Μαριάννα Τζιαντζή
Η εκτόξευση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος μετατρέπει τα δώρα του πολιτισμού σε εφιάλτη. Η ΕΕ στέλνει τους πιο φτωχούς πολίτες της στην εποχή των σπηλαίων, ενώ κάποιοι προνομιούχοι ζουν ακόμα καλύτερα από πριν.
Στην κλασική κωμωδία του Γιώργου Τζαβέλλα Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα, ο Αντωνάκης (Γιώργος Κωνσταντίνου) επιτέλους αποφασίζει να παντρευτεί την Ελενίτσα (Μάρω Κοντού), που την είχε χρόνια αστεφάνωτη. Όλοι οι φίλοι και γείτονες του ζευγαριού φέρνουν για γαμήλιο δώρο από ένα ηλεκτρικό σίδερο κι έτσι μαζεύονται πολλές τέτοιες συσκευές για την κυρία Ελένη, που μέχρι τότε χρησιμοποιούσε την «παπίτσα» ή «βαποράκι», ένα βαρύ σιδερένιο αντικείμενο που το γέμιζαν με πυρωμένα κάρβουνα — σήμερα το βλέπουμε σε λαογραφικά μουσεία ή σε μαγαζιά με αντίκες. Σύντομα ο θεατής διαπιστώνει ότι ένα ή πολλά ηλεκτρικά σίδερα δεν φέρνουν απαραιτήτως τη συζυγική ευτυχία, όμως αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Σημασία έχει ότι αυτή η θαυμαστή ηλεκτρική συσκευή γίνεται σύμβολο προόδου και μερικής απαλλαγής των κυριών –και των υπηρετριών– από τις βαριές δουλειές του νοικοκυριού.
Τι θα έκανε όμως σήμερα η χαμηλόμισθη ή άνεργη ή χαμηλοσυνταξιούχος Ελενίτσα με την πρέσα ή το ατμοσίδερό της; Η εκτόξευση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος μετατρέπει τα δώρα του πολιτισμού σε εφιάλτη. Το σίδερο, ο θερμοσίφωνας, το πλυντήριο, το κλιματιστικό, η ηλεκτρική κουζίνα, το αερόθερμο, οι ενεργοβόρες συσκευές, όλα γίνονται απαγορευμένοι καρποί τους οποίους πρέπει να γευόμαστε με μέτρο, ώστε να μειωθεί η κατανάλωση ρεύματος και να πετύχουμε τις εκπτώσεις που υπόσχεται η κυβέρνηση. Και αυτά δεν συμβαίνουν μόνο στην Ελλάδα. Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση στέλνει τους πιο φτωχούς πολίτες της στην εποχή των σπηλαίων (τηρουμένων των αναλογιών), ενώ κάποιοι προνομιούχοι ζουν ακόμα καλύτερα από πριν. Αυτό συμβαίνει την ίδια στιγμή που οι τεχνολογικές δυνατότητες της εποχής μας θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν μια ανεκτή ζωή για όλους.
Προσπερνώ την ακρίβεια στα τρόφιμα, τα δίδακτρα, τα απλησίαστα ενοίκια. Μιλώ γι’ αυτά που μοιάζουν δευτερεύοντα: για ένα σιδερωμένο πουκάμισο, για καθαρά σιδερωμένα σεντόνια. Αυτά που σήμερα μοιάζουν με εφιαλτικές πολυτέλειες, κάποτε ήταν τα αυτονόητα. Στο έξοχο και άλλο τόσο ξεχασμένο μυθιστόρημα Τα τρία καρφιά (1948) του Νίκου Κ. Νικολαΐδη (του Κύπριου), ο φιλοχρήματος έμπορος Κασσιανός μιλά με αγανάκτηση για τις «γυναικούλες του λαού» που ξοδεύουν χρήματα για την πλύση τους, αγοράζοντας λουλάκι και δαφνόφυλλα για να «γαλανίσουν» και να ευωδιάσουν τα ρούχα τους: «Ψοφοπεινάνε κι αντίς να πάρουν κάτι να ρίξουνε στο τσουκάλι τους για να στομωθεί η πείνα τους, παίρνουνε δαφνόφυλλα και τα ρίχνουνε στο καζάνι που βράζουνε τα λερωμένα τους […]. Χιονοπλένουνε και […] κατόπι τα βουτάνε τα χιονοπλυμένα ρούχα στο λουλάκι». Την απάντηση τη δίνει ο «φιλόσοφος», ένας από τους κύριους χαρακτήρες του βιβλίου: «Δεν έχεις δίκιο […] αδελφέ μου Κασσιανέ. Τι θάναι μια πλύση δίχως την ευωδιά της δάφνης και τη γαλανάδα του λουλακιού; Μα ας είναι. Μια άλλη μέρα θα σου μιλήσω και θα σου μάθω τι είναι “απαραίτητο” στον άνθρωπο και τι “περιττό”».
