Δημήτρης Σταμούλης
«Μέχρι τώρα η πολιτεία έχει στηρίξει την κοινωνία με μέτρα ύψους 50 δισ. ευρώ», δήλωσε o Χ. Σταϊκούρας και, ασφαλώς, όποιος δεν γνωρίζει την πραγματικότητα θα νομίζει ότι μοιράζονται εκατομμύρια στον λαό. Ανάλογο σόου αναμένουμε στη ΔΕΘ από τον Κ. Μητσοτάκη. Κι όμως, επί διακυβέρνησης ΝΔ οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι.
Νέος κύκλος τεράστιας αναδιανομής πλούτου
«Το όραμά μου παραμένει μία Ελλάδα που ευημερεί για όλους», δήλωσε ο Κ. Μητσοτάκης με αφορμή την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνει αύξηση του ΑΕΠ κατά 7,7% το β’ τρίμηνο του 2022. Βέβαια, πίσω από τα ποσοστά κρύβεται η Ελλάδα που στενάζει από τη φτώχεια, την ακρίβεια, την ανεργία και την κακοπληρωμένη εργασία, αλλά και η Ελλάδα των καπιταλιστικών ομίλων που θησαυρίζουν από την κυβερνητική πολιτική.
Παρόμοια ήταν η κυβερνητική ανάγνωση του γεγονότος ότι τα έσοδα του προϋπολογισμού κινούνται πολύ πιο πάνω από τις προσδοκίες του οικονομικού επιτελείου, αποδεικνύοντας απλώς ότι οι άμεσοι και έμμεσοι φόροι έχουν λεηλατήσει το εργατικό και λαϊκό εισόδημα. Αυτό αποδεικνύεται από την πορεία των στόχων στις «πληθωριστικές» κατηγορίες, όπου καταγράφεται αύξηση περίπου κατά 1 δισ. ευρώ στο πεντάμηνο! Η μεγάλη αύξηση τιμών σε αγαθά και υπηρεσίες ενισχύει σε σημαντικό βαθμό τα κρατικά έσοδα από φόρους, αλλά η κυβέρνηση «επιστρέφει» στην κοινωνία «ψίχουλα».
Ειδικά με την πανδημία, είδαμε μια σειρά από προγράμματα (Συν-Εργασία, Επιστρεπτέα Προκαταβολή, «Γέφυρα» κ.α.) που κύριο στόχο είχαν να κρατήσουν «ζωντανό» το κεφάλαιο. Αλλά και την περίοδο της έκρηξης των τιμών της ενέργειας, λόγω της αδηφαγίας των ολιγαρχών και του πολέμου, στον λαό δόθηκαν μόλις 561 εκατ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και την ενίσχυση ειδικών κοινωνικών κατηγοριών. Αυτό που βιώνει η ελληνική κοινωνία είναι ένας νέος κύκλος τεράστιας αναδιανομής πλούτου από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα προς το κεφάλαιο, μέσω της φορολόγησης και του πληθωρισμού.
Η κυβέρνηση, ενόψει και της 86ης ΔΕΘ, προσπαθεί να διαμορφώσει την αίσθηση ότι… βοηθά «έχοντες και μη έχοντες» και ότι στηρίζει τον λαό που βλέπει το γλίσχρο εισόδημά του να ροκανίζεται από την ενεργειακή λαίλαπα και την ακρίβεια, καθώς ο πληθωρισμός καλπάζει με ρεκόρ 30 ετών. Αλλά τα ίδια τα στοιχεία διαψεύδουν παταγωδώς το κυβερνητικό αφήγημα, αφού η ταξική πολιτική κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους.
Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που ήρθαν πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας από την ίδια την Τράπεζα της Ελλάδας σχετικά με τις καταθέσεις των Ελλήνων στις τράπεζες, όπου φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι πολύ πλούσιοι κατέστησαν… πολύ πλουσιότεροι εν μέσω πανδημίας και κυβερνητικής διαχείρισης. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι έχοντες καταθέσεις πάνω από 10 εκατ. ευρώ είναι περίπου 84, και άλλοι 80 είναι εκείνοι που έχουν καταθέσεις από 5 έως 10 εκατ ευρώ. Στον αντίποδα, περίπου 4,5 εκατομμύρια λογαριασμοί κατάθεσης έχουν υπόλοιπο μέχρι 5.000 ευρώ.
