Παναγιώτης Ξοπλίδης
Κόμματα αριστερής και κομμουνιστικής αναφοράς στηρίζουν την πολιτική του ΝΑΤΟ, τους εξοπλισμούς της ΕΕ ή την επέμβαση της Ρωσίας και την κρατική παρέμβαση της Κίνας. Τραγική η κατάσταση της διεθνούς Αριστεράς, που αναδεικνύει τις ιστορικές αγκυλώσεις και τον ταξικό και επαναστατικό αφοπλισμό της.
Το πρόσφατο συνέδριο του NPA, άλλοτε ελπιδοφόρου εγχειρήματος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στην Ευρώπη και ηγετική δύναμη της τροτσκιστικής 4ης Διεθνούς, κατέληξε σε μια οδυνηρή διάσπαση με την απερχόμενη ηγεσία να αποχωρεί. Το κόμμα είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο πολιτικής κατάπτωσης, ώστε να ασκεί κριτική στον πρόεδρο Μακρόν επειδή «η Γαλλία είναι μόλις 11η στην Ευρώπη στην ποσότητα όπλων που έστειλε στην Ουκρανία»! Λίγες βδομάδες νωρίτερα η Διεθνής Συνάντηση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων (ΔΣΚΕΚ), στην οποία συμμετέχουν κόμματα που συνδέονταν ιστορικά με το ΚΚΣΕ, διχάστηκε στο θέμα του πολέμου με την πλειοψηφία να στηρίζει απόλυτα την πολιτική του Πούτιν. Την ίδια στιγμή που ο Ρώσος πρόεδρος σε κάθε ομιλία του λοιδορεί τον Λένιν και τη σοβιετική προσέγγιση του εθνικού ζητήματος, σχολιαστές της φιλορωσικής Αριστεράς πανηγυρίζουν κάθε βόμβα που πέφτει σε ουκρανική πόλη σχεδόν ως βήμα προς την κομμουνιστική παλινόρθωση! Άλλα κομμουνιστικά κόμματα, μαοϊκής κυρίως προέλευσης, βλέπουν τον σύγχρονο κινεζικό καπιταλισμό ως «ενδιάμεσο στάδιο στο δρόμο για τον σοσιαλισμό», ενώ ο πρόεδρος Σι ηγείται της εκστρατείας υπεράσπισης της ελευθερίας του εμπορίου και της παγκοσμιοποίησης. Η Αριστερά των Δημοκρατών Σοσιαλιστών και τα «κινήματα βάσης» στις ΗΠΑ έχουν ενταχθεί στο άρμα του Μπάιντεν στο θέμα της Ουκρανίας, θεωρώντας ότι ο «πόλεμος κατά του Πούτιν» είναι μια σταυροφορία του «ελεύθερου κόσμου» ενάντια στην «απολυταρχία», με τη Μόσχα να παρουσιάζεται μεταξύ άλλων ως το «το παγκόσμιο κέντρο του αντιφεμινιστικού, αντι-ΛΟΑΤΚΙ μίσους». Όσο για τα κόμματα του ρεύματος του ευρωκομμουνισμού (τα παραδοσιακά ή στην «προοδευτική» εκδοχή τους), ακόμα κι αν ψελλίσουν κάτι ενάντια στο ΝΑΤΟ, υπερασπίζονται την Ευρωπαϊκή Ένωση ως μονόδρομο, έχοντας ως στόχο τη «θεραπευτική βελτίωση της ευρωζώνης». Προβάλλουν την πράσινη ανάπτυξη (με χρηματοδότηση από μια «πιο δημοκρατική Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα»), ενώ την ίδια στιγμή οι πολύχρωμες κυβερνήσεις της ΕΕ ανακοινώνουν εξοπλισμούς που θυμίζουν τις παραμονές των δύο Παγκοσμίων Πολέμων.
Μόλις μια δεκαετία πριν, στον απόηχο των μεγάλων εξεγέρσεων και των λαϊκών κινημάτων στον αραβικό κόσμο, τη Λατινική Αμερική, τη Νότια Ευρώπη, η Αριστερά έμοιαζε να βρίσκει μια δυναμική πρωτόγνωρη για δεκαετίες. Ακολούθησε μια εκφυλιστική πορεία που σφραγίστηκε από τον κυβερνητισμό και την αναζήτηση συμβατότητας με την αγορά και την αστική δημοκρατία. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν το σημείο καμπής που έβγαλε στο προσκήνιο την πολιτική χρεοκοπία ιστορικών κομμάτων, νέων πολλά υποσχόμενων μετώπων, αλλά ακόμα και ολόκληρων ρευμάτων της Αριστεράς. Υπάρχουν προφανώς αρκετές και σημαντικές εξαιρέσεις, μεταξύ αυτών αξίζει να σημειωθούν οι αντιπολεμικές πρωτοβουλίες που λαμβάνουν οργανώσεις της αντικαπιταλιστικής και σύγχρονα κομμουνιστικής Αριστεράς με συμμετοχή και του ΝΑΡ, ωστόσο η Αριστερά (όλων των εκδοχών) βρίσκεται διεθνώς πολύ πίσω από τις ανάγκες της εποχής.
