Γιώργος Μουρμούρης
«Ελπίς» όπως «Μήδεια» και Πεντέλη όπως Βαρυμπόμπη. Ένα χρόνο μετά, η ιστορία των έντονων πλην προβλέψιμων φαινομένων που εξελίσσονται σε μεγάλες καταστροφές, επαναλαμβάνεται, όμως ξανά σαν τραγωδία, αφού το μόνο στοιχείο «φάρσας» είναι τα συγχαρητήρια που ανταλλάσουν κυβερνητικοί αξιωματούχοι με φόντο τα αποκαΐδια.
Μέσα σε λιγότερες από 24 ώρες, περίπου 20.000 στρέμματα δασικών και δομημένων εκτάσεων μετατράπηκαν σε στάχτη, από την πυρκαγιά που ξέσπασε την Τρίτη. Δεκάδες σπίτια καταστράφηκαν ή υπέστησαν σοβαρές ζημιές, με τους κατοίκους να μετακινούνται έντρομοι από περιοχή σε περιοχή, αφού σύντομα η φωτιά άρχισε να κινείται μέσα σε αστικό ιστό. Οι αλλεπάλληλες εντολές εκκένωσης μέσω του 112 ξύπνησαν εφιαλτικές μνήμες από την αντιπυρική περίοδο του 2021, που άφησε πίσω της 1,3 εκατομμύρια στρέμματα καμένης γης.
Η πρώτη εστία της μεγάλης πυρκαγιάς εκδηλώθηκε στο Νταού Πεντέλης, στην περιοχή από όπου είχε ξεκινήσει και η φωτιά του 2018 που οδήγησε στην άνευ προηγουμένου τραγωδία στο Μάτι με τους 100 νεκρούς. Αυτή τη φορά, οι ισχυροί άνεμοι δεν έσπρωξαν τη φωτιά προς τα ανατολικά παράλια της Αττικής, αλλά προς τον νότο. Σύντομα, η πυρκαγιά έκαιγε ανεξέλεγκτα σε πολλά μέτωπα, ενώ λίγες ώρες μετά την έναρξή της τα πρώτα σπίτια παραδίδονταν στις φλόγες στο Ντράφι. Η μεγα-πυρκαγιά άρχισε ακολούθως να κινείται μέσα σε οικισμούς, με τις μεγαλύτερες καταστροφές να σημειώνονται στην Ανθούσα και την Παλλήνη. Το Ντράφι, η Ανθούσα, το Δασαμάρι, η Διώνη, η Καλλιθέα Πεντέλης, το Αστεροσκοπείο και το νοσοκομείο Παίδων Πεντέλης εκκενώθηκαν όπως-όπως. Κινούμενη από σπίτι σε σπίτι, η φωτιά έφτασε μέχρι την Αττική Οδό στα ανατολικά και τη Λεωφόρο Μαραθώνος, μέσα στην Παλλήνη, στα νότια. Είκοσι πέντε άτομα χρειάστηκε να μεταφερθούν στο νοσοκομείο, με έναν 54χρονο εγκαυματία να νοσηλεύεται σε σοβαρή κατάσταση.
Μετά από μια εφιαλτική νύχτα, η εικόνα την επόμενη ημέρα ήταν αρκετά βελτιωμένη. Έτσι, το απόγευμα της Τετάρτης είχε έρθει πλέον η ώρα της επικοινωνιακής διαχείρισης. Την αρχή έκανε ο αρμόδιος υπουργός Πολιτικής Προστασίας, η «χρυσή μεταγραφή» της κυβέρνησης Μητσοτάκη από τα όργανα της ΕΕ μετά τις πυρκαγιές του περσινού καλοκαιριού. Ο Χρήστος Στυλιανίδης έκανε, μεταξύ άλλων, λόγο για «σωστό συντονισμό» και «έγκαιρη επέμβαση», που αποτελούν «την καρδιά της νέας στρατηγικής του υπουργείου». «Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι η Μεσόγειος πια είναι στο επίκεντρο της κλιματικής κρίσης», «δίδασκε» λίγο αργότερα και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης. «Οι πυρκαγιές θα είναι εδώ, θα είναι μαζί μας, θα γίνονται ολοένα και εντονότερες, το οποίο σημαίνει ότι εμείς κάθε φορά, κάθε μέρα, κάθε εβδομάδα, κάθε μήνα, κάθε χρόνο πρέπει να ανεβάζουμε το επίπεδο της επιχειρησιακής μας ετοιμότητας», πρόσθεσε.
Μόνο που είναι η ίδια η κυβέρνηση που, παρά τα «παχιά» λόγια, μετά το εφιαλτικό καλοκαίρι του 2021 και ενώ στη θεωρία αναγνωρίζει το εύφλεκτο τοπίο που δημιουργεί η κλιματική κρίση, αντιμετωπίζει τη δασοπροστασία ως περιττό κόστος, τη δασοπυρόσβεση ως πάρεργο, τους πυροσβέστες ως αναλώσιμους, το περιβάλλον και τον δασικό πλούτο, ακόμα και τα σπίτια και τις ιδιοκτησίες, ως παράπλευρη απώλεια.