Επιπτώσεις μιας βαθιάς ταξικής πολιτικής
Η κυβέρνηση και τα συστημικά ΜΜΕ αρέσκονταν για ευνόητους λόγους να προβάλουν την εικόνα ότι οι καταθέσεις των φυσικών προσώπων σημείωσαν μεγάλη αύξηση από το τέλος του 2019 ως το τέλος του 2021, σχεδόν κατά 20 δισ. ευρώ, λόγω της αναγκαστικής αποταμίευσης την περίοδο των lockdown εξαιτίας της πανδημίας. Βέβαια δεν αύξησαν όλοι οι καταθέτες κατά το ίδιο ποσοστό τα ποσά που διατηρούν στις τράπεζες. Οι λίγοι που διατηρούν ποσά 1-5 εκατ. ευρώ είχαν στη διετία αύξηση καταθέσεων κατά 41,7%, ενώ η ακόμη πιο μικρή ομάδα καταθετών με ποσά 5-10 εκατ. ευρώ είχαν αύξηση κατά 52,3%. Οι πολύ πλούσιοι, με ποσά άνω των 10 εκατ. ευρώ, σχεδόν διπλασίασαν τις καταθέσεις τους (+91,8%).
Οι λίγοι που έχουν καταθέσεις από 1-5 εκατ. ευρώ τις αύξησαν την τελευταία διετία κατά 41,7%, ενώ οι πολλοί με καταθέσεις κάτω των 5.000 ευρώ είχαν μείωση μέσα στο 2021
Όμως, όσοι έχουν μέχρι 5.000 ευρώ, δηλαδή κυρίως εργαζόμενοι και συνταξιούχοι, είδαν μείωση καταθέσεων κατά 4,3% το 2021, εξέλιξη που αντανακλά ότι εξανεμίστηκε ένα μεγάλο μέρος της αύξησης του 2020, καθώς η κυβέρνηση ουσιαστικά εγκατέλειψε τα λαϊκά στρώματα στη λαίλαπα της πανδημίας και της καπιταλιστικής κρίσης. Αποτέλεσμα ήταν ότι συνολικά στη διετία το ποσοστό της αύξησης των καταθέσεών τους να είναι χαμηλό, μόλις 4,4%. Σήμερα, με την ενεργειακή ακρίβεια να έχει απογειωθεί και τον πληθωρισμό να τρέχει με διψήφια ποσοστά, είναι βέβαιο ότι και αυτές οι οικονομίες των λαϊκών νοικοκυριών θα εξανεμιστούν.
Μια άλλη απόδειξη των αποτελεσμάτων που έχει επιφέρει η ταξική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ είναι και το γενικό συμπέρασμα της ΤτΕ, ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σταδιακή διεύρυνση του μεριδίου των επιχειρηματικών καταθέσεων και σταδιακή υποχώρηση του μεριδίου των νοικοκυριών στο σύνολο των καταθέσεων του τραπεζικού συστήματος. Τα δάνεια που έρρευσαν προς τις επιχειρήσεις από το 2016 και μετά κι ενισχύθηκαν ιδιαίτερα στη διάρκεια της πανδημίας συνέβαλαν στη διαμόρφωση αυτής της εικόνας. Αντίθετα για τα νοικοκυριά, τα δάνεια έχουν πλέον γίνει σπάνια υπόθεση.