Το ηλεκτρικό σίδερο, το ζεστό νερό… όλα αυτά τα ισοδύναμα με το λουλάκι της παλιάς εποχής δεν είναι απλώς «απαραίτητα». Είναι το τελευταίο οχυρό της αξιοπρέπειας των φτωχών που δεν θέλουν να βυθιστούν στην κακομοιριά και την αυτολύπηση. Ας μην ξεχνάμε ότι κάποιοι ημεδαποί υπερπατριώτες βάφτισαν τις ξεριζωμένες Μικρασιάτισσες «παστρικιές» επειδή, παρά τη φτώχεια τους, είχαν την κακή έως ύποπτη συνήθεια να πλένονται, συνήθως σε μια τσίγκινη σκάφη και με νερό που ζέσταιναν σε καζάνι στην αυλή.
Υπάρχουν Ελενίτσες (με ή δίχως Αντωνάκη) που έχουν σίδερο αλλά στο σπίτι τους δεν έχουν ηλεκτρικό ρεύμα, καθώς η ΔΕΗ τούς το έχει κόψει λόγω ανεξόφλητων λογαριασμών. Όπως υπάρχουν Ελενίτσες που απλώς έχουν «ακόμα» ρεύμα αλλά τρέμουν μήπως αυτό κοπεί στη διάρκεια του φετινού χειμώνα. Ίσως αν κάνουν οικονομία στο σιδέρωμα, στο πλύσιμο, στο μαγείρεμα στον ηλεκτρικό φούρνο, να μην μείνουν στο σκοτάδι.
Ο αρπακτικός νεοφιλελευθερισμός μάς στερεί την ελπίδα, μάς κλέβει την αξιοπρέπεια
Σίγουρα υπάρχουν και χειρότερα. Το άδειο ψυγείο, το παγωμένο σπίτι. Άνθρωποι που δεν μπορούν να βάλουν λίγη βενζίνη στο μηχανάκι ή στο αυτοκίνητό τους για να πηγαινοέρχονται στη δουλειά τους — και την ίδια στιγμή οι δρόμοι, ιδίως στις «καλές» συνοικίες, να είναι πλημμυρισμένοι από ακριβά αυτοκίνητα. Την ίδια στιγμή που στον τερατώδη, τον αυθάδη πύργο στο Ελληνικό –τον πρώτο «πράσινο» ουρανοξύστη στην Ευρώπη τρομάρα μας– συμπατριώτες μας αγοράζουν διαμερίσματα που η τιμή τους φτάνει τα 25.000 ευρώ το τετραγωνικό.
Φταίει ο πόλεμος στην Ουκρανία, Ελενίτσα. Φταίει ο Πούτιν, σου λένε, που δεν τολμάς να βάλεις πλυντήριο, να σιδερώσεις, να ψήσεις φαγητό στον φούρνο της ηλεκτρικής κουζίνας. Όπως θα έλεγε ο έμπορος Κασσιανός, μην αγοράζεις δαφνόφυλλα, όταν ψωμολυσσάς. Όμως το ξέσπασμα, η εξέγερση της Ελενίτσας είναι αναπόφευκτη και δεν θα στρέφεται εναντίον της πατριαρχίας και του τυραννικού Αντωνάκη.