Δώρα Κανελλοπούλου*
▸Η αλληλεγγύη νίκησε! Χωρίς να υπάρξει καμία απολύτως δίωξη κλείνει η υπόθεση που αφορά τη συνδικαλιστική δράση της αγωνίστριας δασκάλας Ντίνας Ρέππα, μετά την απάντηση της αναπληρώτριας διευθύντριας της διεύθυνσης ΠΕ Α΄ Αθήνας σχετικά με την καταγγελία της διευθύντριας του 99ου Δημοτικού Σχολείου Αθήνας, Λίνας Ζημιανίτη.
Η δικαίωση αυτή είναι αποτέλεσμα του μεγάλου κι αποφασιστικού κύματος αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε από την πρώτη στιγμή, με χιλιάδες εκπαιδευτικούς να υπογράφουν επώνυμα ψηφίσματα στήριξης της εκπαιδευτικού και καταγγελίας της διευθύντριας, εκπαιδευτικών από τα σχολεία του ΣΕΠΕ «Ο Αριστοτέλης» (του οποίου μέλος είναι η Ντίνα Ρέππα) καθώς και από όλη την Ελλάδα. Αλληλέγγυους εργαζόμενους από πολλούς χώρους δουλειάς κι από δεκάδες ΣΕΠΕ, ΕΛΜΕ και σωματεία δημόσιου κι ιδιωτικού τομέα, συλλόγους και ενώσεις γονέων, συνδικάτα και φοιτητικούς συλλόγους.
Ήταν φανερό από την πρώτη στιγμή ότι η καταγγελία είχε στόχο να διωχθεί ως παράνομη και υπό αίρεση η συνδικαλιστική δράση και ενημέρωση, υπό καθεστώς αμφισβήτησης η παρουσία των σωματείων μέσα στα σχολεία. Ήρθε να συμπληρώσει το καθεστώς αυταρχισμού κι ολοκληρωτισμού που βιώνει η εκπαίδευση και η κοινωνία με τις απαγορεύσεις, τις συνεχείς απειλές και τον εκφοβισμό, με την πολιτική που οδηγεί τις απεργίες στα δικαστήρια, τις βγάζει παράνομες, ποινικοποιεί τους αγώνες. Όλα τα παραπάνω αποτελούν την αναγκαία συνθήκη για να κατισχύσει η αντιεκπαιδευτική πολιτική που είναι απολύτως απονομιμοποιημένη στη συνείδηση των εκπαιδευτικών.
Γι’ αυτό ο εργαζόμενος κόσμος ύψωσε τείχος στις επιδιώξεις κυβέρνησης, υπουργείου Παιδείας και των προθύμων στελεχών της διοίκησης. Γιατί συνειδητοποίησε το μεγάλο διακύβευμα.
Το ενδιαφέρον στην εξέλιξη της δίωξης αυτής είναι ότι το κράτος και οι μηχανισμοί του δεν έδρασαν μόνο μέσω της καταγγελίας της συγκεκριμένης διευθύντριας αλλά προσπάθησαν να εντάξουν και «τον συνδικαλισμό» σε αυτή την κατεύθυνση. Με μια απόφαση ντροπής, με ψήφους της ΔΑΚΕ που έχει την απόλυτη πλειοψηφία, το ΔΣ του Ε΄ ΣΕΠΕ «Δελμούζος-Κουντουράς» Ν. Θεσσαλονίκης, στοχοποιεί τη διωκόμενη, ζητά επί της ουσίας την καταδίκη της και δίνει πολιτική και συνδικαλιστική κάλυψη στην καταγγελία και την καταγγέλλουσα. Θέτει ευθέως σε αμφισβήτηση την απρόσκοπτη συνδικαλιστική δράση, μια και ορίζει ως υπεύθυνους τους διευθυντές των σχολικών μονάδων να την επιτρέψουν ή να την απαγορεύσουν.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Ριζοσπαστική Κίνηση Εκπαιδευτικών/Παρεμβάσεις ΠΕ του συγκεκριμένου συλλόγου «με ένα κείμενο που παραπέμπει σε μετεμφυλιακή φρασεολογία “ενωμοτάρχη” της εκπαίδευσης…». Η απόφαση αυτή έχει τις πρακτικές του παρελθόντος αλλά αποτελεί σκηνή από ταινία προσεχώς. Αποτελεί ακόμα μειοψηφική γραμμή του εργοδοτικού συνδικαλισμού αλλά αυτός «κάνει πρόβες».
Άλλωστε, ένας πιο προσεκτικός παρατηρητής θα σημειώσει ότι από τα εκατοντάδες ψηφίσματα στήριξης υπάρχουν δυο ηχηρές απουσίες, της ΔΟΕ και της ΑΔΕΔΥ. Δυο συνδικάτα, το ένα μάλιστα το συνδικάτο της διωκόμενης, έλαμψαν δια της απουσίας τους, ενώ και στα δύο υπάρχουν θεωρητικά πλειοψηφίες. Όπως και στο παρελθόν σε διώξεις αγωνιστών όπως ο Θανάσης Αγαπητός, ο Ηλίας Σμήλιος και πολλών ακόμα, δεν υπάρχει αυτονόητη στήριξη.
Γι’ αυτό η δικαίωση της αγωνίστριας δασκάλας είναι ακόμα πιο ηχηρή, είναι η δικαίωση των χιλιάδων αλληλέγγυων και των δεκάδων σωματείων, είναι η επιβεβαίωση ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να νικούν και νικούν!
*δασκάλα, μέλος ΣΕΠΕ «Ο Αριστοτέλης»