Τα αριστερά κόμματα καταδικάζουν συχνά τους πολέμους των «άλλων», ενώ στο ζήτημα των ανταγωνισμών της δικής τους αστικής τάξης στηρίζουν την κυρίαρχη «εθνική γραμμή»
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση πολέμου και πολλαπλής καπιταλιστικής κρίσης η διεθνής Αριστερά αναδεικνύει περισσότερο τις ιστορικές αγκυλώσεις της, την ανάλυση της εποχής με απαρχαιωμένα εργαλεία, την αδυναμία παρέμβασης με μαζικούς όρους. Η πλειοψηφία των κομμουνιστικών και αριστερών κόμματων στηρίζουν στο θέμα του πολέμου και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών το «δικό τους έθνος» ή το γεωπολιτικό στρατόπεδο που συμμετέχει η αστική τους τάξη. Σε πολλές περιπτώσεις καταδικάζουν τους πολέμους των «άλλων», όταν ο πόλεμος δεν αφορά άμεσα τους λαούς τους, αλλά στο ζήτημα των ανταγωνισμών της δικής τους αστικής τάξης στηρίζουν την κυρίαρχη «εθνική γραμμή».
Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλά κόμματα που έχουν εντελώς διαφορετική ανάλυση για το θέμα του πολέμου στην Ουκρανία και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών γενικότερα, ταυτίζονται τελικά στην εκλογική και πολιτική τακτική τους. Κόμματα, που οι «αντίπαλοι» τους τα εντάσσουν είτε στη «ΝΑΤΟϊκή Αριστερά», είτε στην «πουτινική», καταλήγουν στην αναζήτηση σοσιαλδημοκρατικών λύσεων νέας κοπής και στην ένταξή τους σε ένα μοντέλο εκλογικού μετώπου κοινοβουλευτικής διαχείρισης. Το θέμα του πολέμου κρίνεται τελικά ως «δευτερεύον», ώστε να προσαρμοστεί σε μια τακτική συγκέντρωσης των πάντων σε ένα εκλογικό συνασπισμό ή πίσω από ένα εκλογικό ηγέτη.
Αντί για αντιπολεμική πάλη επιλέγουν τον «κοινοβουλευτικό δρόμο»
Στενεύουν τα περιθώρια διαχείρισης του συστήματος, ζητούμενο η κομμουνιστική επαναθεμελίωση
Η αντιπολεμική δράση και πολύ περισσότερο η σύνδεση της με την λαϊκή δυσαρέσκεια και οργή, που εντείνουν οι καπιταλιστικοί ανταγωνισμοί και οι πολεμικοί εξοπλισμοί, αφήνονται έτσι στα χέρια της ακροδεξιάς, καθηλώνεται ή ενσωματώνεται. Η προσήλωση στον κοινοβουλευτισμό και στην ταξική συνεργασία σε «δημοκρατικά μέτωπα» σε μια εποχή που πλέον η καπιταλιστική κρίση φαίνεται ότι «επιλύεται» με πολέμους, οδηγεί την Αριστερά διεθνώς στην ανυποληψία. Παράλληλα, άλλες αριστερές δυνάμεις –δια του αστικού «αντιιμπεριαλισμού»– οδηγούνται ακόμα και στον εθνικισμό, υποτάσσοντας τα συμφέροντα της εργατικής τάξης κάθε χώρας σε αυτά της αστικής τους τάξης.
Οι ιστορικές Διεθνείς που λειτουργούν ακόμα, βρίσκονταν και πριν την έκρηξη του πολέμου στην Ουκρανία σε κρίση, με εκφυλιστικά φαινόμενα διάλυσης. Στην πλειοψηφία αυτών, από παραδοσιακές τροτσκιστικές και μαοϊκές μέχρι την ΔΣΚΕΚ και τη νεόκοπη Προοδευτική Διεθνή, επικράτησε η γραμμή της παράκαμψης της επανάστασης, μέσω ενός «εφικτού» ή «σύντομου» δρόμου προς την εξουσία. Σε πολλές χώρες οργανώσεις που ορκίζονται ακόμα και σήμερα στον κομμουνισμό και την επανάσταση, στήριξαν εκλογικές και κυβερνητικές επιλογές που τελικά άφησαν άθικτη την καπιταλιστική παραγωγική βάση και το κράτος.
Ωστόσο, στη νέα εποχή που άνοιξε μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, αυτές οι επιλογές στενεύουν. Οι συνέπειες της κρίσης δημιουργούν τις συνθήκες για νέες εξεγέρσεις και ήδη εμφανίζεται μια τάση μαχητικών, άγριων αγώνων χωρίς ωστόσο αυτοί να επιφέρουν ουσιαστικά πλήγματα στον αντίπαλο ή να αποκρυσταλλώνονται ακόμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτά τα κινήματα, οι εξεγέρσεις και τα νέα ρεύματα αντίστασης και αγώνα βρίσκονται κάποιες φορές σε διάκριση από την παράδοση της Αριστεράς, τα σύμβολα της και το ιδεολογικό και πολιτικό της φορτίο. Όσο απουσιάζει μια σύγχρονη μαρξιστική ανάλυση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας και η προοπτική κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης αυτό το ρήγμα θα μεγαλώνει.