Μπάμπης Συριόπουλος
Ο Ζαν Λικ Μελανσόν, στην πορεία προς τις βουλευτικές εκλογές, αποκήρυξε την αντίθεσή του σε ΕΕ και ευρωζώνη, χαρακτηρίζοντάς την «ιδεολογικό» ζήτημα και προκρίνοντας διαχειριστικές λύσεις. Η αναποτελεσματική αυτή πολιτική ενσωμάτωσης δεν εκφράζει τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα.
Στην πορεία προς τον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία την προηγούμενη Κυριακή, ο ηγέτης της «Ανυπότακτης Γαλλίας» και του εκλογικού συνασπισμού NUPES (Νέα Λαϊκή Οικολογική και Κοινωνική Ένωση) Ζαν Λικ Μελανσόν δήλωσε μεταξύ άλλων: «Κανείς μας δεν πρότεινε να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή να καταργήσει το ευρώ. Στο παρελθόν ήμασταν πολύ πιο διφορούμενοι στη διατύπωσή μας. Γιατί διαφοροποιηθήκαμε; Όχι ότι βρίσκουμε τη φιλελεύθερη Ευρώπη αποδεκτή, αλλά ο λόγος μας θα ήταν αδιέξοδος. Αν προτιμήσουμε ένα ιδεολογικό σοκ χάνουμε, γιατί, πείτε μου, ποιος προτιμά το χάος από την τάξη σε περιόδους κρίσης; Κανείς. Ας το πούμε στα ίσια».
Το πρώτο στοιχείο που εκφράζει αυτή η δήλωση είναι η κυρίαρχη τάση της ρεφορμιστικής αριστεράς σήμερα, όταν πλησιάζει ή νομίζει πως πλησιάζει την κυβερνητική εξουσία, να στρογγυλεύει το πρόγραμμά της και να στομώνει τις αιχμές του. Στην περίπτωση του Ζ. Λ. Μελανσόν απαλείφεται η αντίθεση στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Το άλλο στοιχείο είναι η δικαιολόγηση αυτής της προσαρμογής στην αστική πολιτική· τα αιχμηρά σημεία του προγράμματος, αυτά που έστω και δειλά αμφισβητούν τον μονόδρομο του κεφαλαίου, χαρακτηρίζονται «ιδεολογικά» σε «περιόδους κρίσης». Η κεντρική ιδέα αυτής της αντίληψης είναι ότι η ιδεολογία, δηλαδή τα στρατηγικά αντικαπιταλιστικά στοιχεία –ακόμα κι αν είναι λειψά κι ανολοκλήρωτα– σε περιόδους αναταραχής, κρίσης, έκτακτης ανάγκης πρέπει να εγκαταλείπονται. Όταν υπάρχουν επείγοντα λαϊκά προβλήματα, όταν υπάρχει φτώχια, ανεργία, πόλεμοι, αυταρχισμός δεν μπορούμε να ασχολούμαστε με τις αιτίες, πρέπει να βρεθούν άμεσες λύσεις για τις επιπτώσεις, λέει η ρεφορμιστική και «κυβερνώσα» αριστερά σ’ όλες τις εκδοχές.
Η στρατηγική, όπως και η θεωρία που την πλαισιώνει, είναι γι αυτή την αριστερά ένα είδος πολυτελείας, μπαίνει στο τραπέζι σαν επιδόρπιο μετά από ένα καλό γεύμα. Οι άμεσες πρακτικές λύσεις για την ανακούφιση της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων αναζητούνται πάντα εντός του καπιταλιστικού πλαισίου. Οι επιπτώσεις των νόμων κίνησης του κεφαλαίου, της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής πρέπει να αντιμετωπιστούν χωρίς να θιγούν οι αιτίες που τις προκαλούν, εξάλλου κάτι τέτοιο θα προκαλούσε «χάος». Άλλο οι αναλύσεις, άλλο οι λύσεις, μοιάζουν να λένε. Μα τότε τι χρειάζονται τα προγράμματα, η αντικαπιταλιστική στρατηγική, οι μακροπρόθεσμοι στόχοι, αν δεν χρησιμεύουν για πρακτικούς λόγους, αν δεν δίνουν άμεσες λύσεις όταν αυτές είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίες; Μήπως η Παρισινή Κομμούνα του 1871, που βεβαίως την τιμάει ο Ζ. Λ. Μελανσόν, έγινε σε καιρούς ειρήνης και ηρεμίας; Μήπως η κατάλληλη συνθήκη για ρήξεις και επαναστάσεις είναι όταν τα πιεστικά προβλήματα επιβίωσης έχουν πια λυθεί εντός του καπιταλισμού;
Η αλήθεια είναι διαφορετική. Δεν είναι η στρατηγική και η ιδεολογία πολυτέλειες γι αυτούς που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο ούτε βαρίδια που πρέπει να τα ξεφορτώνεται κανείς στα δύσκολα. Μάλλον η «κυβερνώσα αριστερά» είναι αριστερά πολυτελείας, κατάλληλη για διαχειριστικές λύσεις με την ανοχή του κεφαλαίου, ανίκανες να εξανθρωπίσουν την καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Τι χρειάζεται η αντικαπιταλιστική στρατηγική, αν δεν χρησιμεύει για πρακτικούς λόγους και άμεσες λύσεις;
Η αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική αριστερά δεν ξεχνάει το πρόγραμμά της μπροστά στην κρίση, αντίθετα το προτάσσει ακριβώς για να δώσει πρακτικές λύσεις που θα φέρουν «χάος» στον κόσμο του κεφαλαίου και ψωμί, ειρήνη, υγεία, παιδεία, ελευθερία στον κόσμο της εργασίας. Απέναντι στο κλείσιμο της ΛΑΡΚΟ διεκδικεί εθνικοποίησή της με εργατικό έλεγχο, απέναντι στην ενεργειακή φτώχια διεκδικεί κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στο σύνολο του ενεργειακού τομέα, απέναντι στην υπερχρέωση των νοικοκυριών διεκδικεί την εθνικοποίηση των τραπεζών, απέναντι στις πολεμικές εξορμήσεις της ελληνικής αστικής τάξης, παλεύει για έξοδο από το ΝΑΤΟ και διώξιμο των βάσεων, απέναντι στην εθνική πολεμική ενότητα απαντάει με τον εργατικό διεθνισμό και τη φιλία των λαών, απέναντι στη «μετα-προγραμματική επιτήρηση» απαντάει με αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ.
Ο βασικός δρόμος ρεφορμιστικής ενσωμάτωσης της αριστεράς ήταν εξαρχής η αποσύνδεση της τακτικής από τη στρατηγική, του μίνιμουμ προγράμματος από το «μάξιμουμ» και των άμεσων διεκδικήσεων και πολιτικών συμμαχιών από οποιοδήποτε πρόγραμμα στο όνομα της επικοινωνίας με τις μάζες και το υπαρκτό κίνημά τους. Αντίθετα η κομμουνιστική πολιτική και τακτική είναι η προβολή στόχων και οι αγώνες από σήμερα σε σύνδεση με τους «τελικούς σκοπούς» και την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας.