Απόφαση Πολιτικής Επιτροπής ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
«Σε μια πολιτική στιγμή που ο καπιταλιστικός κόσμος πολώνεται σε ένα θανάσιμο ανταγωνισμό, το κρίσιμο ζήτημα για το εργατικό κίνημα και την αντικαπιταλιστική κομμουνιστική αριστερά είναι αυτό της πολιτικής ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική και τα καπιταλιστικά μπλοκ». Αυτό υπογραμμίζει η Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που συνεδρίασε στις 3 Σεπτέμβρη. Το Πριν δημοσιεύει σήμερα βασικά σημεία από τις πολιτικές εκτιμήσεις της Απόφασης και από τον προγραμματισμό (πιο αναλυτικά στο narnet.gr)
Οι πολιτικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από το επικίνδυνο δολοφονικό κοκτέιλ αντεργατικής, αντιδραστικής, ολοκληρωτικής καπιταλιστικής επιδρομής σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Το κεντρικό πολιτικό ζητούμενο για το κίνημα και την αριστερά της ανατροπής δεν είναι μια συνηθισμένη προετοιμασία για εκλογές, αλλά η συνολική αντιπαράθεση/ανατροπή της αντιδραστικής διεργασίας για ανασυγκρότηση του αστικού πολιτικού συστήματος και του βαθέως κράτους του. Για την επαναστατική κομμουνιστική αριστερά καθήκον κρίσιμης/ιστορικής σημασίας αποτελεί η ανασυγκρότηση του αντικαπιταλιστικού εργατικού ρεύματος, με την προγραμματική μετωπική ανασυγκρότηση της για να μπορέσει να δώσει την πολιτική μάχη ζωής και ελπίδας και, στη βάση αυτή, να παρέμβει σε όλες τις κοινωνικές και πολιτικές μάχες και στη σειρά των επερχόμενων εκλογικών διαδικασιών (εθνικές, περιφερειακές και δημοτικές εντός 2023), η διαμόρφωση του κομμουνιστικού προγράμματος και της κομμουνιστικής οργάνωσης της εποχής μας.
Οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνονται με βάση τις διεθνείς εξελίξεις. Τα σύννεφα πολλαπλών τεράστιων κινδύνων για την ανθρωπότητα όλο και πυκνώνουν, στο φόντο της εκδήλωσης μιας πολλαπλής κρίσης στο πλέγμα των παγκόσμιων καπιταλιστικών οικονομιών, καθώς και στο σύστημα των σχέσεων που διαμορφώνει ο συσχετισμός και η διαπάλη μεταξύ των ισχυρών καπιταλιστικών κέντρων. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που συνεχίζεται με όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή των δυνάμεων του ΝΑΤΟ και της χώρας μας και υπαρκτό τον κίνδυνο γενικότερης ανάφλεξης, παρόξυνε αυτή την παγκόσμια αντιπαράθεση, την συμπύκνωσε εμφατικά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν η αφετηρία της.
Ο αντίκτυπος αυτών των εξελίξεων στην Ελλάδα (και βασικά στα εργατικά και λαϊκά στρώματα), είναι πολύ ηχηρός. Αυτό αφορά τόσο τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, όσο και τη διαμόρφωση των συνειδήσεων.
Πείνα, αυταρχισμός και πόλεμος, ακόμη και ο πυρηνικός όλεθρος, μπαίνουν ανοιχτά στην ημερήσια διάταξη στα σαλόνια των καπιταλιστικών επιτελείων. Έχουμε μπει σε μια πρωτοφανέρωτη περίοδο όπου όλες οι αντιθέσεις του καπιταλισμού, οι σπασμοί της ιστορικής του κρίσης συμπυκνώνονται, με απρόβλεπτες καταστάσεις για τις συνθήκες ζωής και την ίδια την επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων με βασικότερα στοιχεία τον πόλεμο και τη φτώχεια. Τα τρομακτικά προβλήματα επιβίωσης των λαϊκών στρωμάτων, η διαφαινόμενη είσοδος σε νέα ύφεση, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και οι καταλυτικές επιπτώσεις του πολέμου, σφραγίζουν την περίοδο και βρίσκονται στην βάση της όξυνσης των τεράστιας όξυνσης των ανταγωνισμών και της σοβούσας πολιτικής κρίσης των αστικών πολιτικών συστημάτων.