Μεγάλη μπάνκα για το κεφάλαιο έστησε η κυβέρνηση, με αφορμή την πανδημία, και με την περίφημη επιστρεπτέα προκαταβολή. Μπορεί για τους ανέργους να μην προέβλεψε ούτε σεντ για ειδική μέριμνα, ωστόσο μοίρασε μέσω των επτά «επιστρεπτέων» συνολικά 8,3 δισ. ευρώ από λεφτά των φορολογουμένων σε 700.000 επιχειρήσεις οριζοντίως, ακόμα και σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, με βασικό κριτήριο την πτώση τζίρου την περίοδο της πανδημίας. Υποτίθεται ότι αυτά τα λεφτά θα επιστρέφονταν σε 5 χρόνια. Ωστόσο, χαρίστηκαν τα 5,3 δισ., μετατράπηκαν σε «μη επιστρεπτέα» ποσά, όπως είπε χαρακτηριστικά και ο αναπλ. υπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης. Είναι φανερό ότι ένα μεγάλο ποσοστό από αυτά τα χρήματα έγιναν για τους επιχειρηματίες και τον κόσμο του κεφαλαίου καταθέσεις, πολυτελή αυτοκίνητα ή αγορές ακινήτων. Έτσι, μόλις 3 δισ. απομένουν προς καταβολή ως «επιστρεπτέα» προκαταβολή. Ούτε όμως αυτά θα επιστραφούν τελικά στο δημόσιο. Διότι παρέχεται έκπτωση 15% σε όσους επιστρέψουν εφάπαξ ως τον Δεκέμβριο φέτος το ποσό που τους αντιστοιχεί, γλιτώνοντας πολλές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ επιπλέον (θεωρητικά έως και 450 εκατ. ευρώ συνολικά εάν τυχόν όλοι επέλεγαν την εφάπαξ εξόφληση, αντί των 60 δόσεων).
Επί διακυβέρνησης ΝΔ, στον τομέα της φορολογικής πολιτικής, τα μέτρα στήριξης του κεφαλαίου ήταν απλόχερα. Μείωσε τις ασφαλιστικές εισφορές, στο όνομα της πανδημίας, με τους εργαζόμενους να καλούνται να πληρώνουν τις νέες τρύπες στα ασφαλιστικά ταμεία. Μείωσε τον φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 24% στο 22%, μείωσε στο μισό τον φόρο για τη συγκέντρωση κεφαλαίου, προσέφερε υπερεκπτώσεις για «πράσινες» και ψηφιακές επενδύσεις, μείωσε στο 15,5% (κατά 30%) τον φόρο των επιχειρήσεων που συγχωνεύονται. Επέκτεινε κατά τρεις μήνες το «Πρόγραμμα Γέφυρα» και τη «Συνεργασία» για τη μείωση του «μισθολογικού κόστους» για τους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Αν για το κεφάλαιο και τον επιχειρηματικό κόσμο, η πολιτική της κυβέρνησης αποδείχτηκε προσοδοφόρα ακόμα και κατά την περίοδο της πανδημίας, ο λαός και οι εργαζόμενοι έχουν δει να χειροτερεύει δραματικά η θέση τους. Σχεδόν ένας στους τρεις πολίτες (ποσοστό 28,3%) αντιμετώπισε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού το 2021, όπως προκύπτει από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών της ΕΛΣΤΑΤ. Να σημειωθεί ότι το κατώφλι της φτώχειας για το 2021 όπως το έχει ορίσει η ΕΕ, ανέρχεται στο ποσό των… 5.251 ευρώ ετησίως ανά μονοπρόσωπο νοικοκυριό. Συγκεκριμένα, σε κίνδυνο φτώχειας βρίσκονται 2.971.200 άτομα, παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με το 2020 κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες. Η χώρα μας βρίσκεται στη δεύτερη χειρότερη θέση ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ, πίσω μόνο από τη Βουλγαρία!
Η αύξηση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού οφείλεται στην αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού σε χαμηλή ένταση εργασίας (από 11,8% το 2020 σε 13,6% το 2021). Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των παιδιών ηλικίας 17 ετών και κάτω (32%).
Τα κοινωνικά επιδόματα που θέσπισε η κυβέρνηση για καύσιμα και ηλεκτρικό ρεύμα, αλλά και τα άλλα επιδόματα (θέρμανσης, ε-
νοικίου, παιδιού κ.α.) που χορηγούνται μέσω του ΟΠΕΚΑ και της ΔΥΠΑ, έρχονται απλώς να χρυσώσουν το χάπι της ανυπαρξίας κοινωνικής πολιτικής και ασφαλώς αδυνατούν στο ελάχιστο να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών.
