Γεράσιμος Λιβιτσάνος
▸Φοροεπιδρομή στα λαϊκά εισοδήματα, βροχή δισεκατομμυρίων για εξοπλιστικά-επιχειρήσεις
Ενας ακόμη αντιλαϊκός προϋπολογισμός ψηφίστηκε το Σάββατο 17 Δεκέμβρη από τη Βουλή.
Παρά την αβεβαιότητα της εφαρμογής του λόγω διεθνών συνθηκών δεν αλλάζουν τα βασικά χαρακτηριστικά του: Φουσκωμένες εξοπλιστικές δαπάνες, παροχές προς τις Α.Ε. και φοροεπιδρομή στα λαϊκά στρώματα. Αυτά, ενώ καταγράφεται και η «στροφή» της οικονομικής πολιτικής στη σταδιακή επαναφορά της ΕΕ σε καθεστώς άρσης της όποιας οικονομικής ελαστικότητας για τα κράτη μέλη.
Βασικό χαρακτηριστικό του προϋπολογισμού είναι η κατανομή των κρατικών κονδυλίων υπέρ του κεφαλαίου. Είτε αυτό εκφράζεται με την κατευθείαν επιδότηση στις μεγάλες επιχειρήσεις, είτε μέσω των εξοπλιστικών προγραμμάτων που φτάνουν σε δυσθεώρητα επίπεδα τα τελευταία δύο χρόνια. Χαρακτηριστική ήταν αναφορά του κεντρικού εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας Λάζαρου Τσαβδαρίδη. Όπως είπε, «η κυβέρνηση δίνει προτεραιότητα, πρώτον, στην αύξηση των επενδύσεων, με σημείο αιχμής τις δημόσιες επενδύσεις, που πρόκειται να ξεπεράσουν τα 15 δισεκατομμύρια ευρώ χάρη και στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, δεύτερον, στην ενίσχυση της εθνικής άμυνας, με αυξημένες δαπάνες για αγορές οπλικών συστημάτων ύψους έξι περίπου δισεκατομμυρίων ευρώ για τα έτη 2022 και 2023, έναντι ετήσιων δαπανών μόλις 500 εκατομμυρίων ευρώ κατά το πρόσφατο παρελθόν». Ουσιαστικά, δηλαδή, ομολόγησε ότι 21 δισ. θα διατεθούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο πολυεθνικό και εγχώριο κεφάλαιο.
Αυτά την ίδια στιγμή που ο προϋπολογισμός του 2023 προβλέπει σημαντική μείωση στη χρηματοδότηση των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας, κατά 414 εκατομμύρια ευρώ. Πιο συγκεκριμένα, από τα 5,6 δισεκατομμύρια, πάει στα 5,2 δισεκατομμύρια ευρώ, με την κυβέρνηση να αιτιολογεί αυτή τη λογική με την ύφεση της πανδημίας. Επίσης, μειούμενες βαίνουν οι δαπάνες για την παιδεία, που τα τελευταία 10 χρόνια έχουν χάσει 1,8 δισ. Ειδικά η χρηματοδότηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει μειωθεί σχεδόν κατά 70% και αντιστοιχεί μόλις στο 0,9% του ΑΕΠ. Αντίστοιχη εικόνα και για τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, που μειώνεται από 21,4 σε 21,1 δισεκατομμύρια ευρώ, σε έναν προϋπολογισμό που βασίζει τα έσοδά του στη μείωση της αγοραστικής δύναμης του λαϊκού εισοδήματος. Αυτό τεκμηριώνεται από την καταγραφή της αύξησης των φορολογικών εσόδων κατά 3,2 δισ. ευρώ, με τους φορολογικούς συντελεστές να παραμένουν στο ίδιο ύψος, με τον ΦΠΑ να αναδεικνύεται ο πιο προσοδοφόρος για τα κρατικά ταμεία. Πιο συγκεκριμένα, ο ΦΠΑ προβλέπεται στα 22,1 δισ. το 2023, από 21,4 δισ. το 2022, που σημαίνει ότι καταγράφεται αύξηση 21,6% του ΦΠΑ μεταξύ των ετών 2019 και 2022. Μάλιστα, η αναλογία των εμμέσων φόρων έναντι των άμεσων είναι 6 προς 4.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο προϋπολογισμός του 2023 «επιστρέφει» στη λογική των πρωτογενών πλεονασμάτων, προσαρμοζόμενος στο δόγμα της ΕΕ για σταδιακή επαναφορά στα γνωστά κριτήρια της συνθήκης του Μάαστριχτ. Για το 2023 προβλέπεται πλεόνασμα 0,7%, έναντι ελλείμματος 1,8% το 2022. Το δημόσιο χρέος καταγράφεται στα 392,3 δισ. προκειμένου να συνεχίσει να αποτελεί το μόνιμο άλλοθι των αντιλαϊκών πολιτικών και σε αυτό μπορούν να προστεθούν 30 περίπου,δισεκατομμύρια ευρώ κρατικών εγγυήσεων.Οι κυβερνητικές αλχημείες σύνδεσης του χρέους με προβλέψεις για αύξηση του ΑΕΠ δεν αλλάζουν την πραγματικότητα των απόλυτων μεγεθών.