Σε κρίσιμο ζήτημα αναδεικνύεται η ανεξαρτησία της Αριστεράς από όλο το αστικό μπλοκ
Στο γενικό φόντο της παγκόσμιας αντιπαράθεσης αναζητείται η συγκρότηση του στρατοπέδου που θα μιλήσει για «ψωμί, δουλειά, δημοκρατία, ειρήνη, διεθνή αλληλεγγύη των εργατών και των λαών» και θα αντιπαρατεθεί στη θυσία για καπιταλιστικά κέρδη, τις πολεμικές δαπάνες, την εθνικιστική τύφλωση και φανατισμό, τη μετατροπή των νέων σε κρέας για τα κανόνια του πολέμου.
Σε μια πολιτική στιγμή που ο καπιταλιστικός κόσμος πολώνεται σε ένα θανάσιμο ανταγωνισμό, το κρίσιμο ζήτημα για το εργατικό κίνημα και την αντικαπιταλιστική κομμουνιστική αριστερά είναι αυτό της πολιτικής ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική και τα καπιταλιστικά μπλοκ. Ειδικότερα, ωστόσο, στην Ελλάδα, η πολιτική ανεξαρτησία της αριστεράς κρίνεται στη στάση απέναντι στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, απέναντι στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό, αλλά και τους πόλους του αστικού πολιτικού συστήματος.
- Στη στοχοθεσία για έξοδο από την ΕΕ του πολέμου, της ενεργειακής φτώχειας, των μνημονίων και των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων.
- Στη μάχη ενάντια στα αστικά σχέδια, τους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς των αστικών τάξεων και κρατών, τους σχεδιασμούς διεθνών εταιρειών και ελληνικού κεφαλαίου, που σημαίνει ρητή εναντίωση στον άδικο και αντιδραστικό ανταγωνισμό Ελλάδας και Τουρκίας, πάλη για ακύρωση εξοπλιστικών προγραμμάτων, έξοδο από ΝΑΤΟ και εναντίωση στην οικοπεδοποίηση των διεθνών θαλασσών και τις εξορύξεις στις ΑΟΖ στο όνομα των «κυριαρχικών δικαιωμάτων».
- Στη μάχη για ανεξάρτητη αντικαπιταλιστική αριστερά, που δεν θα γίνεται δωρητής σώματος στην ανάγκη «να φύγει η δεξιά», ή ακόμα χειρότερα να φύγει μόνο ο Μητσοτάκης για να έρθουν «δημοκρατικές κυβερνήσεις», με σωτήρες τεχνοκράτες ή κυβέρνηση των τίμιων και με την κεντροδεξιά.
