Γιάννης Ελαφρός
▸ Ο χειμώνας της δυσαρέσκειας, η αλληλουχία των εκλογών και η ανεξαρτησία της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς
Ο ευρωπαϊκός και ειδικά ο βρετανικός Τύπος μιλά για τον «χειμώνα της δυσαρέσκειας», στον οποίο έχει μπει η ήπειρος, θέατρο ξανά ενός αιματηρού πολέμου. Οι εντυπωσιακές μετά από πολλά έτη απεργίες στη Βρετανία, αλλά και σε άλλες χώρες, επαναφέρουν στο προσκήνιο τα λόγια από το έργο του Ουίλιαμ Σέξπιρ Ριχάρδος ο Γ’, όπου στις πρώτες γραμμές αναφέρεται πως «τώρα είναι ο χειμώνας της δυσαρέσκειά μας». Η δυσφορία και η διάχυτη οργή χαρακτηρίζουν και το κλίμα στην Ελλάδα, που μπαίνει σε μια χρονιά που θα σφραγιστεί από την πολιτική αντιπαράθεση και τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, πάνω όμως σε ένα καυτό κοινωνικό έδαφος, που ακόμα δεν έχει ξεκαθαρίσει προς τα πού θα κλίνει.
Στο κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο δύο είναι τα σίγουρα στοιχεία. Πρώτο, η μεγάλη λεηλασία των εργατικών και ευρύτερα των λαϊκών στρωμάτων θα συνεχιστεί από την ακρίβεια και τη συνδυασμένη κλοπή «ελεύθερης αγοράς» και φορομπήχτη κράτους, με αποτέλεσμα οι συνθήκες ζωής να επιδεινώνονται με τρόπο που κανένα «pass» δεν μπορεί να απαλύνει. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί καθώς η ΕΕ προβλέπεται να μπει σε ύφεση το 2023. Τα αποτελέσματα ήδη γίνονται αισθητά και στην Ελλάδα. Ο περασμένος Νοέμβριος ήταν ο χειρότερος όσον αφορά στην απασχόληση από το 2001, με απώλειες 83.627 θέσεων εργασίας, ενώ μεταξύ των προσλήψεων μόλις μία στις δύο ήταν αορίστου χρόνου!
Δεύτερο, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιστρέφει αργά αλλά σταθερά στη γραμμή της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των αιματηρών πλεονασμάτων, πράγμα που σημαίνει πως για την Ελλάδα του τεράστιου χρέους (το οποίο ποσοστιαία συγκαλύπτει ο υψηλός πληθωρισμός) και της μεγάλης ενίσχυσης του κεφαλαίου τα προηγούμενα χρόνια ανοίγει η προοπτική νέων ευρω-μνημονίων, όπως κι αν ονομαστούν. Κι όλα αυτά μέσα σε συνθήκες πολέμου και όξυνσης των διεθνών ανταγωνισμών του κεφαλαίου, και στην περιοχή μας μεταξύ των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, που όχι μόνο βαρύνουν τους λαούς με τεράστιους εξοπλισμούς, αλλά μπορεί να οδηγήσουν και σε απρόβλεπτες καταστάσεις.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επόμενη κυβέρνηση, όποια κι αν είναι, εφόσον υπηρετεί την αστική πολιτική και τα συμφέροντα του κεφαλαίου εντός ΕΕ και ΝΑΤΟ, θα είναι μια κυβέρνηση κοινωνικού πολέμου σε βάρος των εργαζομένων και του λαού, η οποία θα επιδιώξει να σταθεροποιήσει την αντιλαϊκή «κανονικότητα»-βαρβαρότητα, σε ένα περιβάλλον όμως γεμάτο κοινωνικά και γεωπολιτικά ρήγματα.
Σε αυτό το πλαίσιο δεν λείπει η ανησυχία στους «επάνω». «Ήδη εκφράζονται φόβοι για το ενδεχόμενο τα φαινόμενα διαφθοράς με επίκεντρο τις Βρυξέλλες, σε συνδυασμό με την πίεση που ασκούν στα ευάλωτα κοινωνικά στρώματα η ενεργειακή κρίση και η ακρίβεια, να οδηγήσουν στην ‘’αναβίωση’’ της λεγόμενης αντισυστημικής ψήφου. Όπως λέγεται, μετά την τραυματική τριετία 2012-2015 η χώρα εμφανιζόταν να έχει επιστρέψει στην πολιτική κανονικότητα. Όμως, η εικόνα αυτή υπάρχει κίνδυνος να ανατραπεί και να καταγραφεί εκλογική άνοδος των άκρων εάν κυριαρχήσει στην εγχώρια σκηνή η συνολική απαξίωση των κομμάτων, του πολιτικού προσωπικού και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης», γράφτηκε πρόσφατα στην Καθημερινή.
