Γεράσιμος Λιβιτσάνος
▸ ΕΥΠ και Αντιτρομοκρατική θα χαφιεδίζουν οργανώσεις και αγωνιστές
Το «σκάνδαλο των υποκλοπών» μετατράπηκε σε αφορμή για την δημιουργία ενός νέου, ακόμη πιο αντιδραστικού, πλαισίου καταστολής, μέσω της πλήρους νομιμοποίησης της παρακολούθησης κάθε πολιτικής δράσης. Αυτό απέδειξε το νομοσχέδιο που προωθεί για ψήφιση η κυβέρνηση, ως την υποτιθέμενη «θεσμική απάντηση» στην κρίση που δημιούργησε η «επισύνδεση» στον Νίκο Ανδρουλάκη. Μάλιστα, είναι πιθανό αρκετές από τις διατάξεις του νομοθετήματος να έχουν τη σύμφωνη γνώμη του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ. αυτό, ενώ η ΑΔΑΕ ενημέρωσε πως την τελευταία τριετία πραγματοποιήθηκαν 40.906 παρακολουθήσεις, λίγο περισσότερες απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια. Το νέο πλαίσιο υλοποιεί τις διατάξεις της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας αλλά και τις δεκάδες ανάλογες ευρωπαϊκές οδηγίες.
Τα βασικά στοιχεία του είναι η τεράστια διαστολή της έννοιας «εθνική ασφάλεια», που θεσμοθετείται ως η αιτιολογική βάση για κάθε παρακολούθηση. Αυτή αφορά «την προστασία των βασικών λειτουργιών του κράτους και των θεμελιωδών συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου και περιλαμβάνουν την πρόληψη και την καταστολή δραστηριοτήτων ικανών να επιφέρουν πλήγμα στις συνταγματικές, πολιτικές, οικονομικές ή κοινωνικές δομές της χώρας όπως, ιδίως, λόγοι σχετικοί με την εθνική άμυνα, την εξωτερική πολιτική, την ενεργειακή ασφάλεια, την κυβερνοασφάλεια και την προστασία από άλλες υβριδικές απειλές, την προστασία του νομίσματος και της εθνικής οικονομίας, την προστασία από ανθρωπιστική κρίση, τη δημόσια υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος». Μόνον από τον ορισμό αντιλαμβάνεται κανείς ότι ως «απειλή» για την εθνική ασφάλεια νοείται κάθε πολιτική δραστηριότητα που αντιτίθεται στο υφιστάμενο κοινωνικό σύστημα.
Στο νομοσχέδιο ορίζονται και κάποιες υποτυπώδεις «δικλείδες ασφάλειας», όπως η υπογραφή δυο εισαγγελέων για τη διενέργεια μιας παρακολούθησης. Ειδικά όμως για τα πολιτικά πρόσωπα απαιτείται η συναίνεση του Προέδρου της Βουλής, ενός προσώπου που μπορεί να επιλέγεται από την εκάστοτε κυβέρνηση με βάση την «προσήλωσή του». Αυτή η δικλείδα αφορά έναν πολύ περιορισμένο αριθμό προσώπων (βουλευτές, ευρωβουλευτές, υπουργοί, Πρόεδρος Δημοκρατίας, αρχηγοί κομμάτων εντός Βουλής και δήμαρχοι-περιφερειάρχες). Κάθε άλλο πρόσωπο με πολιτική δράση (στελέχη κομμάτων, συνδικαλιστές, εκπρόσωποι μαζικών φορέων, νεολαιών, φοιτητικών συλλόγων, οργανώσεων κ.λπ.) θεωρέιται ως «πρόσφορο» για να μπει υπό το καθεστώς των κοριών της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών αλλά και της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, που αναγορεύεται σε δεύτερο πυλώνα παρακολουθήσεων.
Το δικαίωμα στην πληροφόρηση του παρακολουθούμενου επίσης φαλκιδεύεται. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, αυτό θα μπορεί να συμβεί μετά από τρία χρόνια, εάν τα αρμόδια όργανα αποφασίσουν ότι «δεν διακυβεύεται ο σκοπός της άρσης του απορρήτου». Εντωμεταξύ, μετά την παρέλευση εξαμήνου από τη λήξη της παρακολούθησης, προβλέπεται η καταστροφή του επίμαχου υλικού.
Τέλος, οι διατάξεις περί «απαγόρευσης των λογισμικών παρακολούθησης» είναι κατά κύριο λόγο προσχηματικές. Όχι μόνο γιατί θα είναι ο διοικητής της ΕΥΠ που θα αποφασίζει ανά εξάμηνο τη λίστα των «παράνομων» λογισμικών αλλά και γιατί –με διάταξη του νομοσχεδίου–προβλέπεται η δυνατότητα της ΕΥΠ να προμηθεύεται λογισμικά παρακολούθησης.