Κρίση και φτωχοποίηση της κοινωνίας
Παρά τις θριαμβολογίες της κυβέρνησης ΝΔ για τον πακτωλό του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης και τις επιτυχίες της «βαριάς βιομηχανίας» του τουρισμού, η κατάσταση δεν είναι καθόλου καλύτερη στην Ελλάδα. Αντίθετα, δημιουργούνται προϋποθέσεις νέας βουτιάς στην κρίση. Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ξεπερνά το 10%, το δημόσιο χρέος παραμένει το πρώτο με διαφορά στην ΕΕ με 190% του ΑΕΠ, το ιδιωτικό χρέος εκτινάσσεται και προσεγγίζει τα 260 δισ., το έλλειμμα έχει ανέβει στο 8,3% του ΑΕΠ με προοπτική ισχυρής ανόδου κυρίως λόγω της κρατικής επιδότησης στην ιδιωτική κερδοσκοπία, ενώ το κόστος δανεισμού ξεπέρασε το 4%. Η έξοδος από την «ενισχυμένη εποπτεία» δεν φέρνει ανακούφιση, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από την τριπλή εποπτεία της ΕΕ, την «κανονική» (ευρωπαϊκό εξάμηνο κλπ), των χωρών με χρέος άνω του 100% και των προαπαιτούμενων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η καταβαράθρωση των μισθών και των συντάξεων μαζί με την ακρίβεια και το δυσβάστακτο κόστος της ενέργειας επιταχύνει τη φτωχοποίηση στην κοινωνία. Η κατεδάφιση εργατικών κατακτήσεων (νόμος Χατζηδάκη, κ.α.) και η μονιμοποίηση-επέκταση της ελαστικής εργασίας διαμορφώνουν ένα τοπίο αποδιάρθρωσης κάθε εργατικού δικαιώματος και εργατικής διεκδίκησης. Παράλληλα, εξελίσσεται λεηλασία του δημόσιου πλούτου και του φυσικού περιβάλλοντος μαζί με ιδιωτικοποιήσεις/ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας (βλέπε ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο).
Παράλληλα, στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού τα νέα επεισόδια όξυνσης διαδέχονται τις περιόδους ύφεσης. Καλλιεργείται ένταση του κλίματος εθνικισμού και ρατσισμού με πρώτα θύματα τους πρόσφυγες που αντιμετωπίζουν περισσότερα φράκτες και θανατηφόρες επαναπροωθήσεις, αλλά και διωγμούς, στέρηση δικαιωμάτων, επιθέσεις όσων είναι ήδη στη χώρα.
Υποκλοπές και κοινοβουλευτικός ολοκληρωτισμός
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον μπήκε στην πρώτη γραμμή της πολιτικής αντιπαράθεσης το θέμα των υποκλοπών, μετά την παραδοχή της παρακολούθησης του τηλεφώνου του Ν. Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ και άνοιξε το καπάκι του υπόνομου του αποκρουστικού αντιδραστικού καθεστώτος, που έχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα όλα τα προηγούμενα χρόνια και ήρθε στο προσκήνιο η αναπτυσσόμενη κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, που συγκλονίζει την άθλια κυβέρνηση της ΝΔ και το αστικό πολιτικό σύστημα.
Υποκλοπές υλοποιούνται διαχρονικά από όλες τις κυβερνήσεις των Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ με την επίκληση των έωλων λόγων «εθνικής ασφάλειας», έχοντας αυξηθεί το τελευταίο διάστημα. Οι υποκλοπές είναι ένα διαρκές εργαλείο των καθεστωτικών δυνάμεων του αστικού συστήματος για τη θωράκιση της εξουσίας τους με την παρακολούθηση των πολιτικών και οικονομικών αντιπάλων τους, τη γνώση των κινήσεων τους, τον εκβιασμό-ομηρία τους, την πρόληψη των αντιδράσεων. Στο στόχαστρο με ιδιαίτερο τρόπο βρίσκονται οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής αριστεράς και του α.α. χώρου. Οι μαζικές υποκλοπές και η επιχείρηση καθαγιασμού, γενίκευσης και «νομιμοποίησής» τους (ενδεικτική η αναφορά τους ως «επισυνδέσεις») αποτελούν μέρος του συνολικού αντιδημοκρατικού κατασταλτικού παροξυσμού όχι μόνο της κυβέρνησης της ΝΔ, αλλά συνολική έκφραση του σύγχρονου αστικού ολοκληρωτισμού με κοινοβουλευτικό μανδύα που εξελίσσει τις παλιές λειτουργίες χαφιεδισμού του αστικού κράτους.
