Αιμιλία Καραλή
Τα ιδρύματα-κιβωτοί ανθρώπων προετοιμάζουν τα παιδιά έτσι ώστε να νιώθουν δια βίου υποχρεωμένα σε όποιον/όποιαν αναλάβει την τροφή, τη στέγαση και τη στοιχειώδη μόρφωσή τους, με το αζημίωτο, όπως είδαμε από το πλήθος των δωρεών και των κρατικών ενισχύσεων.
Σε ένα λογοτεχνικό κείμενο παρεμβάλλεται συχνά στη ροή της αφήγησης μια αυτοτελής μικρότερη ιστορία που όμως έχει σχέση με την κεντρική. Τα όσα περιλαμβάνει αφορούν το παρελθόν κάποιου από τους πρωταγωνιστές της κύριας ιστορίας. Αυτή η τεχνική ονομάζεται εγκιβωτισμός. «Χρησιμεύει» για να φωτιστούν και να εξηγηθούν πλευρές της, να ερμηνευθούν στοιχεία της, να απαντηθούν ερωτηματικά που έχουν μείνει μετέωρα κατά την βασική πλοκή της αφήγησης. Από τις πιο γνωστές εγκιβωτισμένες ιστορίες είναι η αφήγηση του Οδυσσέα στις ραψωδίες ι-μ της Οδύσσειας, που διακόπτει τη ροή του ομότιτλου έπους, ή η αποκάλυψη του ακούσιου φόνου της πρώτης κόρης από την ίδια τη μητέρα στο διήγημα του Βιζυηνού Το αμάρτημα της μητρός μου. Μετά τη διακοπή αυτή, η ιστορία συνεχίζεται από το σημείο στο οποίο είχε διακοπεί.
Ένα είδος εγκιβωτισμένης αφήγησης, αλλά στην πραγματικότητα πια, φαίνεται να είναι και η ιστορία της ΜΚΟ «Η κιβωτός του κόσμου» — ειρωνικά ενδιαφέρουσα είναι και η ετυμολογική συνάφεια της επωνυμίας με τον λογοτεχνικό όρο που προαναφέρθηκε. Οι καταιγιστικές «αποκαλύψεις» για τη ζωή των παιδιών στις δομές της, για τα υπέρογκα ποσά από δωρεές που διαχειρίζονταν οι ιδρυτές της και για τα οποία έδιναν λογαριασμό μόνο στον εαυτό τους, φαίνεται να μην έχουν τέλος. Έκπληκτη (!) για άλλη μια φορά η ελληνική κοινωνία πέφτει ξανά (!) από τα σύννεφα. Ποιον να «εμπιστευτεί» πλέον! Σε ποιον να αναθέσει τη φροντίδα παιδιών που διάφορες ανατροπές στη ζωή τους τα οδήγησαν σε παρόμοια ιδρύματα; Σε ποιον να δωρίσει το όποιο υστέρημα για να «συγχωρεθούν» και τα πεθαμένα της.
Αυτά ακριβώς τα ρήματα (εμπιστευθεί, αναθέσει, δωρίσει) είναι και το τρίπτυχο που δημιουργεί τα ιδρύματα-κιβωτούς ανθρώπων, παρένθετες «αφηγήσεις»-μικροδομές που εξηγούν και φωτίζουν την κοινωνία ως κύρια αφήγηση-μακροδομή. Προετοιμάζουν τα παιδιά έτσι ώστε να νιώθουν δια βίου υποχρεωμένα σε όποιον/όποιαν αναλάβει την τροφή, τη στέγαση και τη στοιχειώδη μόρφωσή τους –με το αζημίωτο όπως είδαμε από το πλήθος των δωρεών και των κρατικών ενισχύσεων– επειδή η οικογένειά τους κάποια στιγμή αδυνατούσε ή αδιαφορούσε να τους τα παράσχει.
Και αυτή η υποχρέωση ξεπληρώνεται με την υποταγή, την υπακοή, την εργασία, τον φόβο, τη σιωπή τους. Οι απείθαρχοι απομονώνονται, τιμωρούνται και οποιαδήποτε ποινή τους επιβληθεί θεωρείται εύλογη και –γιατί όχι;– και ευλογημένη στη συγκεκριμένη περίπτωση. Από μικρά, αυτά τα παιδιά διαπαιδαγωγούνται να μην έχουν καμιά εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, να πιστεύουν ότι δεν «παίρνουν τα γράμματα» ή ότι δεν τους χρησιμεύουν σε κάτι, ότι δεν τους αξίζει κάποια αυτοτελής, ανεξάρτητη ζωή. Χωρίς προσωπικό χώρο και χρόνο για στοχασμό, για μελέτη, για ξεκούραση, μετατρέπονται δυνητικά σε υπάρξεις-μονάδες, που υπάρχουν μόνο και μόνο για να αποσβέσουν με τους «ομοίους» τους το κόστος της ζωής τους. Και την τελευταία πάντα την χρωστούν σε κάποιον και κυρίως στους «καλούς κυρίους» και στις «καλές κυρίες» που την «αναλαμβάνουν».
Σε αυτές τις δομές αναγνωρίζουμε τη διάρθρωση και τις κυρίαρχες αξίες της κοινωνίας μας. Ανάλογα με την εποχή, ονομάζονται παιδουπόλεις, αναμορφωτήρια, ιδρύματα
Τελικά, στην οργάνωση τέτοιων δομών αναγνωρίζουμε τη διάρθρωση και τις κυρίαρχες αξίες της κοινωνίας μας. Αυτές αναπαράγουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Και ανάλογα με τη συγκυρία και την εποχή ονομάζονται παιδουπόλεις, αναμορφωτήρια, ιδρύματα. Στρατώνες παιδιών που ηλικιακά μόνο είναι παιδιά· μαθαίνουν από νωρίς να υπακούνε σε διαταγές και να εκπληρώνουν τις θελήσεις του κάθε φορά παιδονόμου τους. Πότε με τη βία, πότε με το καλό, άλλοτε με συνδυασμό τους, διδάσκονται από νωρίς πως θα ανταμειφθούν μόνο αν ακολουθούν τους κανόνες των «φιλάνθρωπων» (συνήθως ιερωμένων ή «μεγαλόψυχων» πλούσιων), σαν τα «παράσιτα» που είναι συμφιλιωμένα με τους «ξενιστές» τους. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στην «κανονική» ζωή με τους «κανονικούς» ανθρώπους. Οι «μη κανονικοί» μάλλον θα πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Στεφανίας, της «παραστρατημένης» ηρωίδας στην ομότιτλη ταινία του Δαλιανίδη (1966). Όταν ρωτήθηκε γιατί πέταξε τη βρόμικη σφουγγαρίστρα στο πρόσωπο της σαδίστριας επιστάτριας του αναμορφωτηρίου στο οποίο την είχαν κλείσει μαζί με άλλες «όμοιές» της. απάντησε «από ιδεολογία», και πήρε πάνω της το κόστος.