτικους τσαμπουκάδες και κούφιες επαναστατικές διακηρύξεις. Σύντομα, πολύ σύντομα και από την αρχή της καριέρας του, τον κατάπιε η λάμψη του σταρ σύστεμ και η ευκολία μιας νέας ζωής, μακριά από την εξαθλίωση των παιδικών και νεανικών του χρόνων. Ίσως δεν έχει και τόσο νόημα αυτή η σύγκριση τόσο σε ποδοσφαιρικό όσο και σε εξωγηπεδικό επίπεδο δύο ή περισσότερων προσωπικοτήτων. Πελέ και Μαραντόνα, δίπολα που έρχονται από μια άλλη εποχή, αλλά σηματοδοτούν και στιγματίζουν και τις νεότερες περιόδους του ποδοσφαίρου. Ο Πελέ ήταν αυθεντικός σε αυτό που ήταν και γι’ αυτό ήταν ο Πελέ. Το ίδιο και ο Ντιεγκίτο. Τόσο στο ποδόσφαιρο όσο και στην υπόλοιπη ζωή τους. Δεν ξέρω αν και πώς τους έχει κατατάξει η ιστορία, αλλά ο κάθε φίλαθλος το έχει κάνει ανάλογα με τη συνείδησή του. Είναι γνωστή η σχέση του δικού μας κόσμου με τον κόσμο του Μαραντόνα και ό,τι αυτός εκπροσωπούσε. Όμως ο Πελέ είναι ακόμη εδώ για να μας δείχνει πως και η άλλη πλευρά της μπάλας, η άλλη στάση των αυθεντικών ταλέντων όπως ο εκείνος, έχει τη δική της θέση στην ιστορία και τον σεβασμό που αξίζει σε ένα είδωλο…