Στηρίζονται από τη θεσμοθέτηση σειράς νόμων και από την υιοθέτηση οδηγιών και κατευθύνσεων της Ε.Ε. που επιτρέπει την παρακολούθηση και καταγραφή των προσωπικών δεδομένων όλων χωρίς εξαίρεση. Δεν αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα, αλλά κατάσταση γενικευμένης επιτήρησης που απλώνεται σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες. Με ένα πλέγμα σύγχρονων λογισμικών συστημάτων άντλησης στοιχείων για τις προσωπικές, οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές, θρησκευτικές προτιμήσεις και συνήθειες μέσα από τις επικοινωνίες, την πρόσβαση στο διαδίκτυο για συναλλαγές, από τα μέσα και τις εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης. Πληροφορίες που αποτελούν όχι μόνο ένα μεγάλο φακέλωμα από το κράτος και το κεφάλαιο, αλλά και εμπόρευμα πληροφοριών στον ανταγωνισμό των εταιρειών για επιχειρηματικές κινήσεις και καταναλωτικές επιλογές.
Οι λεγόμενες νομότυπες παρακολουθήσεις και όλο το πλέγμα της γενικευμένης επιτήρησης συμπληρώνουν τις απαγορεύσεις και το κτύπημα διαδηλώσεων, τις συλλήψεις και ξυλοδαρμούς αγωνιστών/στριών, τη βιομηχανία διώξεων διαδηλωτών και κινηματικών αγωνιστών, αστυνομία στα πανεπιστήμια, τη εκτεταμένη αστυνομοκρατία. Αποτελεί μια τρανή απόδειξη ότι η αντιλαϊκή πολιτική συμβαδίζει με το κράτος του ολοκληρωτισμού με κοινοβουλευτικό μανδύα και χρειάζεται για την επιβολή της το κράτος της καταστολής, του χαφιεδισμού, της γενικευμένης επιτήρησης, όπου οι «δημοκρατικές ελευθερίες» συρρικνώνονται σε μια ψήφο κάθε 4 (ή και 5 χρόνια πλέον σε δήμους-περιφέρειες).
Και τα τρία κόμματα που κυβέρνησαν μνημονιακά και αντιλαϊκά τα προηγούμενα χρόνια (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) έχουν την ευθύνη για τη γιγάντωση του καθεστώτος των «νόμιμων» παρακολουθήσεων, που χωρίς καμία αμφιβολία στρέφεται κυρίως κατά του εργατικού κινήματος και της μαχόμενης Αριστεράς, πέρα από τις ενδοαστικές διαμάχες. Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων οι καθεστωτικές δυνάμεις και τα συστημικά ΜΜΕ το αναδεικνύουν στο προσκήνιο ως εκτροπή και ως υπόθεση που αφορά και θίγει μόνο τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ ή άλλους συστημικούς πολιτικούς ή το πολύ-πολύ και κάποιους ενοχλητικούς δημοσιογράφους, περιορίζοντας το μέγεθος και αποκρύπτοντας την έκταση των παρακολουθήσεων. Επιδιώκουν να το απομονώσουν από τη συνολική αντεργατική πολιτική και να το εντάξουν τελικά στους σχεδιασμούς τους.
Τίθεται επί τάπητος η ανάγκη τους για συνολική αντιδραστική ανασυγκρότηση του πολιτικού σκηνικού, με στόχο να εξασφαλιστεί η πολιτική σταθεροποίηση για το ξεδίπλωμα της αστικής πολιτικής και να θωρακιστεί η επίθεση του κεφαλαίου τον επερχόμενο χειμώνα αλλά και στη συνέχεια, σε βάρος των εργαζομένων και της νεολαίας.