Η πλήρης αστική ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ και η ξέπνοη θεσμική «αντιπολίτευση» που ασκεί, εντός του πλαισίου κεφαλαίου-ΕΕ, έχει δώσει τη δυνατότητα στην άθλια κυβέρνηση της ΝΔ να ελπίζει στη διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας της, παρά την ευρεία απαξίωσή της. Την ίδια ώρα, το ευρύτερο διεθνές περιβάλλον, η ενίσχυση των αντιδραστικών και εθνικιστικών ρευμάτων και ο ταξικός και διεθνιστικός αφοπλισμός μέρους της Αριστεράς δίνει ώθηση στην ακροδεξιά, που φορά και «αντισυστημική» προβιά.
Σε αυτές τις συνθήκες θα πρέπει να δυναμώσει η πάλη του λαού για τα ζωτικά του αιτήματα, στην κατεύθυνση ενός πολιτικού κινήματος ανατροπής. Το σύνθημα «Μόνο ο λαός σώζει τον λαό» είναι ουσίας και διαρκείας, δεν «εκχωρείται» σε κανέναν κοινοβουλευτικό ή κυβερνητικό εκπρόσωπο. Την ίδια ώρα το ΚΚΕ βρίσκεται σε διαρκή προεκλογική περίοδο (αντιμετωπίζοντας αντίστοιχα και το κίνημα), ενώ το ΜέΡΑ25 με την «υπεύθυνη ανυπακοή» μένει εντός των τειχών του συστήματος.
Ταυτόχρονα όμως οι επόμενοι μήνες είναι περίοδος πολιτικής συμπύκνωσης, συσπείρωσης δυνάμεων για τις επόμενες πολιτικές μάχες, αλλά και προετοιμασίας για τη νέα εποχή των θυελλών την επόμενη μέρα. Σε αυτές τις συνθήκες, υπάρχουν δύο θεμελιώδεις πολιτικοί στόχοι, προαπαιτούμενα για κάθε ανατρεπτική παρέμβαση.
Πρώτο, η ανεξαρτησία κι εμφάνιση της εργατικής πολιτικής σε όλα τα επίπεδα, η διεκδίκηση και πολιτική απαίτηση των εργατικών αναγκών και δικαιωμάτων σε μετωπική σύγκρουση με τους πυλώνες της αστικής κερδοφορίας και κυριαρχίας, με τα όρια της φυλακής της ΕΕ και του στρατοπέδου του ΝΑΤΟ. Δεύτερο, η πολιτική ανεξαρτησία και αυτοτελής παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής, ανατρεπτικής και επαναστατικής Αριστεράς σε όλες τις πολιτικές μάχες.
Ανησυχία των «επάνω» για πιθανή αύξηση της αντισυστημικής στάσης και ψήφου
Με βάση αυτά, αποτελεί κύριο στόχο η επανασύνδεση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς με την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, την ανήσυχη νεολαία, τη ζώνη της νέας ριζοσπαστικοποίησης, που πολλές φορές καθηλώνεται στο μερικό και στην εκλογική αποχή. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τη συνδιάσκεψή της στις 21-22/1 μπορεί να συμβάλλει σε όλα αυτά, όχι γιατί είναι η ίδια η αντικαπιταλιστική Αριστερά που απαιτεί η εποχή μας, αλλά γιατί πρεσβεύει αυτή την ανάγκη και μπορεί να θέσει τον στόχο για μια νέα αντικαπιταλιστική ανατρεπτική συσπείρωση. Μια τέτοια λογική βλέπει συνολικά και προοπτικά την πολιτική πάλη και δεν πάσχει από κοινοβουλευτική μυωπία, με το μάτι κολλημένο στις έδρες, με αποτέλεσμα συμμαχίες χωρίς έμπνευση, πρόγραμμα, προοπτική.
Ας υποδεχθούμε το 2023 με λόγια από τον Σέξπιρ: «Ω, ευγενικοί μου άνθρωποι, η ζωή είναι σύντομη… Αν ζούμε, ζούμε για να πατήσουμε πάνω στα κεφάλια των βασιλιάδων…»