Στέλιος Δρίτσας
Η φετινή διάσκεψη για το κλίμα ουσιαστικά αποτέλεσε τη χαριστική βολή στον στόχο του περιορισμού της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη έως τον ενάμιση βαθμό Κελσίου. Όσο για το Ταμείο που δημιουργήθηκε, μένει να αποδειχθεί ποιος θα το χρηματοδοτήσει…
Τι μπορεί, άραγε, να περιμένει η ανθρωπότητα από μια συνεδρίαση του ΟΗΕ για το κλίμα που ξεκινάει με την παραδοχή πως δεν υπάρχει πιθανό σενάριο να επιτευχθεί ο στόχος της αύξησης έως 1,5 βαθμό Κελσίου της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας μέχρι το 2100, με βάση τις ισχύουσες πολιτικές υποσχέσεις από τα διάφορα κράτη; Τι, επίσης, μπορεί να περιμένει κάνεις από ένα συνέδριο για το κλίμα το οποίο επιχορηγείται με μυθικά ποσά από την Coca-Cola, ενώ πραγματοποιείται στο έδαφος και υπό την προεδρία μιας δικτατορίας όπως είναι αυτή της Αιγύπτου; Ο οποιοσδήποτε θα έλεγε «όχι πολλά πράγματα» — το ίδιο που εκτιμούσε και ο κόσμος του κινήματος, αλλά και οι ειδικοί αναλυτές πριν από περίπου μισό μήνα.
Τα μόνα συμπεράσματα, λοιπόν, που αξίζει να κρατήσουμε από τη φετινή COP27 είναι τα εξής δύο: Πρώτον, λογικά σηματοδότησε το επίσημο τέλος του περιβόητου στόχου αύξησης της μέσης θερμοκρασίας έως τον 1,5 βαθμό Κελσίου. Δεύτερον, ιδρύθηκε το «Ταμείο απωλειών και ζημιών» από την κλιματική κρίση (Loss and Damage Fund). Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο. Ένα τέτοιο Ταμείο αποτελεί πάγιο αίτημα των φτωχότερων και πιο ευάλωτων κρατών εδώ και τουλάχιστον 30 χρόνια. Ο πλούσιος βορράς ήταν αντίθετος σε αυτό, τουλάχιστον μέχρι την προηγουμένη εβδομάδα. Ένα τέτοιο ταμείο, άλλωστε, σημαίνει την κινητοποίηση κεφαλαίων από τον Βορρά προς τις ευάλωτες κοινότητες του Νότου. Με τη διαφορά ότι, έτσι όπως είναι ορισμένοι αυτοί οι δύο «κόσμοι» από την ιδρυτική χάρτα των COP, το 1992 στο Ρίο, ο αποκαλούμενος Νότος συνεχίζει να περιλαμβάνει χώρες όπως η Κίνα και η Σαουδική Αραβία.
Πάνω σε αυτό πάτησε η πρόταση της ΕΕ για τη δημιουργία ενός Ταμείου που όμως θα ανακατατάσσει τις χώρες που μέχρι τώρα θεωρούνταν αναπτυσσόμενες — μια τακτική που είχε σκοπό να διασπάσει το γκρουπ των αναπτυσσόμενων χωρών και της Κίνας (G77). Η οργισμένη αντίδραση των «μικρών» σε αυτό και η σύνταξή τους στο πλευρό της Κίνας ακύρωσε την… πονηρή κίνηση τη ΕΕ και, λόγω και της πίεσης που αναδείχθηκε από αυτή την ξαφνική στροφή, πέτυχαν τελικώς τη δημιουργία ενός τέτοιου ταμείου με τις οριοθετήσεις του 1992. Παρ’ όλα αυτά, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η χρηματοδότησή του παραμένει τουλάχιστον έωλη στο τελικό κείμενο. Σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, πάντως, αυτή η εξέλιξη βγάζει μεγάλη νικήτρια την Κίνα, πολύ περισσότερο καθώς και στο δεύτερο επίδικο, αυτό της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και συνολικά των «αερίων του θερμοκηπίου», δεν δεσμεύτηκε για τίποτα ιδιαίτερο στο άμεσο μέλλον. Αναφορικά τώρα, με την «παραίτηση» από τον στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου, η σχεδόν κωμική διαδικασία των διαπραγματεύσεων –που μάλιστα χρειάστηκε πάνω από 40 ώρες παράταση για να τελεσφορήσει– «σκότωσε» τις όποιες ελπίδες της ανθρωπότητας, αφού κανένα από τα εθνικά σχέδια δράσης δεν προϊδεάζει σημαντικές αλλαγές. Με τα λόγια του Αλοκ Σάρμα, προέδρου της περυσινής COP26, «πέρυσι στη Γλασκώβη η υπόθεση του 1,5 oC ήταν αδύναμη, φέτος έχει τεθεί σε μηχανική υποστήριξη». Μάλιστα, σε σχέση με τις εκπομπές ρύπων, το τελικό κείμενο απηχεί μάλλον μια γλώσσα αρκετά πιο ήπια, σε σχέση με τις προηγούμενες COP, όσον αφορά τη χρήση ορυκτών καυσίμων.
Τον επόμενο Νοέμβρη λοιπόν, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, θα είναι πολύ ταιριαστό για το σύνολο των «Πετροκρατών» να τελειώσουν μια και καλή τις ελπίδες που θα έχουν απομείνει, αν δεν έχουν ήδη πεθάνει. Ο μόνος τρόπος, ίσως, για να μην γίνει αυτό, είναι τα κινήματα να καταφέρουν να θέσουν βάσεις για πραγματικές αλλαγές στο σύνολο του παγκοσμίου status quo, αλλά και γενικότερα να γκρεμίσουν τον βασικό υπαίτιο της υπερθέρμανσης του πλανήτη: Την παντοκρατορία της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων.
Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ στις 26-11-2022