Χρειάζεται να αναδείξουμε και την υπόθεση των υποκλοπών, διαχωριζόμενοι από τη «θεσμική αντίληψη» του «εκδημοκρατισμού του κράτους», της διόρθωσης και διαχείρισης των παρακολουθήσεων. Να αναδείξουμε την ανάγκη συντριβής του αστικού κράτους και διάλυσης όλων των κατασταλτικών του μηχανισμών, που αποτελούν και τον βαθύ του πυρήνα. Από αυτή την σκοπιά παλεύουμε για: Να ξηλωθεί η ΕΥΠ και κάθε συναφής υπηρεσία παρακολουθήσεων και να σταματήσει κάθε κρατική και παρακρατική παρακολούθηση της πολιτικής δράσης των πολιτών. Να δοθούν όλα τα στοιχεία για τις παρακολουθήσεις και στους πολίτες που ήταν και είναι υπό παρακολούθηση. Να σταματήσουν οι παρακολουθήσεις και να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι. Κατάργηση του νομοθετικού πλαισίου που επιτρέπει τις παρακολουθήσεις πολιτών για λόγους «εθνικής ασφάλειας» και της τροπολογίας που δεν επιτρέπει την παροχή των στοιχείων από την ΑΔΑΕ στους πολίτες. Απειθαρχία-κατάργηση κάθε οδηγίας της Ε.Ε. που παραβιάζει προσωπικά δεδομένα.
Στρατηγική απάντηση και γραμμή ανατροπής
Το σύνολο των εξελίξεων δείχνει όλο και πιο παραστατικά τον όλεθρο στον οποίο ο καπιταλισμός σέρνει όλο και πιο κοντά τους λαούς. Η ανάγκη άλλης κοινωνίας του σοσιαλισμού/κομμουνισμού, η επαναστατική ανατροπή του σημερινού άδικου και καταστροφικού συστήματος, γίνεται ανάγκη επιβίωσης. Το βάθος των αντιθέσεων κάνει αντικειμενικά πιο επίκαιρη τη «στρατηγική» απάντηση της επανάστασης και του κομμουνισμού με το άμεσο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης και την ανάγκη της ανατροπής της επίθεσης. Ενδιάμεσες «λύσεις» μέσα στα πλαίσια της σημερινής κατάστασης δεν μπορούν να απαντήσουν.
Η αναγκαιότητα ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού προγράμματος και κόμματος, του αντικαπιταλιστικού μετώπου και του ανατρεπτικού κινήματος της εργατικής τάξης προκύπτει όχι σαν αποτέλεσμα της δικής μας θέλησης, αλλά από την ανάγκη να οικοδομηθεί το αντίπαλο δέος σε μια πρωτοφανέρωτη ιστορική κατάσταση.
Συνολικά, το ζήτημα της πτώσης της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της ήττας της ΝΔ έρχεται στο προσκήνιο, αλλά από τον ΣΥΡΙΖΑ και αστικές μερίδες επιδιώκεται να «χωνευτεί» στη λογική της εναλλαγής, των «δημοκρατικών κυβερνήσεων», της «κυβέρνησης των τίμιων» κ.λπ. για την εκ νέου σταθεροποίηση του συστήματος.
Η αντικαπιταλιστική Αριστερά πρέπει να ρίξει το σύνθημα της ανατροπής της κυβέρνησης και αυτής της πολιτικής από το μαζικό εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα, για να σπάσει το πλαίσιο της καπιταλιστικής λεηλασίας, της φτωχοποίησης του λαού, της καταστολής και του ψηφιακού χαφιεδισμού, για την ανατροπή συνολικά της πολιτικής κεφαλαίου και ΕΕ, στην οποία συναινούν η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και η Ελληνική Λύση. Για να βαθύνει η κρίση του συστήματος, να οδηγήσει σε ρωγμή και ανατροπές της κυρίαρχης πολιτικής, να ανοίξει ο δρόμος για τις επαναστατικές αλλαγές, για την εργατική εξουσία.
