Γιώργος Παυλόπουλος
Το «ατυχές περιστατικό» στα σύνορα της Πολωνίας με την Ουκρανία απέδειξε πόσο εύκολα μπορεί να προκληθεί μια σύγκρουση ανάμεσα στη Ρωσία και το ΝΑΤΟ, κάτι που διακαώς επιδιώκει ο Ζελένσκι και άλλοι θερμοκέφαλοι.
Εννιά μήνες συμπληρώνονται αυτή την εβδομάδα από την 24η Φεβρουαρίου, ημέρα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, με την οποία άνοιξε η νέα σελίδα αυτού του πολέμου. Ενός πολέμου που προφανώς δεν ξεκίνησε τότε, ωστόσο, μετά από δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και πολλαπλάσιους τραυματίες, μετά από εκατομμύρια πρόσφυγες και την καταστροφή μεγάλου μέρους των υποδομών μιας ολόκληρης χώρας, τίθεται επιτακτικά το εξής ερώτημα: Μπορεί άραγε να ισχυριστεί κανείς στα σοβαρά ότι όσα έχει πετύχει κάποια από τις δύο πλευρές, είτε η ηγεσία της Ρωσίας που επιχείρησε να «σβήσει» μια ολόκληρη χώρα είτε η κυβέρνηση του Κιέβου που έγινε πολιορκητικός κριός των σχεδίων ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, μπορούν να δικαιολογήσουν το μέγεθος της τραγωδίας και του πόνου; Ή ότι η μία από τις δύο βρίσκεται κοντά στο να καταφέρει το συντριπτικό πλήγμα στην άλλη και να ανακηρυχθεί νικήτρια;
Όσον αφορά τη Ρωσία, οι εξελίξεις που έχουν σημειωθεί μετά το καλοκαίρι δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών ή… φαντασιώσεων. Άλλωστε, πόσο περισσότερο θα μπορούσε να ταπεινωθεί το Κρεμλίνο, που αναγκάστηκε να τα μαζέψει και να φύγει άρον-άρον από μία περιοχή –την περιφέρεια της Χερσώνας– την οποία ο στρατός του είχε καταλάβει τις πρώτες ημέρες του πολέμου και μόλις πρόσφατα προσάρτησε στην επικράτεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας, δεσμευόμενο μάλιστα πως θα την υπερασπιστεί με κάθε μέσο, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών;
Η Ουκρανία, από την άλλη, παρά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το τελευταίο διάστημα και το παραλήρημα του Ζελένσκι και της αυλής του, είδε να την «προσγειώνει» ένας άνθρωπος ο οποίος αναμφίβολα γνωρίζει πολύ περισσότερα από αυτούς σχετικά με την πραγματική κατάσταση. Ο αρχηγός του αμερικανικού Πενταγώνου, Μαρκ Μίλεϊ, στις δηλώσεις που έκανε την περασμένη Τετάρτη ήταν μάλλον ξεκάθαρος: «Η πιθανότητα μιας στρατιωτικής νίκης των Ουκρανών –η οποία ορίζεται ως η εκδίωξη των Ρώσων από ολόκληρη τη χώρα συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας την οποία διεκδικούν– κάποια στιγμή σύντομα δεν είναι ιδιαιτέρως μεγάλη», είπε ο Αμερικανός αρχιστράτηγος.
Με βάση τα παραπάνω, αλλά και το γεγονός ότι ο χειμώνας στην Ουκρανία είναι σχετικά βαρύς και δεν επιτρέπει εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις, μπορεί κανείς να ισχυριστεί –το υπονόησε και ο Μίλεϊ– ότι κατά τους επόμενους μήνες, τουλάχιστον μέχρι τη συμπλήρωση ενός έτους από την εισβολή, οι γραμμές που έχουν διαμορφωθεί στο μέτωπο δεν πρόκειται να αλλάξουν σημαντικά, όσες βόμβες και αν πέσουν, όσο αίμα και αν χυθεί ακόμη. Εξάλλου, έχοντας αποσυρθεί ανατολικά του ποταμού Δνείπερου, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν πολύ πιο ισχυρές και καλά οχυρωμένες θέσεις, έχοντας πλέον τη δυνατότητα να επικεντρώσουν τη δύναμη πυρός τους στο τμήμα εκείνο της επαρχίας του Ντόνετσκ που δεν ελέγχουν και κυρίως τις πόλεις Μπακχμούτ, Αρντίβκα, Κραματόρσκ και Σλοβιάνσκ — χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι δεδομένη η κατάληψή τους.
«Δεν είναι ιδιαιτέρως πιθανή μια στρατιωτική νίκη των Ουκρανών», ξεκαθάρισε ο Αμερικανός αρχιστράτηγος
Την ίδια στιγμή, τα όσα συνέβησαν την περασμένη Τρίτη στα σύνορα Πολωνίας-Ουκρανίας, με την πτώση του «ορφανού» πυραύλου στο έδαφος της πρώτης και τον θάνατο δύο ανθρώπων, έρχονται να υπενθυμίσουν κυρίως ένα πράγμα: Ότι η απευθείας «σύγκρουση ανάμεσα στη Ρωσία και το ΝΑΤΟ απέχει μόλις ένα λάθος υπολογισμό», όπως σημείωνε άρθρο στους Financial Times. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι αρκετοί είδαν αυτό το επεισόδιο ως τη χρυσή τους ευκαιρία για να ξεκινήσουν μια τέτοια σύρραξη – με πρώτο και καλύτερο τον Ζελένσκι στο Κίεβο και τους πιο θερμοκέφαλους στη Βαρσοβία που, ενώ από τις πρώτες ώρες ήταν φανερό ότι ο πύραυλος ανήκε στην ουκρανική αεράμυνα, σήμαναν γενικό συναγερμό και «έδειχναν» προς την πλευρά των Ρώσων.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό το «ατυχές περιστατικό» (κατά την έκφραση του Πολωνού προέδρου) απέδειξε ότι οι αποφάσεις για το τι μέλλει γενέσθαι λαμβάνονται κυρίως στην Ουάσιγκτον. Αυτή επέλεξε, δια στόματος Μπάιντεν από τη σύνοδο της G20, να μην δώσει συνέχεια και να απορρίψει το σενάριο της ρωσικής επίθεσης τη
συγκεκριμένη στιγμή. Εξίσου εύκολα θα μπορούσε –και δεν αποκλείεται να το κάνει στο μέλλον– να επιβεβαιώσει τις θεωρίες του Ζελένσκι και να οδηγήσει την κατάσταση στα άκρα και στο χείλος του γκρεμού. Η ίδια κρατά και το «κλειδί» της εκεχειρίας και των διαπραγματεύσεων, με αρκετούς να θεωρούν ότι τα σημερινά δεδομένα αποτελούν ευκαιρία για μια τέτοια εξέλιξη.