Αγοραστική δύναμη στον «πάτο»
Θλιβερή είναι η θέση που κατέχει ο ελληνικός κατώτατος μισθός ακόμα και σε επίπεδο ΕΕ. παρά τις τελευταίες αυξήσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη που τον ανέβασαν στα 713 ευρώ μεικτά, η χώρα μας βρίσκεται ανάμεσα στις 13 χώρες της ΕΕ που έχουν κατώτατο μισθό κάτω από τα 1.000 ευρώ, σύμφωνα με τη Eurostat. Για να αντιστραφεί αυτή η εικόνα, θα έπρεπε ο κατώτατος μισθός να είχε αυξηθεί κατά 29,2%, δηλαδή κατά τετραπλάσιο ποσοστό από αυτό που έδωσε η κυβέρνηση.
Επιπλέον το μέσο ωριαίο κόστος εργασίας σε ολόκληρη την ΕΕ, το 2021, εκτιμήθηκε σε 29,1 ευρώ, ενώ της ευρωζώνης 32,8 ευρώ. Η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη χαμηλότερη βαθμίδα, με ωριαίο κόστος εργασίας στα 17,2 ευρώ. Χαμηλότερά της κινήθηκαν οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης, ενώ η Δανία έχει τριπλάσιο κόστος από την Ελλάδα.
Αλλά το πιο σημαντικό είναι ποια είναι η σχέση του μισθού με τις τιμές στην αγορά. Έτσι, λοιπόν, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα, εκφραζόμενο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, ήταν το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ το 2021! Συγκεκριμένα, ήταν κατά 35% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με τη Βουλγαρία να είναι η μόνη χώρα που βρίσκεται σε χειρότερη μοίρα…
Εμπόριο: Ρολά οι μικροί, δυναμώνουν οι μεγάλοι
Τον Δεκέμβριο του 2020, εν μέσω περιοριστικών μέτρων για την πανδημία, σε παρατήρηση που είχε γίνει στον Άδωνη Γεωργιάδη ότι το click away ευνοεί τις μεγάλες επιχειρήσεις, ο υπουργός Ανάπτυξης απροκάλυπτα είχε απαντήσει πως «αυτό είναι λογικό γιατί τα μεγάλα καταστήματα είναι πιο οργανωμένα». Το αβαντάρισμα των μεγάλων επιχειρήσεων του λιανεμπορίου και η ενίσχυση της τάσης συγκέντρωσης του κεφαλαίου στον κλάδο έχουν απογειωθεί επί της παρούσας κυβέρνησης.
Τα ίδια τα στοιχεία, άλλωστε, αποδεικνύουν ότι τα μέτρα που έχουν προωθηθεί τα τελευταία χρόνια έχουν οδηγήσει το ελληνικό εμπόριο σε φάση μετασχηματισμού, μεγεθύνοντας τις μεγάλες επιχειρήσεις και συρρικνώνοντας τους αυτοαπασχολούμενος από το 2005 και έπειτα. Η στοχευμένη στροφή προς το ηλεκτρονικό εμπόριο κατά την πανδημία, αλλά και η σημερινή έκρηξη του πληθωρισμού, θα εντείνουν τις πιέσεις στους αυτοαπασχολούμενους και «μικρούς» του κλάδου, ωθώντας στην προλεταριοποίηση νέα κοινωνικά στρώματα.
Ειδικότερα, από 225.660 που ήταν ο αριθμός των αυτοαπασχολουμένων στον κλάδο του εμπορίου το 2005, υποχώρησε κάτω από τις 200.000 το 2010 και πλέον το 2021 έφτασαν να είναι 141.395. Από την άλλη, ενδεικτικό της συγκέντρωσης που που υπάρχει στο εμπόριο και της αύξησης του μεγέθους των επιχειρήσεων είναι και το γεγονός ότι η μέση απασχόληση αυξήθηκε σε 44 εργαζομένους ανά εταιρεία το 2020 από 42,4 το 2019. Επιπλέον, η διεύρυνση της απασχόλησης προήλθε κυρίως από επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των 250 ατόμων, με την απασχόληση εκεί να αυξάνεται το 2020 κατά 5,5% σε σύγκριση με το 2019.