Πολιτική βάση της παρέμβασής μας είναι το αντικαπιταλιστικό πολιτικό πρόγραμμα πάλης όπως το επεξεργαστήκαμε στην πολιτική πρόταση του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Η κυβέρνηση της ΝΔ είναι αδύναμη πολιτικά, αλλά όλο και πιο επικίνδυνη. Το διάστημα που μένει θα επιχειρήσει να «κλείσει» τις πιο χοντρές εκκρεμότητες του κεφαλαίου ενώ «ζυμώνονται» οι «εναλλακτικές λύσεις». Εμείς παλεύουμε πολιτικά για να ανατρέψουμε την κυβέρνηση και την επίθεση, να αναδείξουμε τον πραγματικό εχθρό, να συσπειρωθούν δυνάμεις στο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, να γίνουν έμπρακτα, συγκεκριμένα βήματα στην ανασυγκρότηση της πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα.
Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επιμένουν με συνέπεια στη συσπείρωση των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής αριστεράς, των μαχόμενων και ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών ρευμάτων πάνω στην βάση της ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική και του αναγκαίου αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Πάνω σε αυτή την βάση βλέπουμε την παρέμβασή μας τόσο στις πολιτικές μάχες, όσο και στις εκλογές. Αυτή είναι η «καρδιά» της παρέμβασής μας.
Ανάμεσα στην γραμμή της ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική και τα κόμματά της, τους αστικούς και ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πόλους, και τη ρήξη με τις βασικές επιλογές του συστήματος από την μια, και το συμβιβασμό με τις κεντρικές επιδιώξεις του συστήματος, την συμπόρευση με κάποιον από τους ιμπεριαλιστικούς πόλους, την υποχώρηση απέναντι στις επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης (κάποτε στο όνομα του «αντιιμπεριαλισμού») ή την ηγεμόνευση από τον ΣΥΡΙΖΑ και τις «δημοκρατικές δυνάμεις» (στο όνομα του να φύγει ο Μητσοτάκης») από την άλλη, δεν υπάρχει μέσος δρόμος. Κάθε πολιτική σε αυτή την κατεύθυνση ή σε συμβιβασμό μαζί της είναι καταδικασμένη να ηττηθεί. Θα ενσωματωθεί πολύ γρήγορα στις κυρίαρχες δυνάμεις μέσω ΣΥΡΙΖΑ ή στο ΜΕΡΑ25, ή ακόμα και στο κυοφορούμενο ρεύμα «εθνικής συστράτευσης» απέναντι στον «κοινό κίνδυνο».
Καμιά κοινοβουλευτική αναμονή! Δεν περιμένουμε τις εκλογές «για να φύγει ο Μητσοτάκης». Οργανώνουμε αποφασιστικά την λαϊκή πάλη και αντεπίθεση ενάντια στην φτώχεια, τον πόλεμο, τον ολοκληρωτισμό. Σε κάθε μέτωπο και ζήτημα και συνολικά. Προωθούμε μέσα στην πάλη για την ανατροπή την ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, την προετοιμασία του Συνέδριου του ΝΑΡ, τις διαδικασίες για τη συγκρότηση του Σύγχρονου Κομμουνιστικού Προγράμματος και της νέας κομμουνιστικής οργάνωσης, την προσπάθεια για το προχώρημα της μετωπικής συγκρότησης και παρέμβασης των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής αριστεράς και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Επίσης, η Πολιτική Επιτροπή συζήτησε και κατέληξε σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις-αποφάσεις για τη συμβολή του ΝΑΡ στην αναβάθμιση της παρέμβασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με βάση την πολιτική πρόταση του Πανελλαδικού Συντονιστικού Οργάνου της 3ης Ιούλη, καθώς και στην αναζωογόνηση της λειτουργίας της στην πορεία προς τη συνδιάσκεψή της, ως κόμβο στην ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς.
Αντίστοιχα, συζητήθηκε η συμβολή στην παραπέρα ανάπτυξη της έργου της Πρωτοβουλίας για σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, ενώ υπήρξε σχεδιασμός για την προετοιμασία του 5ου συνεδρίου του ΝΑΡ.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στις 3-4/9/22