Βασίλης Μπρούμας*
Πέρασαν κιόλας δύο χρόνια από τότε που έφυγε από κοντά μας (15/10/2020) ο κορυφαίος δημοσιογράφος, μαχητής της κομμουνιστικής Αριστεράς και διευθυντής του ΠΡΙΝ Γιώργος Δελαστίκ. Σε πολλούς κυριαρχεί ακόμα μια αίσθηση σαν το δυσάρεστο να συνέβη μόλις χθες. Ήταν πολύ πρόωρα. Λείπει αφόρητα. Εντούτοις το πένθος και ο αποχαιρετισμός πάνε χέρι χέρι με τη νοσταλγία, το παράδειγμα και την ομορφιά. Το έχουν αυτό κάποιοι άνθρωποι: φωτίζουν και ομορφαίνουν τον κόσμο και μετά το φευγιό.
Είχε ένα φως δικό του ο λόγος του και μια καθαρότητα το αίσθημά του. Και μια καλοσύνη. Σαν από κάπου να ερχόταν ο ίδιος. Έφερνε έναν κόσμο, μια γλώσσα, μια φωνή. Και αυτά έβρισκαν ανταπόκριση μέσα μας. Είμαστε ευγνώμονες όσοι είχαμε την τύχη να διασταυρωθούν οι δρόμοι μας με τον δικό του. Με το έργο του πολλοί είχαμε ένα πολύ προσωπικό συναίσθημα που νομίζαμε ότι μας είχε «διαβάσει» εκείνος πολύ καλά, όπως έβλεπε και «διάβαζε» τη συνολική εικόνα του κόσμου, και μας μιλούσε ιδιαίτερα και βαθιά, σαν ποιητής.
Ο Γιώργος Δελαστίκ ήταν μοναδικό, ανώτερο πνεύμα που επιδρούσε στο ανθρώπινο μυαλό και την ψυχή, μια συγκλονιστική ευφυία. Τον χαρακτήριζε πάθος για την πολιτική, για την πρακτική ορθολογικότητα με πελώρια επένδυση χρόνου και ενεργητικότητας. Όσα ήθελε να πει γίνονταν εύληπτα και κατανοητά. Η πραγματική γενναιοδωρία του προς το μέλλον έγκειται στο ότι τα έδινε όλα στο παρόν.
Η ζωή του είχε πλήρες νόημα το οποίο ενέπνεε και σε άλλους. Υπέφερε διότι ήταν ιδεολόγος. Και ποτέ δεν συνθηκολόγησε ιδεολογικά. Γνώριζε καλά πως οι ιδέες δεν φτάνουν για να φωτίσουν τον κόσμο. Αλλά επίσης το να βυθίζονται οι ιδέες στο σκοτάδι ισοδυναμεί με την καταστροφή του κόσμου.
Ήταν ο δημοσιογράφος κοινωνός, που συμμετείχε και μετείχε στα προβλήματα του κόσμου, τα αναδείκνυε και τα ανέδυε στην επιφάνεια. Πολλοί διψούσαν για τον δημόσιο λόγο του, λαχταρούσαν να κρέμονται από τα χείλη αυτού που τον πίστευαν, που πείθονταν και υιοθετούσαν τα λόγια του και μπορούσαν να ελπίζουν για ένα καλύτερο αύριο. Ο ίδιος ήταν η πρακτική της ηθικής και της αξιοπρέπειας.
Μας φανέρωνε αυτά που ήταν κρυμμένα, μας δίδαξε πως η αλήθεια πάντα βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια. Το κάλεσμα για αφύπνιση συνειδήσεων, η μαχητικότητα, η ανθρώπινη αλληλεγγύη είναι τα μηνύματα της μεγάλης συναρπαστικής τέχνης της γραφής του στη ρημαγμένη χώρα μας, ανάμεσα σε πολλές άλλες ρημαγμένες χώρες του σύγχρονου κόσμου.
Μετέφερε μέσα από τον σαρκασμό, την οδύνη και τη σάτιρα τη σπάνια ομορφιά και δύναμη, το σπάνιο άρωμα των γραπτών του, τη βαθιά πίστη στις μεγάλες αξίες της ανθρώπινης ζωής και τη φωνή της αντίστασης σε κάθε μορφή βαρβαρότητας και σκοταδισμού, φωνή αντίστασης σε κάθε λογής τέρατα που γεννάει ο ύπνος της λογικής. Υπερασπίστηκε την τιμή της δημοσιογραφίας. Αποτελεί μέρος της υπερηφάνειάς της.
Άφησε ως δημιουργός πνευματικά ίχνη, προκάλεσε αιφνιδιασμούς, ανέτρεψε στερεότυπα, έδωσε παράδειγμα και πλούτο στην ελληνική δημοσιογραφία, χάρισε τη δημιουργική αύρα και τη δική του μαρτυρία για τα πάθη των καιρών αλλά και τη δημόσια επεξεργασία των αισθημάτων. Εμφανίστηκε στη στροφή της ιστορίας υπερασπιζόμενος το φως και μας έδειξε ‘’να κοιτάμε το φως’’, να ‘’βλέπουμε καθαρά’’ κι αυτή είναι μια ακόμη συμβολή στους μελλούμενους. Πάντα είχε κάτι να πει με τον δικό του τρόπο, φωτίζοντας την καθημερινότητά μας. Έγραφε από τα βάθη του είναι του. Την έμπνευση την αντλούσε από την κίνηση του κόσμου, από το μυαλό και την καρδιά και την απεριόριστη αγάπη για τον απλό άνθρωπο. Έδωσε τη δική του απάντηση στην κρίση της σκέψης. Διέδιδε θάρρος και ελπίδα.
Ειδική μνεία χρειάζεται ο παιδευτικός του ρόλος κληρονομημένος στα περιεχόμενα των βιβλίων και των άρθρων του. Αυτό και η αφοπλιστική του ειλικρίνεια ήταν αναμφισβήτητα μέρος της γοητείας του.
Στους Ιδιαίτερα σκοτεινούς καιρούς που διανύει η δημοσιογραφία σήμερα έχουμε ανάγκη ξανά την ακεραιότητα και καθαρότητα του Γιώργου Δελαστίκ, το δικό του παράδειγμα, καθώς παραμένουν ζητούμενα για την εποχή μας. Αποτίουμε τιμή στη μνήμη του με τη σκέψη πως είναι αναγκαίο ένα ίδρυμα αφιερωμένο στη διαιώνιση του έργου και της σκέψης του Γιώργου Δελαστίκ. Αυτός ίσως θα ήταν ο καλύτερος έμπρακτος τρόπος που θα τιμούσε την παρακαταθήκη και τη μνήμη του.