Συγκεκριμένα για την Πεντέλη, τα «καμπανάκια» είχαν ηχήσει προ πολλού. Οι εργασίες καθαρισμού των δασικών εκτάσεων της περιοχής, που ξεκίνησαν αργά λόγω καθυστερημένης εκταμίευσης των απαραίτητων κονδυλίων, δεν είχαν ολοκληρωθεί τουλάχιστον μέχρι τις αρχές Ιουλίου. Σύμφωνα με καταγγελίες, μάλιστα, σάκοι γεμάτοι με ξερά χόρτα και κλαδιά από τις εργασίες που βρίσκονταν σε εξέλιξη στοιβάζονταν στην άκρη ορεινών οδών, λειτουργώντας ως ιδανικό προσάναμμα.
Οι εν εξελίξει καθαρισμοί των δασών θα έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί την Πρωτομαγιά!
Οι εργασίες καθαρισμού των δασών θα έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί έως την Πρωτομαγιά, οπότε και ξεκινά η αντιπυρική περίοδος. Ωστόσο, σε συνέντευξη Τύπου που είχαν παραχωρήσει στις 17 Μαΐου ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας Χρήστος Στυλιανίδης από κοινού με τον υφυπουργό Ευάγγελο Τουρνά, τον υφυπουργό Περιβάλλοντος Γιώργο Αμυρά και την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, είχε καταστεί σαφές ότι οι καθαρισμοί θα βρίσκονταν σε εξέλιξη ακόμη και τον Ιούλιο και τον Αύγουστο! Μάλιστα, ερωτηθέντες τότε σχετικά, οι αρμόδιοι υπουργοί είχαν αποδώσει την καθυστέρηση στις… βροχοπτώσεις του προηγούμενου διαστήματος!
Στην πραγματικότητα, βασική αιτία ήταν η καθυστερημένη διάθεση των έτσι κι αλλιώς ανεπαρκών κονδυλίων που κατευθύνονται στην αντιπυρική προστασία. Όπως σημειώνει σε πρόσφατη έκθεσή της η WWF, «ουσιαστικά ο προληπτικός αντιπυρικός σχεδιασμός για την προστασία των δασών έχει στην πράξη εγκαταλειφθεί εδώ και πολλά χρόνια», καθώς στην πρόληψη κατευθύνεται μόλις το 16,05% των σχετικών κονδυλίων, με το υπόλοιπο 83,95% να πηγαίνει στην καταστολή. Η Δασική Υπηρεσία, που καλείται να φέρει εις πέρας το κύριο βάρος της πρόληψης μέσω της δασικής διαχείρισης, «αντιμετωπίζει τα τελευταία 20 χρόνια μειώσεις προσωπικού της τάξεως του 53% και μειώσεις πόρων της τάξεως του 80%», αναφέρεται στην ίδια έκθεση. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του δήμου Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης, στην επικράτεια του οποίου εκτείνονται οι νότιοι πρόποδες του Υμηττού. Όπως δήλωνε στην Καθημερινή ο δήμαρχος της περιοχής στις αρχές Μαΐου, πριν την πυρκαγιά που κατέστρεψε 4.322 στρέμματα, ο Δήμος έλαβε φέτος χρηματοδότηση 52.600 ευρώ για δράσεις πυροπροστασίας, όταν τα έξοδά του ανέρχονται σε περίπου 550.000 ευρώ τον χρόνο.
Μέσα στον χειμώνα, άλλωστε, η κυβέρνηση είχε φροντίσει να «κόψει» αθόρυβα τις 3.000 μονιμοποιήσεις πυροσβεστών που είχαν εξαγγελθεί πέρσι, ενώ παράλληλα διπλασιάστηκαν οι «τσάμπα» εθελοντές πυροσβέστες. Νωπές, εξάλλου, είναι και οι μνήμες της «υποδοχής» που είχε επιφυλάξει η κυβέρνηση σε πυροσβέστες που πραγματοποιούσαν συγκέντρωση διαμαρτυρίας, ζητώντας ενίσχυση του Σώματος, έξω από το υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, τον περασμένο Νοέμβριο. Ο «Αίαντας» της ΕΛΑΣ είχε πολύ νερό διαθέσιμο για τους «ήρωες» του καλοκαιριού. Σε αυτό το φόντο, δεν είναι τυχαίο ότι στη μεγάλη πυρκαγιά στην Πεντέλη –σύμφωνα με δήλωση του υπουργού Χ.Στυλιανίδη– επιχείρησαν 626 αστυνομικοί και 486 πυροσβέστες, αναλογία αποκαλυπτική για τις κυβερνητικές προτεραιότητες. Η αδιαφορία, η εμπορευματοποίηση, η εγκατάλειψη και η διαχρονική κυβερνητική υποκρισία, είναι οι μεγάλοι εμπρηστές των δασών